Τρίτη 24 Νοεμβρίου 2020
Ομιλία Ευάγγελου Βενιζέλου στο 2ο DigiTalk του ΟΕΕ
Παρατηρήσεις στην παρουσίαση των εκθέσεων που συνέταξαν το NIESR και το CEPS για την Ευρωπαϊκή Επιτροπή με θέμα « The macroeconomic and fiscal path in Greece during the economic adjustment programmes: 2010-2018».
Ευχαριστώ πολύ το Οικονομικό Επιμελητήριο, τον κ Κόλλια, τον πρόεδρό του, και τα δύο Ινστιτούτα, το NIESR και το CEPS, για τις εκθέσεις που μας παρουσίασαν.
I.
Η εκ των υστέρων αξιολόγηση της λεγόμενης πολιτικής των μνημονίων είναι μια διαδικασία επιστημονική, δηλαδή ορθολογική και εργαστηριακή.
Το κλίμα όμως της περιόδου 2010-2015 δεν ήταν βεβαίως ούτε ήρεμο, ούτε ορθολογικό, ούτε εργαστηριακό. Κρινόταν η τύχη της χώρας. Όχι μόνο της ελληνικής οικονομίας, αλλά της δημοκρατίας, της κοινωνικής συνοχής, της εθνικής ισχύος, της εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφάλειας. Το δίλημμα ήταν ανάμεσα σε μια δύσκολη συντεταγμένη πορεία και σε μια ασύντακτη χρεοκοπία όχι μόνο οικονομική αλλά και θεσμική. Το ζήτημα ήταν η θέση της χώρας όχι μόνο στην ΕΕ και την ευρωζώνη αλλά στη Δύση.
Παραλλήλως κρινόταν η δυνατότητα της ΕΕ και ιδίως της Ευρωζώνης να αντιμετωπίζει και να υπερβαίνει κρίσεις, εξαιρετικές καταστάσεις. Η Ένωση έχει κατασκευαστεί για ομαλές και φυσιολογικές συνθήκες «θερμοκρασίας και πιέσεως», και θεωρούσε ότι μπορεί να ζει στον καθαρό και προστατευμένο χώρο του Συμφώνου Σταθερότητας. Βρέθηκε απέναντι σε νέα προβλήματα που ανέδειξαν και τις εσωτερικές ανισότητες τις πολύ μεγάλες και τις εξωτερικές πιέσεις, αρχής γενομένης από τις πιέσεις των αγορών. Η Ευρώπη απάντησε με καθυστέρηση και αμηχανία. Στη συνέχεια αντέδρασε με πιο αποφασιστικό τρόπο. Πάντα όμως συμβατικά. Αυτή η συμβατική αντιμετώπιση άλλαξε τώρα, μόλις πριν λίγες εβδομάδες, λόγω της πανδημίας.
Σπεύδω να πω ότι η συμβολή της ελληνικής εμπειρίας στη σχετικά έγκαιρη και αντισυμβατική αντίδραση της ΕΕ στην οικονομική κρίση λόγω πανδημίας, είναι πολύ μεγάλη. Μόνο που το κόστος αυτής όλης της «επιμόρφωσης» το έχει πληρώσει κυρίως η Ελλάδα. Σας θυμίζω ότι το 2009-2010, δεν είχε αναθεωρηθεί το άρθρο 136 της Συνθήκης για Λειτουργία της ΕΕ, δεν είχε ιδρυθεί ο ESM, δεν είχε εφαρμοστεί ένα γιγαντιαίο QE, ιδίως τώρα με το PEPP, λόγω της πανδημίας. Αργότερα, για πρώτη φορά προβλέφθηκε το λεγόμενο OMT πρόγραμμα. Δεν υπήρχε Ταμείο Ανασυγκρότησης, δεν σκεφτόταν κανείς για κοινό χρέος, όπως τώρα που εκδίδεται κοινό χρέος.
II.
