Αθήνα 13 Ιανουαρίου 2016
Ομιλία Ευ. Βενιζέλου στην εκδήλωση με θέμα «Μεταρρύθμιση στο Ασφαλιστικό: Ευκαιρία για εθνική ανασυγκρότηση ή Αιτία εθνικού αδιεξόδου»
Ευχαριστώ τους οργανωτές της εκδήλωσης και τον συντονιστή.
Είχα την ευκαιρία να γράψω πριν από λίγες ημέρες ένα άρθρο για το ασφαλιστικό ζήτημα, επιγράφοντάς το με την αξιωματική διατύπωση ότι το ασφαλιστικό είναι η επιτομή του ελληνικού ζητήματος. Συμπτωματικά, το επίσημο θέμα της σημερινής μας συνάντησης είναι το ερώτημα αν η ασφαλιστική μεταρρύθμιση είναι ευκαιρία εθνικής ανασυγκρότησης ή αφορμή ενός εθνικού αδιεξόδου. Η απάντηση είναι εξαιρετικά δύσκολη, γιατί για να δώσουμε απάντηση στο ασφαλιστικό πρόβλημα, πρέπει να δώσουμε απάντηση στο εθνικό πρόβλημα. Είναι εξαιρετικά δύσκολο, ως άσκηση συλλογικής αυτοσυνειδησίας, να δίνει κανείς απάντηση σε τέτοιου είδους ερωτήματα.
Το ασφαλιστικό είναι η επιτομή του εθνικού μας ζητήματος γιατί αφορά την ίδια τη συνοχή της κοινωνίας αλλά και της πολιτείας. Στο κοινωνικο-ασφαλιστικό σύστημα φαίνεται ο χαρακτήρας ενός κράτους, ως κοινωνικού κράτους δικαίου. Φαίνεται η αντίληψη μίας κοινωνίας για το τι σημαίνει σχέδιο ζωής, φιλοδοξία, επιδίωξη, στόχος, καταξίωση. Φαίνεται ποιο είναι το μοντέλο ανάπτυξης. Στο ασφαλιστικό σύστημα φαίνονται τα στοιχεία της αλληλεγγύης των γενεών, φαίνεται ο ρόλος της οικογένειας . Και βέβαια, για να έρθουμε πιο κοντά στη συγκυρία, στο ασφαλιστικό ζήτημα συνοψίζονται όλα τα προβλήματα της αντιμνημονιακής δημαγωγίας, των συμπυκνωμένων και συχνά χυδαίων ψεμάτων που ακούστηκαν τα τελευταία χρόνια. Έρχονται στην επιφάνεια όλα τα πανευρωπαϊκά προβλήματα του ευρωπαϊκού κοινωνικού κράτους, το δημογραφικό, το δημοσιονομικό, το αναπτυξιακό, γιατί η Ευρώπη και μαζί με την Ευρώπη η Ελλάδα μικραίνει και γερνάει πληθυσμιακά και γιατί ανατρέπονται όλα τα αυτονόητα, όλα τα κεκτημένα ενός ευρωπαϊκού τρόπου ζωής που είναι και ο ελληνικός τρόπος ζωής σε πολύ μεγάλο βαθμό. Άρα, πρέπει να έρθουμε αντιμέτωποι με όλα αυτά τα ζητήματα για να δώσουμε μία σοβαρή και μακροπρόθεσμη απάντηση στο ασφαλιστικό.
