8 Ιουνίου 2005
Το πιο μεγάλο θεωρητικό και ιδεολογικό πρόβλημα για όλες τις εκδοχές της Αριστεράς είναι πάντα το κράτος. Πρόβλημα με τεράστιες πολιτικές και πρακτικές επιπτώσεις.
Ο υπαρκτός σοσιαλισμός συγκρότησε γρήγορα μια απολογητική θεωρία βασισμένη σε μια εργαλειακού χαρακτήρα αντίληψη για το κράτος. Αυτό από κράτος της αστικής τάξης μετατρέπεται σε κράτος της δικτατορίας του προλεταριάτου και αρκετά αργότερα σε «παλλαϊκό» κράτος, στο όνομα πάντοτε μιας ιστορικής τελεολογίας, που προσδοκά την εξαφάνιση και απονέκρωση του κράτους μέσα σε μια κομμουνιστική κοινωνία.
7 Ιουνίου 2005
Tο Σύνταγμα προστατεύει τις συλλογικές συμβάσεις
του Ευ. Βενιζέλου
H κυβέρνηση αξιοποιεί στο έπακρο μια παλιά και διαδεδομένη παρεξήγηση, πως στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, δηλαδή στις λεγόμενες ΔΕΚΟ, ισχύει η μονιμότητα του προσωπικού τους. Θέτει - υποτίθεται - στο στόχαστρο τα προνόμια των εργαζομένων στις επιχειρήσεις αυτές, σε σχέση με το εργασιακό καθεστώς του ιδιωτικού τομέα.
Πρέπει όμως να θυμηθούμε ότι στην αφετηρία των λεγόμενων «διαρθρωτικών αλλαγών» που προωθεί η κυβέρνηση ήταν η απόπειρά της να θέσει τρία μείζονα ζητήματα, που αφορούν το σύνολο των εργαζομένων, αλλά και των μικρών, κυρίως εμπορικών, επιχειρήσεων: Το ασφαλιστικό, η διευθέτηση του χρόνου εργασίας και το ωράριο των καταστημάτων.
Είναι συνεπώς προφανές ότι το εργασιακό και το ασφαλιστικό καθεστώς των εργαζομένων στον ευρύτερο δημόσιο τομέα δεν είναι παρά το προοίμιο του κυρίως θέματος, που είναι ο ιδιωτικός τομέας, η αγορά συνολικά και η αγορά εργασίας ειδικότερα.
20 Μαϊου 2005
Η Βουλή να αποφασίσει για τις λευκές ψήφους
[Mετά την ανατροπή της πάγιας και σχεδόν ομόφωνης νομολογίας]
του Ευ. Βενιζέλου
H κριτική που διατυπώνεται έως τώρα στην πρόσφατη απόφαση του ΑΕΔ που ελήφθη με οριακή πλειοψηφία 6-5 ως προς τις λευκές ψήφους και την κατανομή εδρών στη μείζονα εκλογική περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας, εστιάζεται στα ακόλουθα σημεία:
Πρώτον, στη διαπίστωση ότι το ΑΕΔ ανέτρεψε τη σχετική πάγια και σχεδόν ομόφωνη νομολογία του (βλ. π.χ. την απόφαση 35/1999 για το ίδιο θέμα).
Δεύτερον, στη διαπίστωση ότι το ΑΕΔ για πρώτη φορά κρίνει ως αντισυνταγματική μία θεμελιώδη και μόνιμη ρύθμιση του εκλογικού συστήματος της χώρας, ενώ η σχετική πάγια νομολογία του εκλογοδικείου του Συντάγματος του 1952 και μετά το 1975 του ΑΕΔ αναγνωρίζει στον εκλογικό νομοθέτη πάντα ευρεία διακριτική ευχέρεια. Ο εκλογικός δικαστής απέφυγε έως τώρα, με ευλάβεια θα λέγαμε, να κρίνει ως αντισυνταγματική και να παραμερίσει μία ρύθμιση και μάλιστα θεμελιώδη της εκλογικής νομοθεσίας.