1. Συμφωνώ με την έκθεση ότι πολύ μεγάλη αρνητική επίπτωση είχε στην ύφεση και στην επιδείνωση του λόγου δημοσίου χρέους προς ΑΕΠ η απώλεια εμπιστοσύνης προς την ελληνική οικονομία και η αβεβαιότητα που κυριαρχούσε για το Grexit, για την παραμονή της Ελλάδας στη ζώνη του ευρώ και για την πιθανότητα χρεοκοπίας. Αυτό όμως το κλίμα θα μπορούσε να αλλαχθεί πολύ εύκολα αν ήταν θετική και διευκολυντική εξαρχής η στάση των εταίρων μας. Διευκρινίζω εδώ ότι πολλές φορές η στάση των εταίρων ήταν καλύτερη από τη ρητορική τους. Αλλά τα μηνύματα στην αγορά, και την ελληνική και τη διεθνή, εκπέμπονται από τη ρητορική περισσότερο. Αυτό δεν αφορά μόνο το επίπεδο των πολιτικών δηλώσεων αλλά και των διοικητικών και τεχνοκρατικών πρακτικών: Οι συνεχείς επισκέψεις της τρόικας, το ύφος των επαφών, οι συνεχείς διαρροές στα μέσα ενημέρωσης για προβλήματα και αρρυθμίες, η διαρκής συζήτηση για τη βιωσιμότητα του χρέους και για την ανάγκη δεύτερου και τρίτου προγράμματος, οδηγούσε στις εκθέσεις των οίκων αξιολόγησης. Και βέβαια στην Ελλάδα δεν υπήρχε η «ιδιοκτησία» του προγράμματος, αυτό άργησε πάρα πολύ. Δεν είχε υιοθετηθεί πολιτικά, συναινετικά το πρόγραμμα. Αντιθέτως, τα μνημόνια ήταν το βασικό αντικείμενο της σύγκρουσης μεταξύ των κομμάτων και εντός των κομμάτων. Άρα υπήρχε τεράστιο πολιτικό πρόβλημα, και σας θυμίζω την πρότασή μου την άνοιξη του 2010, να ζητηθεί η υπερψήφιση του πρώτου προγράμματος με αυξημένη πλειοψηφία.
Τα προγράμματα προσαρμογής είχαν εξαρχής, επίσης, παραδειγματικό και διδακτικό χαρακτήρα που αποκτούσε όμως και μια εμφανώς τιμωρητική διάθεση για την Ελλάδα και τους Έλληνες. Για την Ελλάδα που κατάφερε να ενταχθεί στην Ευρωζώνη εξωραΐζοντας τα δημοσιονομικά της στοιχεία, ενώ γνώριζαν όλοι, στις Βρυξέλλες, ότι η Ελλάδα διευκολύνθηκε να ενταχθεί στην Ευρωζώνη, κυρίως για να διευκολυνθεί η ένταξη της Ιταλίας που λόγω μεγέθους ήταν καθοριστική για τη συγκρότηση της νομισματικής ένωσης.
Υπήρχε τιμωρητική διάθεση για την Ελλάδα που έφθασε, λόγω συμμετοχής στην ευρωζώνη, να δανείζεται με επιτόκια συγκρίσιμα με τα γερμανικά και αυτό οδήγησε σε μεγάλο βαθμό, στην τριπλή κρίση, ελλείμματος, ανταγωνιστικότητας και χρέους. Θυμίζω ότι η περιβόητη δήλωση της Ντοβίλ, της κα. Μέρκελ και του κ. Σαρκοζί, έγινε το φθινόπωρο του 2010 όταν είχε ήδη οδηγηθεί σε αδιέξοδο το πρώτο πρόγραμμα. Κάλεσαν τις αγορές να αξιολογούν τα θεμελιώδη οικονομικά στοιχεία κάθε κράτους μέλους χωριστά και να προσδιορίζουν αναλόγως τους όρους πρόσβασης στην αγορά και τους όρους δανεισμού, στην πραγματικότητα το επιτόκιο.