Το είχαμε επιδιώξει αυτό αλλά, δυστυχώς, η προσπάθεια ανεκόπη στις 25 Ιανουαρίου του 2015. Επί ένα χρόνο τώρα επιδεινώθηκαν όλα τα μακροοικονομικά και δημοσιονομικά δεδομένα και το ασφαλιστικό ξανανοίγει, πριν ανοίξει το πρόβλημα του νέου μοντέλου ανάπτυξης της χώρας, του σχεδίου ανασυγκρότησης, με τη σκέψη ότι έχουμε ένα σχέδιο, που είναι το μνημόνιο, ενώ πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι το μνημόνιο κρατάει τη χώρα με το κεφάλι της λίγο έξω από το νερό, δεν την απογειώνει όμως, ούτε της επιτρέπει να κερδίσει το χαμένο χρόνο και το χαμένο έδαφος. Το μνημόνιο, καλώς ή κακώς, σε κρατά σε μία κατάσταση στασιμοχρεοκοπίας, όπως έχω πει, και μπορείς να ξαναγίνεις μία ουσιαστικά ισότιμη χώρα μέσα στην Ευρώπη και μέσα στον παγκόσμιο καταμερισμό, αν κάνεις πράγματα πέραν και υπεράνω του μνημονίου. Όταν έχεις μία κυβέρνηση που θεωρεί ότι εξαντλείται η προσπάθειά της στην τυπική εφαρμογή του μνημονίου, στον χαμηλότερο δυνατό παρονομαστή, και ταυτόχρονα εκπέμπει κάθε δυνατό αντι-αναπτυξιακό μήνυμα, βέβαια δεν έχεις μακροοικονομικό πλαίσιο για να ανοίξεις μία τόσο φιλόδοξη και επικίνδυνη συζήτηση, όπως είναι η συζήτηση για το ασφαλιστικό. Γιατί εάν τη συζήτηση αυτή την κάναμε τον Ιανουάριο του 2015, πριν τις εκλογές, θα την κάναμε με πολύ καλύτερους όρους και για τους συνταξιούχους και για τους ασφαλισμένους, θα την κάναμε με πολύ καλύτερους όρους διαγενεακά.
Επίσης, ασχολούμαστε με ένα κυβερνητικό σχέδιο που έχει νομική μορφή και δεν συνιστά το διατακτικό μίας ολοκληρωμένης, όχι αναλογιστικής αλλά οικονομικής, σύνθετης μελέτης, όπως αξιώνει και η νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας και του Ελεγκτικού Συνεδρίου, δηλαδή μίας μελέτης που να συνιστά την πλήρη αιτιολογία ενός νέου ασφαλιστικού νόμου. Επίσης, έχουμε ένα κυβερνητικό σχέδιο το οποίο είναι απολύτως αποκομμένο από τη διεθνή συζήτηση για τα μοντέλα ασφαλιστικής μεταρρύθμισης. Έχουν εφαρμοστεί μοντέλα επί μοντέλων τις τελευταίες δεκαετίες σε όλη την Ευρώπη και σε όλο τον κόσμο, δε βλέπω καμία από τις ιδέες αυτές να έχει παρεισφρήσει στο κυβερνητικό σχέδιο, δε γίνεται καν λόγος για τη νοητή ή νοερή κεφαλαιοποίηση . Και φυσικά δε μιλάμε καθόλου για τον πυλώνα της επαγγελματικής ασφάλισης, ο οποίος είναι νομοθετημένος στη χώρα μας από το 2002, δεν είναι άγνωστος θεσμός και μας επιτρέπει αυτή η νομοθετική βάση του 2002 να δώσουμε μία πιο ολοκληρωμένη απάντηση στο ποσοστό αναπλήρωσης, δηλαδή στο κοινωνικό status του συνταξιούχου, ο οποίος τώρα αντιμετωπίζεται ως μέλος μίας ιδεατής κοινωνίας υπαρκτού σοσιαλισμού για την τρίτη ηλικία. Δηλαδή η θεωρία είναι ότι αφ’ ης στιγμής καταστείς συνταξιούχος, είσαι υποχρεωμένος να αποδεχθείς μία άλλη αντίληψη για την οργάνωση της κοινωνίας, ισοπεδωτική, η οποία έχει βεβαίως καταρρεύσει παταγωδώς.