15 Μαΐου 2005
Η συζήτηση για το Πανεπιστημιακό Άσυλο δεν πρέπει ποτέ να γίνεται εν θερμώ. Πρόκειται για ένα ζήτημα που αξιώνει υπεύθυνη και συναινετική αντιμετώπιση στο πλαίσιο μιας σοβαρής και ειλικρινούς ακαδημαϊκής και πολιτικής συζήτησης. Αυτή η συζήτηση πρέπει να γίνει επί πραγματικών δεδομένων, χωρίς μύθους και παρεξηγήσεις.
Καταρχάς το πρόβλημα δεν είναι νομικό. Η Ελλάδα είναι- αν όχι η μόνη- μία από τις ελάχιστες χώρες που έχουν νομοθετικά ρυθμισμένο πανεπιστημιακό άσυλο. Ο νόμος πλαίσιο για τα Α.Ε.Ι. του 1982 ορίζει και οριοθετεί το Πανεπιστημιακό Άσυλο ως θεσμική εγγύηση που περιβάλλει την ακαδημαϊκή ελευθερία. Άρα το άσυλο προστατεύει την πανεπιστημιακή κοινότητα διδασκόντων και διδασκομένων, την ελευθερία της διδασκαλίας και της έρευνας. Το άσυλο συνεπάγεται την απαγόρευση επέμβασης της δημόσιας δύναμης στους χώρους των Α.Ε.Ι. χωρίς άδεια της Συγκλήτου ή σε έκτακτες περιστάσεις του Πρύτανη. Καμιά όμως άδεια δεν απαιτείται όταν τελούνται αυτόφορα κακουργήματα ή ακόμη και πλημμελήματα κατά της ζωής. Συνεπώς ο νόμος προβλέπει κριτήρια, προϋποθέσεις και ρήτρες ασφαλείας.
Μάιος 2005
Η αντιπροσωπευτική και πιο συγκεκριμένα η κοινοβουλευτική δημοκρατία βασίζεται στην αρχή της ελεύθερης εντολής και στο δικαίωμα της κατά συνείδηση γνώμης και ψήφου του κάθε βουλευτή. Θεωρητικά ο βουλευτής δεν δεσμεύεται ως προς την ψήφο του ούτε απέναντι στους εκλογείς του (αλλιώς η εντολή του θα ήταν δεσμευτική και ανακλητή) ούτε απέναντι στο κόμμα του.
Αυτό όμως το θεωρητικό σχήμα έχει μεταβληθεί με την πάροδο των χρόνων μέσα από την εξέλιξη της ίδιας της κοινωνίας και μέσα από τη συγκρότηση των σύγχρονων πολιτικών συστημάτων που βασίζονται στην ύπαρξη και τη λειτουργία των πολιτικών κομμάτων.
1 Απριλίου 2005
1. Η Κυβέρνηση επένδυσε πολλά στην υπόθεση του λεγόμενου «βασικού μετόχου», δηλαδή σε ένα νόμο που άνοιξε δήθεν το μέτωπο με τη διαπλοκή. Η επιλογή όμως της κυβέρνησης ήταν και είναι αμιγώς επικοινωνιακή. Στόχος της κυβέρνησης δεν ήταν η πραγματική αλλαγή των καταστάσεων στους τομείς των δημοσίων συμβάσεων και των ΜΜΕ, αλλά η δημιουργία της εντύπωσης ότι τίθενται υπό έλεγχο κάποια μεγάλα συμφέροντα. Αυτά που η κυβέρνηση θέλησε να αναγορεύσει ως «αντίπαλα», προφανώς σε σχέση με άλλα που θεωρεί ως «φιλικά».
Απρίλιος-Ιούνιος 2005
Η Συνθήκη για το Σύνταγμα της Ευρώπης τέθηκε υπό κύρωση με το συνηθισμένο στην Ένωση τρόπο. Αφέθηκε δηλαδή σε κάθε κράτος μέλος να προσδιορίσει το χρόνο της κύρωσης μέσα σε διάστημα δύο ετών και ανετέθη στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο να ασχοληθεί με τυχόν εμπλοκή, εάν μέχρι τον Οκτώβριο του 2006 η Συνθήκη έχει κυρωθεί από τα τρία πέμπτα των κρατών- μελών, αλλά ένα ή περισσότερα κράτη-μέλη αντιμετωπίζουν δυσκολίες (δήλωση υπ’ αριθμόν 30 προσαρτημένη στη Συνθήκη).