2. Συμφωνώ με τη διαπίστωση της έκθεσης του NIESR ότι δεν έπρεπε να μειωθεί ο προϋπολογισμός δημοσίων επενδύσεων ήδη από την πρώτη φάση της κρίσης, μεταξύ 2009 και 2011. Αυτό δεν έγινε επειδή είχε αδυναμία διαχείρισης η ελληνική πλευρά – τεράστια τα προβλήματα, αλλά το ΕΣΠΑ έτρεχε με ενωσιακούς κανόνες και ενωσιακή εποπτεία. Άρα θα μπορούσε να τρέχει έτσι όλο το πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων ,συμπεριλαμβανομένων των εθνικών πόρων.
Αντιθέτως, έπρεπε να ληφθούν μέτρα διαφύλαξης του ύψους των δημοσίων επενδύσεων. Όμως τα μέτρα αυτά έπρεπε να προβλέπονται με δεσμευτικό τρόπο στα ίδια τα μνημόνια. Δεν αρκούσε μια επισήμανση της τρόικα που ήξερε ότι εντέλει η περικοπή του προϋπολογισμού δημοσίων επενδύσεων ήταν ο εύκολος τρόπος για να επιτευχθεί ο περιορισμός του δημοσιονομικού ελλείμματος και, από ένα σημείο και μετά, για να επιτευχθεί πρωτογενές πλεόνασμα.
3. Συμφωνώ με την έκθεση του NIESR ότι έπρεπε να είναι πολύ πιο γρήγορη, αποφασιστική και σαφής η επέμβαση της ΕΚΤ, με την περιβόητη δήλωση που έκανε ο Μάριο Ντράγκι αργότερα, «do whatever it takes», για την προστασία της ευρωζώνης, της ακεραιότητάς της, τη συμμετοχή όλων των κρατών μελών, την απόκρουση του Grexit. Έπρεπε όμως να περιμένουμε την ανάληψη της προεδρίας της ΕΚΤ από τον κ. Ντράγκι για να συμβεί αυτό μόλις το φθινόπωρο του 2011. Έπρεπε, για την ακρίβεια, να περιμένουμε να ωριμάσει η αντίληψη αυτή στη Γερμανία ώστε να στηριχθεί η πολιτική Ντράγκι. Έχω ζήσει προσωπικά τη μετάβαση από τη μια κατάσταση στην άλλη.
4. Συμφωνώ προφανώς ότι έπρεπε ήδη από το 2010 να είχε διαμορφωθεί μέτωπο ΕΚΤ και Ελλάδας για την αναδιάρθρωση του δημοσίου χρέους. Από το πρώτο πρόγραμμα. Όμως κατά της αναδιάρθρωσης ήταν στην πρώτη φάση όλοι οι κρίσιμοι παράγοντες, συμπεριλαμβανομένου και του ΔΝΤ. Η ιστορική πάντως αλήθεια είναι ότι συμφώνησα με τον Βολφανγκ Σόιμπλε το πλαίσιο της αναδιάρθρωσης του δημοσίου χρέους τέλη Ιουνίου 2011, και αυτό λίγες εβδομάδες αργότερα εξαγγέλθηκε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, στις 21 Ιουλίου 2011, πριν αναλάβει επισήμως τα καθήκοντά του ο κ. Ντράγκι. Στη συνέχεια βεβαίως η ΕΚΤ στήριξε ενεργά την αναδιάρθρωση από την οποία εξαιρέθηκε όμως δικό της χαρτοφυλάκιο.
5. Με προβληματίζει η άποψη ότι μπορεί να μη βοηθούσε στην ανάσχεση της σωρευτικής ύφεσης μια μακρύτερη περίοδος ηπιότερης προσαρμογής, ώστε να επιτευχθούν εντέλει οι δημοσιονομικοί στόχοι.