Το επόμενο στοιχείο είναι ότι υπάρχει μία κραυγαλέα ηθικοπολιτική αντίφαση. Εισηγούνται το ασφαλιστικό και μας καλούν σε συναίνεση αυτοί που λυσσαλέα αντέδρασαν σε όλες τις προηγούμενες παρεμβάσεις, είτε αυτές ήταν απλές δημοσιονομικές περικοπές υπό την πίεση των άμεσων δημοσιονομικών στόχων είτε ήταν πιο φιλόδοξα μεταρρυθμιστικά σχέδια, όπως ο νόμος 3863/2010. Όταν έχεις αντιδράσει σε όλα αυτά, όταν τα έχεις καταγγείλει, όταν έχεις διαμορφώσει το μεγαλύτερο συλλογικό ψεύδος, που είναι πως τα Ταμεία έχουν πληγεί λόγω του PSI-το εξήγησε προηγουμένως ο κύριος Στρατόπουλος και στην αρχή ο κύριος Τσακλόγλου- σε ποια ηθικοπολιτική βάση μπορείς να συζητήσεις;
Ναι, αφαιρέσαμε πράγματι το 2012 λογιστικά 13 δισεκατομμύρια Ευρώ από την περιουσία των Ταμείων, τα αποθεματικά τους και τα μεταφέραμε στην κεντρική κυβέρνηση όπου και διασώζονται και από το 2009 έως το 2015 το κράτος έχει επιχορηγήσει τα ασφαλιστικά Ταμεία με 116 δισεκατομμύρια Ευρώ. Οι αποδόσεις των 13 δισεκατομμυρίων Ευρώ θα ήταν περίπου 500 εκατομμύρια Ευρώ το χρόνο και, όπως ειπώθηκε, η ετήσια επιχορήγηση ξεπερνάει τα 14 δισεκατομμύρια Ευρώ.
Από το 2012 μέχρι σήμερα ξεπερνάμε τα 68 δισεκατομμύρια Ευρώ συνολικά και εάν είχαν επενδυθεί σωστά τα ομόλογα του EFSF που ως ισοδύναμα ρευστού δόθηκαν στα Ταμεία το 2012 ταυτόχρονα με το PSI, τότε δε θα είχαν ούτε ονομαστικές απώλειες τα χαρτοφυλάκια των ασφαλιστικών Ταμείων, όπως απέδειξε η έξυπνη διαχείριση αυτών των ποσών από την ΑΕΔΑΚ του ΙΚΑ, η οποία υπερκάλυψε το κενό, διαμορφώνοντας ένα χαρτοφυλάκιο με ομόλογα ελληνικού δημοσίου post-PSI, με τις εγγυήσεις των ομολόγων αυτών που, βεβαίως, αναπληρώνει πλήρως το κενό. Κανείς δε λέει όμως τί έγινε με τη συγκέντρωση των αποθεματικών των Ταμείων τους τελευταίους μήνες, με τη μετατροπή σε repos των ποσών αυτών. Κανείς δεν αναζητά τα ποσά αυτά των τελευταίων μηνών και κανείς δε θέτει το ερώτημα, τί προοπτική επιστροφής έχουν τα ποσά αυτά από τον ενιαίο λογαριασμό της κεντρικής κυβέρνησης στα Ταμεία.
Βέβαια, το σημαντικότερο είναι ότι όλοι όσοι με ιαχές αντιμνημονιακού οίστρου υποδέχθηκαν τη νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας και του Ελεγκτικού Συνεδρίου για τις τελευταίες παρεμβάσεις στο κοινωνικο-ασφαλιστικό σύστημα και στις συντάξεις την περίοδο 2013-2015, τώρα σιωπούν, γιατί βεβαίως η νομολογία αυτή είναι αυστηρή, επιβάλλει όχι απλώς να υπάρχει πλήρης μελέτη και πλήρης αιτιολογία του νόμου, αλλά να καλύπτεται η ρήτρα της αξιοπρεπούς διαβίωσης και βεβαίως να γίνεται σεβαστή και η αρχή της αναλογικής ισότητας, που σημαίνει εν προκειμένω αρχή της ανταποδοτικότητας, δηλαδή σημαίνει μία αναλογική σχέση μεταξύ αποδοχών-εισφορών-παροχών, η οποία διασπάται πλήρως με το κυβερνητικό σχέδιο. Επιπλέον παραβιάζεται και η αρχή της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, με την έννοια ότι έχουμε ορισμένες νομοθετικές τομές, οι οποίες έχουν παγιωθεί, όπως είναι η τομή στους ασφαλισμένους προ και μετά του 1993 για παράδειγμα και οι τομές αυτές ξαφνικά ανατρέπονται, πιθανώς από 1-1-2015, χωρίς να υπάρχει καμία αιτιολογία γιατί γίνεται αυτό όταν έχεις και θεμελιωμένα συνταξιοδοτικά δικαιώματα στο μεταξύ.