Η μέθοδος αυτή αναγνωρίζει κάτι το προφανές, ότι δεν υπάρχει ένας «ευρωπαϊκός δήμος», ένα ενιαίο ευρωπαϊκό εκλογικό σώμα και ένα ενιαίο ευρωπαϊκό πολιτικό σύστημα. Θα μπορούσε όμως αναμφίβολα να προβλεφθεί ότι η κυρωτική διαδικασία διεξάγεται, όπως προβλέπει το εθνικό σύνταγμα κάθε κράτους-μέλους (κοινοβουλευτικά, δημοψηφισματικά ή μεικτά), αλλά ταυτόχρονα, δηλαδή την ίδια π.χ. εβδομάδα, όπως συμβαίνει και για στις εκλογές για την ανάδειξη των μελών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Η απουσία μιας τέτοιας ρύθμισης φαίνεται τώρα να θίγει τη θεσμική ισοτιμία των κρατών-μελών, καθώς το γαλλικό και το ολλανδικό όχι φέρνουν σε εξαιρετικά δύσκολη θέση όλες τις χώρες μέλη που δεν έχουν ακόμη ολοκληρώσει τις κυρωτικές διαδικασίες και βλέπουν καθοριστικές αποφάσεις για την πορεία της Ένωσης να λαμβάνονται ή μάλλον να προκαταλαμβάνονται από πολύ περιορισμένο τμήμα των ευρωπαίων πολιτών. Αυτό πρέπει σίγουρα να ληφθεί υπόψη στη μεγάλη συζήτηση που ανοίγει τώρα για το μέλλον πορεία της Ένωσης. Είναι πάντως δεδομένη η θεσμική ανισότητα που υπάρχει μεταξύ των κρατών- μελών που ήδη κύρωσαν ή απέρριψαν την Συνθήκη και αυτών που καλούνται να προβούν στη διαδικασία κύρωσης (ή απόρριψης) μετά την κρίση που προκάλεσαν τα δύο ηχηρά όχι.
27 Μαρτίου 2005
Η σχέση των συνταγμάτων των κρατών-μελών με το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ενωσης, πρωτογενές αλλά και παράγωγο, απασχόλησε από τη δεκαετία του '60 τόσο το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων όσο και τα συνταγματικά ή τα ανώτατα δικαστήρια των κρατών-μελών. Το ΔΕΚ θεμελίωσε την άμεση εφαρμογή και την υπεροχή του κοινοτικού δικαίου στην ίδια του τη φύση: Στο πλαίσιο της κοινοτικής έννομης τάξης η ανώτατη βαθμίδα κατέχεται από το πρωτογενές δίκαιο της Ενωσης.
27 Μαρτίου 2005
1. Είμαι ιδιαίτερα υπερήφανος για την πρωτοβουλία να διεκδικήσει η Θεσσαλονίκη την EXPO και βαθιά απογοητευμένος από την εξέλιξη της προσπάθειας. Το παράδειγμα όμως της ΕΧΡΟ δείχνει το δρόμο. Ένα σχέδιο για τη Θεσσαλονίκη χρειάζεται όραμα, τεκμηρίωση, ευρεία συναίνεση εξωστρέφεια και αξιοποίηση των συγκριτικών πλεονεκτημάτων της πόλης. Χρειάζεται όμως και ισχυρή πολιτική υποστήριξη, όχι μόνο σε τοπικό, αλλά και σε εθνικό επίπεδο. Και μάλιστα στον υψηλότερο δυνατό βαθμό, δηλαδή από τον ίδιο τον εκάστοτε Πρωθυπουργό.
27 Μαρτίου 2005
1. Το Σύνταγμα είναι από τη φύση του νόμος αυξημένης τυπικής ισχύος, αλλά γενικός και λιτός ως προς τη διατύπωσή του. Φιλοδοξεί να ρυθμίσει τα πιο σημαντικά ζητήματα με τη μεγαλύτερη νομική δύναμη και για το μεγαλύτερο δυνατό χρονικό διάστημα. Για τον λόγο αυτό οι συνταγματικές διατάξεις συνοδεύονται από ρητή ή υπονοούμενη επιφύλαξη υπέρ του νόμου, που καλείται να εξειδικεύσει τις γενικές συνταγματικές ρυθμίσεις.