Η συνολική διάρκεια της περιόδου προσαρμογής ήταν οκτώ περίπου χρόνια με την εφαρμογή τριών προγραμμάτων. Όμως το πρώτο πρόγραμμα είχε προβλεφθεί με διάρκεια ουσιαστικά λιγότερη των δυο ετών, το συνολικό ύψος του δανείου του πρώτου προγράμματος ήταν προφανώς ανεπαρκές, ενώ όχι μόνο δεν προέβλεπε αναδιάρθρωση του δημοσίου χρέους αλλά την εξόρκιζε. Η σύγκριση μεταξύ πρώτου και δεύτερου προγράμματος δείχνει τι απουσίαζε από το πρώτο στον σχεδιασμό του οποίου η Ελλάδα είχε πολύ μικρή έως μηδενική συμμετοχή λόγω της δημοσιονομικής της κατάστασης και της κατεπείγουσας ανάγκης δανεισμού.
Οι θεσμικοί εταίροι της Ελλάδος έχουν εκ των υστέρων παραδεχθεί ότι ήταν εσφαλμένη η θεμελιώδης εκτίμησή τους για τους δημοσιονομικούς πολλαπλασιαστές. Είχε όμως φανεί ήδη από την ατελή εφαρμογή του πρώτου προγράμματος η τελείως διαφορετική λειτουργία των δημοσιονομικών πολλαπλασιαστών στην πράξη. Είχε φανεί ότι η λήψη μιας μονάδας δημοσιονομικών μέτρων μπορεί να οδηγεί όχι σε μισή μονάδα αλλά σε σχεδόν δυο μονάδες ύφεσης και ανάλογη δυσμενή επιρροή στην ανεργία.
Αυτή ήταν η βάση της περιβόητης σύγκρουσής μου με την τρόικα την 1η Σεπτεμβρίου 2011 όταν αυτή επέμενε στη λήψη πρόσθετων δημοσιονομικών μέτρων μέσα στο πλαίσιο του προφανώς ανεπαρκούς πρώτου προγράμματος, ενώ είχε ήδη συμφωνηθεί πολιτικά στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και στο Eurogroup το πλαίσιο του δεύτερου προγράμματος.
Η χρονικά συμπυκνωμένη προσαρμογή έχει επιπλέον το στρατηγικό μειονέκτημα ότι καλείται το πολιτικό σύστημα να εφαρμόσει και η κοινωνία να αποδεχθεί και να στηρίξει τις αναγκαίες διαρθρωτικές αλλαγές που ενισχύουν την ανταγωνιστικότητα, ενώ εφαρμόζονται παραλλήλως σκληρά δημοσιονομικά μέτρα, περικοπές μισθών και συντάξεων και αυξήσεις στη φορολογία. Μια κοινωνία που νιώθει ότι υφίσταται δημοσιονομική επίθεση, κουρασμένη και φοβισμένη, δεν έχει διάθεση να στηρίξει διαρθρωτικές αλλαγές.
Σε πολιτικό δε επίπεδο μια λαϊκίστικη αντιπολίτευση που έχει ως μοναδικό στόχο να κεφαλαιοποιήσει πολιτικά την κοινωνική δυσαρέσκεια, δεν συμφωνεί με καμία διαρθρωτική αλλαγή και δεν συμπράττει στη δημιουργία κλίματος εθνικής και πολιτικής συναίνεσης.
6. Χαίρομαι γιατί αναδεικνύονται από τις εκθέσεις οι διαρθρωτικές αλλαγές κυρίως στην αγορά αγαθών και υπηρεσιών. Όλοι ήθελαν ένα ισορροπημένο μείγμα μέτρων με μείωση των καταναλωτικών δαπανών του δημοσίου αλλά όχι των δημοσίων επενδύσεων, με αύξηση των φορολογικών εσόδων όχι λόγω αύξησης της φορολογίας αλλά λόγω διεύρυνσης της φορολογικής βάσης. Τη συνολική ισορροπία μέτρων της περιόδου 2010-2019 την επηρεάζει άλλωστε καταλυτικά η επιλογή της εξόδου από το τρίτο μνημόνιο μέσω της πολιτικής των υπερπλεονασμάτων την περίοδο 2017-2019.
