Το κοινωνικό κράτος συγκροτείται ως αξία, ως πολιτική διεκδίκηση και ως θεσμική υποχρέωση μόλις γίνεται ευρύτερα αντιληπτό ότι η ασθένεια, η ανεργία, τα γηρατειά, η αναπηρία, η φτώχεια, η πολυτεκνία δεν είναι προσωπικά ή οικογενειακά ατυχήματα που μπορούν να προκαλούν τη συμπάθεια των τρίτων και του κράτους αλλά κοινωνικά και άρα πολιτικά προβλήματα. Προβλήματα που καλείται να αντιμετωπίσει το κράτος ως πεδίο της πολιτικής και ως συμπύκνωση του συσχετισμού όλων των κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων.
Το κοινωνικό κράτος ή μάλλον το σύγχρονο ευρωπαϊκό δημοκρατικό κοινωνικό κράτος δικαίου που ουσιαστικά ταυτίζεται μ’ ένα ολόκληρο μοντέλο οικονομικής, κοινωνικής, πολιτικής και πολιτιστικής ανάπτυξης δεν πρέπει να γίνεται αντιληπτό μ’ έναν απλοϊκό και εργαλειακό τρόπο, αλλά σε διαρκή αναφορά προς την κοινωνία των πολιτών και την τοπική αυτοδιοίκηση.
Το κοινωνικό κράτος ιστορικά προκύπτει για να αντιμετωπίσει την φυσική ροπή μιας «μη κοινωνικής» κοινωνίας προς την ανισότητα, την αδικία και τον εξοβολισμό των αδυνάτων. Από τη στιγμή όμως που συγκροτείται το κοινωνικό κράτος αρχίζει να εξελίσσεται. Αυτό αφορά αφενός με την ικανότητά του να ανθίσταται στις δημογραφικές και δημοσιονομικές πιέσεις που εμφανίζουν το κοινωνικό κράτος ως μία «ιδρυματικού» χαρακτήρα κατάσταση που λειτουργεί αντιπαραγωγικά, απομυζά πόρους, ανακόπτει την ανάπτυξη και μειώνει την ανταγωνιστικότητα, αφετέρου δε την ικανότητά του να εναρμονίζεται με τις γενικότερες κοινωνικές, οικονομικές και θεσμικές εξελίξεις, δηλαδή με την αποκέντρωση και την περιφερειακή συγκρότηση του κράτους, την πλήρη θεσμική ανάπτυξη της τοπικής αυτοδιοίκησης και την εμφάνιση ενός ολόκληρου «τρίτου» τομέα της οικονομίας, τη λεγόμενη κοινωνική οικονομία.
Μέσα από τη διασύνδεση του κοινωνικού κράτους, της κοινωνικής οικονομίας και της τοπικής αυτοδιοίκησης αφενός μεν καθίσταται συγκεκριμένη και εξειδικευμένη η δράση του κοινωνικού κράτους επί του πεδίου, αφετέρου δε αποκαλύπτονται νέα κοιτάσματα απασχόλησης. Αποδεικνύεται ότι υπάρχουν πολλές διαθέσιμες θέσεις εργασίας και μάλιστα πλήρους απασχόλησης στον τομέα των κοινωνικών υπηρεσιών τοπικού χαρακτήρα.
Αυτά είναι μερικά από τα πιο σημαντικά κοινωνικά και αναπτυξιακά συμφραζόμενα των Δικτύων των κοινωνικών υποστηρικτικών υπηρεσιών που αναπτύχθηκαν τα τελευταία – πριν το 2004- χρόνια.
Τα Δίκτυα αυτά, όπως και το Δίκτυο ενάντια στη φτώχεια και τον κοινωνικό αποκλεισμό δεν έχουν τα προσόντα της οριζόντιας και πλήρους εφαρμογής που έχει, για παράδειγμα, το εγγυημένο επίπεδο αξιοπρεπούς διαβίωσης. Παράγουν όμως απτά θετικά αποτελέσματα που αξίζει να διατηρηθούν και να ολοκληρωθούν γιατί μπορεί να συμβάλουν στην παράλληλη αντιμετώπιση των δύο κύριων προβλημάτων κάθε σύγχρονης ευρωπαϊκής κοινωνίας: Αφενός μεν του φαινομένου της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού, αφετέρου δε της ανεργίας. Και αυτό σε τοπικό, συγκεκριμένο και άμεσα ελέγξιμο επίπεδο.
Ο καθηγητής Ξενοφών Ι.Κοντιάδης και ο Δημήτρης Απίστουλας με το έργο τους αυτό προσφέρουν την πλήρη αποτύπωση και αξιολόγηση των δομών κοινωνικής πολιτικής σε τοπικό, επίπεδο. Αναδεικνύουν κατά τον τρόπο αυτό τα νέα κρίσιμα πεδία της τοπικής αυτοδιοίκησης στο πλαίσιο του αναθεωρημένου το 2001 άρθρου 102 του Συντάγματος που επιτρέπει στους ΟΤΑ α΄ και β΄ βαθμού να κάνουν όλα όσα μπορούν και πρέπει να κάνουν.
Το βιβλίο αυτό τοποθετείται συνεπώς στο μαγνητικό πεδίο που διαμορφώνεται από τις μεγαλύτερες θεσμικές προκλήσεις της εποχής μας: την πρόκληση του μεταβιομηχανικού κοινωνικού κράτους στην Ευρώπη, την πρόκληση της τοπικής αυτοδιοίκησης και ανάπτυξης και την πρόκληση της ανεργίας.
Οι προσεγγίσεις επί του πεδίου και επί του συγκεκριμένου είναι πολύ συχνά πολύ πιο προκλητικές αλλά και πολύ πιο έγκυρες από τις αφηρημένες προσεγγίσεις.
Βρισκόμαστε συνεπώς στον πυρήνα του προβλήματος της σύγχρονης ελληνικής κοινωνίας και επειδή την περίοδο αυτή συζητούμε και πάλι για την πιθανότητας μιας νέας αναθεώρησης του Συντάγματος αξίζει να θυμηθούμε ότι το 2001 ο Έλληνας αναθεωρητικός νομοθέτης κινήθηκε αντίθετα προς τις διεθνείς τάσεις: Παρά τους προβληματισμούς για τη δημοσιονομική αντοχή του κοινωνικού κράτους ενέγραψε στο ελληνικό Σύνταγμα και ρητά την αρχή του κοινωνικού κράτους (άρθρο 25 παρ. 1) και περιέλαβε στον κατάλογο των κοινωνικών δικαιωμάτων δύο νέα δικαιώματα με τις αντίστοιχες θεσμικές εγγυήσεις. Αυτό της δημογραφικής πολιτικής (άρθρο 21 παρ.5) και αυτό που αφορά το δικαίωμα ισότιμης πρόσβασης των αναπήρων στην πολιτική, οικονομική, κοινωνική, πολιτιστική και επαγγελματική ζωή (άρθρο 21 παρ.6).
Αν υπάρχει συνεπώς μια κοινωνική πρόκληση για τον μελλοντικό αναθεωρητικό νομοθέτη αυτή βρίσκεται στη δυνατότητα της ρητής πλέον κατοχύρωσης (με τη μορφή παραγράφου 7 στο άρθρο 21) του εγγυημένου επιπέδου αξιοπρεπούς διαβίωσης για όλους. Αυτό είναι μία ουσιαστική αναθεωρητική πρόκληση.