Τελευταία παρατήρηση από πλευράς κριτικής. Κάποιοι έχουν την εντύπωση ότι είναι ίδιο πράγμα το μη μισθολογικό κόστος της επιχείρησης- που βεβαίως για τον επιχειρηματία σημαίνει πρακτικά επιβάρυνση όχι μόνο με τις δικές του εισφορές, αλλά και με τις εισφορές του εργαζομένου- με τις εισφορές του αυτοαπασχολούμενου και του ελεύθερου επαγγελματία, στη βάση των εσόδων του. Μα δεν είναι το ίδιο, γιατί η επιχείρηση ως φορολογικό υποκείμενο, ως οντότητα, αντιμετωπίζεται τελείως διαφορετικά από τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζεται το φυσικό πρόσωπο και αυτό οδηγεί σε παράλογα αποτελέσματα τα οποία δεν αφορούν μόνο τους δικηγόρους ή τους γιατρούς, αλλά αφορούν βεβαίως ένα μεγάλο όγκων αυτοαπασχολούμενων, εν δυνάμει δε και όλο τον αγροτικό πληθυσμό της χώρας. Δημιουργείται ένα τεράστιο κοινωνικό πρόβλημα, το οποίο δεν μπορεί να αντιμετωπισθεί με μικρές διορθωτικές παρεμβάσεις.
Έχοντας μπροστά μας λοιπόν ένα τέτοιο σχέδιο και όλα αυτά τα συμφραζόμενα –πολλά από τα οποία, όπως αντιλαμβάνεστε, παραλείπω, ίσως θα μας δοθεί η ευκαιρία να τα συζητήσουμε αργότερα– μπορώ να πάω κατευθείαν στο συμπέρασμα, λέγοντας ότι θα μπορούσαμε να συζητήσουμε μία πραγματική ασφαλιστική μεταρρύθμιση, θα μπορούσαμε να διαπραγματευτούμε με μία ισχυρή εθνική ομάδα διαπραγμάτευσης, αλλά η κυβέρνηση μετά τις εκλογές του Σεπτεμβρίου αποφάσισε να συνεχίσει με την ίδια πολιτική φυσιογνωμία, με το στενότερο δυνατό φάσμα υποστήριξης, δηλαδή να ανασυγκροτηθεί μία κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, να αποκλείσει τις άλλες πολιτικές δυνάμεις από το διάλογο, από τη συστράτευση σε σχέση με τη διαπραγμάτευση.
Τώρα το ζητούμενο ποιο είναι, η συναίνεση της αντιπολίτευσης σε ένα σχέδιο που διαμόρφωσε και διαπραγματεύεται υποτίθεται η κυβέρνηση; Συναίνεση για να την κάνει τί; Για να διευκολυνθεί στη νομιμοποίηση των αποφάσεών της σε σχέση με την κοινωνία ή γιατί της χρειάζεται κοινοβουλευτικά; Προφανώς δεν της χρειάζεται κοινοβουλευτικά, γιατί στο κοινοβούλιο δε χρειάζεσαι συναίνεση, στο κοινοβούλιο χρειάζεσαι πλειοψηφία. Εάν η κυβέρνηση έχει πλειοψηφία –και δεν έχω κανένα λόγο να αμφιβάλλω ότι έχει– είναι μία κοινοβουλευτικά σταθερή κυβέρνηση, δε χρειαζόμαστε οποιαδήποτε θεσμική διαδικασία να διαπιστώσουμε την ανάγκη άλλης πλειοψηφίας, άρα ας αναλάβει το βάρος της ευθύνης της. Εάν το ζητούμενο είναι μία άλλη πλειοψηφία, πρέπει να κινηθούν οι διαδικασίες του Συντάγματος για το σχηματισμό μίας άλλης κυβέρνησης, αλλά δεν πρόκειται περί αυτού, αυτό καταγγέλλεται ως συνωμοσία και ουδείς το θέτει. Εάν το ζητούμενο είναι η συναίνεση, συναίνεση σε τί, σε κάτι για το οποίο δεν έχουμε ευθύνη για το προϊόν το διανοητικό του σχεδίου και για το προϊόν και τη μέθοδο της διαπραγμάτευσης; Εάν η χώρα χρειάζεται ένα άλλο σχέδιο, μία άλλη διαπραγμάτευση, μία άλλη κυβέρνηση, αυτό ας τεθεί και εκεί θα δοθεί η απάντηση που πρέπει να δοθεί.