Υπήρχαν βεβαίως οι πολιτικές και κοινωνικές δυσκολίες που ήδη ανέφερα. Την περίοδο της δημοσιονομικής προσαρμογής έγιναν παρόλα αυτά όλες οι διαρθρωτικές αλλαγές που αναφέρθηκαν.
7. Προφανώς συμφωνώ με την έκθεση του CEPS ότι στην αναδιάρθρωση του ελληνικού δημοσίου χρέους του 2012, σημαντικότερη είναι η εμπλοκή του επίσημου τομέα, το Official Sector Involvement ( OSI ) που αναπτύσσει διαρκή δυναμική, μέχρι τώρα και στο μέλλον. Στο OSI βασίστηκαν οι παρεμβάσεις στο χρέος που οι θεσμικοί μας εταίροι συνέδεσαν με το τρίτο πρόγραμμα, αλλά αυτά είχαν συμφωνηθεί από το δεύτερο. Στο OSI θα βασιστούν και οι επόμενες παρεμβάσεις για τη διασφάλιση της μακροπρόθεσμης βιωσιμότητας του χρέους. Ούτως ή άλλως το πιο κρίσιμο στοιχείο της αναδιάρθρωσης του 2012 ήταν η δραστική ( κατά 60 % ) μείωση του ετήσιου κόστους εξυπηρέτησης και η μείωση των ακαθάριστων χρηματοδοτικών αναγκών της χώρας. Αυτό προσδίδει βιωσιμότητα. Με τον τρόπο αυτό σχεδιάστηκε εξαρχής η αναδιάρθρωση του 2012. Όμως για να επιτευχθεί το OSI, έπρεπε να συντελεσθεί το PSI και να συγκεντρωθεί το συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος του ελληνικού δημοσίου χρέους στα χέρια των θεσμικών εταίρων. Να καταστεί δηλαδή υβριδικό. Και να επιτευχθεί δραστική μείωση του χρέους σε παρούσα αξία μέσω των παρεμβάσεων του ESM.
III.
1. Το θεμελιώδες πρόβλημα των προγραμμάτων προσαρμογής δεν ήταν οικονομικό. Ήταν πρόβλημα βαθύτατα πολιτικό, αφενός μεν στην ΕΕ και ειδικότερα στην Ευρωζώνη, αφετέρου δε στην Ελλάδα. Το πολιτικό πρόβλημα στη μια πλευρά τροφοδοτούσε άλλωστε το πολιτικό πρόβλημα στην άλλη πλευρά και το αντίστροφο. Προφανώς οι αντιλήψεις και οι νοοτροπίες στο στελεχικό δυναμικό της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και της ΕΚΤ, όπως και στο επιτελείο του ΔΝΤ, διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ορθά έλαβε την πρωτοβουλία να ερευνήσει τη θεσμική υπόσταση και την πρακτική της τρόικα. Όμως οι σημαντικές αποφάσεις ήταν όλες πολιτικές. Ελήφθησαν διακυβερνητικά. Ο ρόλος της γερμανικής κυβέρνησης ήταν καθοριστικός. Δεν υπήρχαν ισχυρά και αποτελεσματικά αντίβαρα στη γερμανική αντίληψη. Αλλά δεν μπορούμε να υποβαθμίσουμε τους εσωτερικούς πολιτικούς καταναγκασμούς πολλών άλλων κυβερνήσεων που, αν μη τι άλλο, συνέβαλαν στο να μη λαμβάνονται ή να λαμβάνονται με καθυστέρηση κρίσιμες αποφάσεις και το περιεχόμενό τους να χρειάζεται πάντα συμπλήρωση.
Βεβαίως η αλληλεγγύη είναι τεράστια. Το μέγεθος της βοήθειας, πρωτοφανές. Και η Ελλάδα έμεινε στην ευρωζώνη, έμεινε στην ΕΕ, με ένα δημόσιο χρέος υβριδικό και βιώσιμο.
Ο εντοπισμός των πολιτικών ευθυνών της πλευράς των θεσμικών μας εταίρων, δεν μειώνει καθόλου τις πολιτικές και ιστορικές ευθύνες της ελληνικής πλευράς, εννοώ εδώ μετά την έκρηξη της κρίσης. Ο ίδιος ο ελληνικός λαός έκανε τις επιλογές του, επηρεαζόμενος από λαϊκίστικες και ανεύθυνες επαγγελίες, γνώριζε όμως κατά βάθος τον κίνδυνο και το κόστος. Ψήφισε με ένα συγκεκριμένο τρόπο και στις βουλευτικές εκλογές του Ιανουαρίου 2015, και στο δημοψήφισμα του Ιουλίου 2015 και στις βουλευτικές εκλογές του Σεπτεμβρίου 2015.. Μια διαφορετική πολιτική και κοινωνική στάση στην Ελλάδα θα οδηγούσε πιθανότατα σε αλλά δημοσιονομικά και μακροοικονομικά αποτελέσματα.
2. Τώρα που ζούμε τη νέα κρίση, βεβαίως ζούμε υπό συνθήκες εξαίρεσης από το Σύμφωνο Σταθερότητας. Επιτρέπονται οι κρατικές ενισχύσεις, έχουμε το κολοσσιαίο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης, με πρόσβαση της Ελλάδα, και έχουμε και το Ταμείο Ανασυγκρότησης.
Όταν θα σταματήσουν αυτά δεν θα γυρίσουμε στο παλιό Σύμφωνο Σταθερότητας, αλλά πιστεύω σε ένα πιο ευέλικτο και έξυπνο. Όμως θα υπάρχουν και πάλι πολύ μεγάλες ανισότητες. Για αυτό θα πρέπει να προετοιμαζόμαστε από τώρα, παράλληλα με τη διάσωση της οικονομίας, και για την αναδιάρθρωσή της γιατί θα έχουμε δύσκολη επόμενη ημέρα.
Σας ευχαριστώ πολύ
2η Παρέμβαση
Ευ. Βενιζέλος: Θα στραφώ τώρα στο παρόν και το μέλλον. Θα κάνω μια τελική παρατήρηση στην οποία θα μπορούσα να δώσω τον τίτλο, «από κρίση σε κρίση». Τελείωσε, ας πούμε, ο κύκλος της οικονομικής, χρηματοπιστωτικής και δημοσιονομικής κρίσης της περιόδου 2008 -2018 Αλλά τώρα έχει ανοίξει ο κύκλος της οικονομικής κρίσης λόγω πανδημίας.
Βλέπουμε πόσο διαφορετικές είναι τώρα οι συμπεριφορές, γιατί τώρα δεν μπορεί να καταλογίσει κανείς ηθική ευθύνη σε κανένα κράτος, δεν υπάρχει moral hazard. Είναι η κρίση συμμετρική, είναι η κρίση εξωγενής, υπάρχει ένα κολοσσιαίο externality στη διεθνή οικονομία και στην ευρωπαϊκή οικονομία.
Τώρα ισχύει η γενική ρήτρα διαφυγής από το Σύμφωνο Σταθερότητας. Τώρα έχουμε συμφωνήσει στην έκδοση ευρωομολόγων. Κάτι το οποίο ήταν αδιανόητο και καταγγελλότανε, με στόμφο. Το Ταμείο Νέας Γενιάς θα βασιστεί εν μέρει στην έκδοση κοινού χρέους, εάν ξεπεράσουμε τα εμπόδια με την Ουγγαρία και την Πολωνία, που έχουν τα δικά τους ζητήματα με το κράτος δικαίου και ορθώς η ΕΕ επιμένει να ισχύουν τα κριτήρια του κράτους δικαίου.