Άρα, ας συνεννοηθούμε για το ποιο είναι το αίτημα της κυβέρνησης, για να μπορέσει η αντιπολίτευση να δώσει μία απάντηση στην πρόταση και το αίτημα αυτό. Ως τότε, το λιγότερο που χρειάζεται είναι να καταλάβουμε ότι αν δε συζητήσουμε για το μακροοικονομικό και δημοσιονομικό πλαίσιο μέσα στο οποίο τοποθετείται το ασφαλιστικό, δε συζητάμε απολύτως για τίποτα. Διάβασα μία μελέτη πριν από λίγες ημέρες που αποδεικνύει ότι η αύξηση των ασφαλισμένων κατά 200.000 θέσεις, δηλαδή η αποκάλυψη αδήλωτης εργασίας ή νέες προσλήψεις 200.000 θέσεων έχουν το ίδιο δημοσιονομικό αποτέλεσμα για το κοινωνικοασφαλιστικό σύστημα με όλα τα άλλα μέτρα. Φυσικά μπορεί μετά από δύο, τρία, πέντε χρόνια να μιλάμε μέσα σε ένα τελείως διαφορετικό αναπτυξιακό πλαίσιο, αν η χώρα καταφέρει να απαλλαγεί από τη μέγγενη του τρίτου μνημονίου, το οποίο δεν ήταν αναγκαίο 12 μήνες πριν.
Άρα, το πρώτο είναι αυτό και το δεύτερο είναι ότι πρέπει εν πάση περιπτώσει να έχουμε συνθέσει σε μία πρόταση όλες τις αναγκαίες παραμέτρους.
1. Ο πυλώνας των επαγγελματικών ταμείων είναι ο μόνος ο οποίος μπορεί να καλύψει τα κενά στην αναπλήρωση, εάν ωθηθούμε κυρίως σε ένα διαφορετικό υπολογισμό με άλλους συντελεστές και για όλο τον εργασιακό βίο.
2.Πρέπει να σεβαστούμε απολύτως την αναλογική ισότητα, διότι διαφορετικά ενθαρρύνουμε την αδήλωτη εργασία και τον ανασφάλιστο βίο. Εάν δεν έχεις κίνητρο να είσαι ασφαλισμένος για το σύνολο των αποδοχών σου μετά τα 20 χρόνια ασφαλιστικού βίου, γιατί να είσαι ασφαλισμένος, γιατί να αποκαλύπτεις τις αποδοχές σου και, εν πάση περιπτώσει, ποιο κοινωνικό ήθος εξυπηρετεί αυτή η αντίληψη; Γιατί διαφορετικά έχεις αυτήν την ισοπέδωση για την οποία σας μίλησα προηγουμένως, η οποία δε συνάδει με τις αντιλήψεις της κοινωνίας για το τί σημαίνει δρω κοινωνικά, καταξιώνομαι, εργάζομαι και εν τέλει απολαμβάνω εις τας δυσμάς του βίου μου κάποιων παροχών.
3. Το τρίτο σημείο είναι η αξιοποίηση της σύνδεσης φορολογικής και ασφαλιστικής μεταχείρισης, γιατί όταν έχεις επιχειρήσεις εντάσεως εργασίας, όπως οι βασικοί διοργανωτές της εκδήλωσης, δεν μπορείς να τις μεταχειρίζεσαι φορολογικά όπως μεταχειρίζεσαι κερδοφόρες εταιρίες έντασης κεφαλαίου. Η ένταση κεφαλαίου είναι καλοδεχούμενη, αλλά φορολογικά πρέπει να υπάρχει ένας συντελεστής εξισορρόπησης για τις απώλειες ασφαλιστικών εισφορών.