Έχουμε το κολοσσιαίο πρόγραμμα του «πανδημικού» QE, του PEPP που είναι και μία απάντηση στην επίθεση που έκανε στην ΕΚΤ και στο Δικαστήριο της ΕΕ το Γερμανικό Ομοσπονδιακό Συνταγματικό Δικαστήριο, με την απόφασή του για τον έλεγχο της υπέρβασης της κοινοτικής αρμοδιότητας, για τον έλεγχο ultra vires, όπως λέγεται, που αφορούσε το PSPP, δηλαδή το μεγάλο, προ πανδημίας πρόγραμμα ποσοτικής διευκόλυνσης της ΕΚΤ από το οποίο αποκλειότανε η Ελλάδα. Αλλά η απάντηση είναι το PEPP στο οποίο μετέχουν όλες οι χώρες μέλη και το οποίο βεβαίως δεν έχει όριο, δεν έχει. Βλέπουμε πόσο ευκολότερα προσχωρούν όλοι σε μία λογική ουσιαστικά νομισματικής χρηματοδότησης.
Πιστεύω ότι θα αλλάξουν οι συμβάσεις, οι βασικές παραδοχές που διέπουν την παγκόσμια οικονομία. Και πρέπει η ευρωζώνη να έχει την θέση, το positioning που απαιτείται στην εποχή μετά την πανδημία. Η Ελλάδα όμως θα βρεθεί αντιμέτωπη με τις νέες ανισότητες.
Καταρχάς, τις ανισότητες τις δημοσιονομικές. Γιατί η Γερμανία δίνει τώρα περίπου το 25% του ΑΕΠ της για να ενισχύσει τις γερμανικές επιχειρήσεις, ενώ η Ελλάδα βεβαίως δίνει κρατικές ενισχύσεις στο μέτρο του δυνατού. Πολύ λιγότερες. Θα φτάσουμε συνολικά τα 30 δισ. για το σύνολο των μέτρων στήριξης των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών , ενώ μιλάμε για ενισχύσεις γερμανικές που ,αν μετρώ σωστά, φτάνουν το 1 τρισ. Οι μισές κρατικές ενισχύσεις που δίδονται στην ΕΕ είναι γερμανικές.
Όταν θα βγούμε από την κρίση, θα υπάρχει άλλο επίπεδο ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων και θα δούμε αν θα εμφανιστεί τότε η νέα Ντοβίλ. Γιατί τώρα όλοι δανείζονται με αρνητικά επιτόκια. Τότε μπορεί να πει κάποιος πάλι, «προσέξτε, πρέπει να δείτε τα fundamentals της οικονομικής κατάστασης κάθε χώρας και να αντιδράσετε αναλόγως ως αγορές». Άρα πρέπει να είμαστε προετοιμασμένοι για αυτό.
Χρειάζεται να κινούμαστε και στο επίπεδο της διάσωσης, με τα μέτρα αυτά τα οποία λαμβάνονται, ενισχύσεις, επιχορηγήσεις- όλο το πακέτο, αλλά και στο επίπεδο της αναδιάρθρωσης. Των μεταρρυθμίσεων. Διότι αν τώρα δεν κάνουμε τις μεταρρυθμίσεις, όταν θα τελειώσει αυτή η φάση, που υπολογίζω ότι θα κρατήσει περίπου δυο χρόνια ακόμη, θα βρεθούμε αντιμέτωποι με αυτά τα νέα προβλήματα για τα οποία πρέπει να είμαστε προετοιμασμένοι.-
* Για το video ολόκληρης της εκδήλωσης, δείτε εδώ: https://www.facebook.com/oikoneegr/videos/846922592725020
24.11.2020, Ομιλία Ευάγγελου Βενιζέλου στο 2ο DigiTalk του ΟΕΕ from Evangelos Venizelos on Vimeo.