4. Το τέταρτο είναι αυτό που αφορά τους πρόσθετους πόρους του συστήματος πλην των εισφορών, στο βαθμό που είναι θεμιτό κατά το κοινοτικό δίκαιο, δε μιλώ για τους κλασικούς κοινωνικούς πόρους, αλλά μιλώ για τον κοινό χώρο της περιουσίας της γενικής κυβέρνησης. Τα ασφαλιστικά ταμεία, ως οντότητες της γενικής κυβέρνησης, μετέχουν στη δημόσια περιουσία της γενικής κυβέρνησης, άρα είναι λογικό να πεις ότι από την περιουσία της γενικής κυβέρνησης χρηματοδοτώ με κάποιους πόρους και το ασφαλιστικό σύστημα, όχι τον πυλώνα των επαγγελματικών ταμείων που είναι αμιγώς ιδιωτικός, συλλογικός, αυτόνομος, αλλά τον δημόσιο πυλώνα του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης. Όλα αυτά που είχαμε κάνει με το ταμείο αλληλεγγύης των γενεών, την πρόβλεψη για τα έσοδα από τους φυσικούς πόρους, όλα αυτά εξευτελίζονται και ξεχνιούνται.
Η τελευταία μου παρατήρηση συνιστά απάντηση στα όσα είπα προηγουμένως για τη σχέση μη μισθολογικού κόστους των επιχειρήσεων και επιβάρυνσης των αυτοαπασχολούμενων και ελεύθερων επαγγελματιών. Το να λες ο συντελεστής είναι 20% για όλους αυτό σημαίνει ότι δεν έχεις καμία επαφή με την πραγματικότητα και οδηγείς εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπων στην καταστροφή και τα ταμεία των αυτοαπασχολουμένων στην καταστροφή, διότι κανείς δε θα θέλει να είναι ασφαλισμένος για τον απλό λόγο ότι δεν μπορεί να είναι ασφαλισμένος, διότι πρέπει να διαλέξει μεταξύ ασφάλισης και επιβίωσης.
Αντιλαμβάνεστε λοιπόν ότι εδώ δεν τίθεται ζήτημα τεχνικών λεπτομερειών ή ρητορικής συναίνεσης, εδώ υπάρχουν πολύ σοβαρά ζητήματα διαρθρωτικού χαρακτήρα και υπάρχουν επίσης πάρα πολύ σοβαρά προβλήματα θεσμικού και πολιτικού ήθους, γι’ αυτό το ασφαλιστικό είναι η επιτομή του εθνικού και κοινωνικού ζητήματος, γιατί τώρα τελείωσαν τα εύκολα ψέματα και βρισκόμαστε αντιμέτωποι σταδιακά με την επώδυνη αλήθεια, την οποία κάποιοι χρησιμοποίησαν ως εφαλτήριο για την αναδιάταξη του πολιτικού σκηνικού και του πολιτικού συστήματος της χώρας. Μάλιστα. Κατελήφθησαν λοιπόν τα χειμερινά ανάκτορα, άλλαξε ο συσχετισμός δυνάμεων και υπάρχει μία άλλη ομάδα που ασκεί την εξουσία.
Η άσκηση της εξουσίας έχει κόστος και το κόστος δε θα το μοιραστούμε για μία ακόμη φορά άνισα και παράλογα, είμαστε έτοιμοι να το μοιραστούμε στη βάση μιας εθνικής και κοινωνικής λογικής, αλλά ο καθένας θα πάει στα κιλά του και θα αναλάβει την ευθύνη του.
* Την εκδήλωση συνδιοργάνωσαν η Κεντρική Ένωση Επιμελητηρίων Ελλάδας (ΚΕΕΕ), ο Σύνδεσμος Επιχειρήσεων και Λιανικής Πωλήσεως Ελλάδος (ΣΕΛΠΕ), ο Σύνδεσμος Διοίκησης Ανθρωπίνου Δυναμικού Ελλάδος (ΣΔΑΔΕ), και η Ένωση για την Προάσπιση των Κοινωνικών Δικαιωμάτων (EPKODI), στο ΕΒΕΑ