Αθήνα, 5 Ιουνίου 2012
Ομιλία Ευ. Βενιζέλου, Προέδρου του ΠΑΣΟΚ,
σε εκδήλωση – συζήτηση με νέους επιστήμονες
Φίλες και φίλοι, χαίρομαι ιδιαίτερα γιατί βρίσκομαι σήμερα εδώ σε μια εκδήλωση οργανωμένη από τους νέους επιστήμονες του Κινήματος. Δεν απέβαλα ποτέ την πανεπιστημιακή ιδιότητα και χαίρομαι γιατί βρίσκομαι κοντά σε ανθρώπους που σχετικά πρόσφατα τελείωσαν τις πανεπιστημιακές τους σπουδές και αρχίζουν τώρα την επιστημονική και επαγγελματική τους διαδρομή.
Η χώρα βαδίζει στις εκλογές της 17ης Ιουνίου χάνοντας απελπιστικά πολύ χρόνο. Στις 6 Μαΐου ο ελληνικός λαός, όπως ξέρουμε πάρα πολύ καλά, μας έστειλε ένα σκληρό, πολύ σκληρό μήνυμα εμάς στο ΠΑΣΟΚ. Mείωσε δραματικά τη δύναμή μας. Kαι θέλω να πω σε όλους τους Έλληνες πολίτες αδιακρίτως -ξεχωριστά όμως, απευθύνομαι σ’ αυτούς που κάποτε εμπιστεύτηκαν το ΠΑΣΟΚ, αλλά στη συνέχεια απογοητεύτηκαν ή πικράθηκαν- πως καταλάβαμε πάρα πολύ καλά το μήνυμα που μας έστειλαν στις 6 Μαΐου.
Αντιδράσαμε ακαριαία, αγωνιστήκαμε να σχηματιστεί μία Κυβέρνηση ικανή να διαχειριστεί την κρίση, να ενώσει την κοινωνία, να εκφράσει το εθνικό συμφέρον, να λάβει αποφάσεις οι οποίες εξασφαλίζουν, αλλά και ανακουφίζουν τον ελληνικό λαό.
Δεν καταφέραμε αυτό που θέλαμε, γιατί είχαμε απέναντί μας πολλούς αντιπάλους. Άλλοι εξ αρχής είχαν προσανατολιστεί στην επανάληψη των εκλογών. Άλλοι τρόμαξαν μπροστά στην ιδέα ότι πρέπει να μετατρέψουν σε πράξη τις προεκλογικές εξαγγελίες, εύκολες, ανεύθυνες και δημαγωγικές. Άλλοι ενώ είχαν την ευκαιρία να παίξουν ένα πάρα πολύ σημαντικό ρόλο και να προσδώσουν προοδευτικό πρόσημο σε μια κυβέρνηση συνεργασίας φοβήθηκαν μπροστά στο βάρος της ιστορικής ευκαιρίας και της ιστορικής ευθύνης.
Η χώρα, λοιπόν, ακολουθεί αυτή την πορεία πολιτικής αβεβαιότητας, στέλνει και εσωτερικά στην ελληνική κοινωνία, αλλά και διεθνώς στην παγκόσμια κοινή γνώμη μηνύματα αστάθειας που πλήττουν το συμφέρον της οικονομίας. Τελικά πλήττουν τους πιο αδύναμους, τους πιο φτωχούς, τους άνεργους, αυτούς οι οποίοι βρίσκονται αυτή τη στιγμή πριν από την τελική επαφή τους με την καταστροφή.
Ενώ η χώρα πορεύεται ακυβέρνητη, η οικονομία σε πολύ μεγάλο βαθμό αυτοακυρώνεται. Βλέπουμε συνεχώς να δημιουργούνται προβλήματα. Ζήσαμε τις τελευταίες μέρες το τραγικό πρόβλημα στο χώρο της υγείας. Ζήσαμε μια απαράδεκτη, μια αδιανόητη προσπάθεια πολιτικής εκμετάλλευσης του πόνου των ανθρώπων. Και μάλιστα ποιών; Των καρκινοπαθών, από ένα πολιτικό κόμμα, από το ΣΥΡΙΖΑ που ποτέ δεν στήριξε τις αλλαγές στο χώρο της υγείας. Αντιθέτως, προσπάθησε με κάθε τρόπο κοινοβουλευτικά και συντεχνιακά να υπονομεύσει μια μεγάλη αλλαγή που είναι η συγκρότηση του ενιαίου φορέα της πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας, του ΕΟΠΥΥ.
Ένας φορέας που ξεκινάει με προβλήματα. Αλλά κάθε φορά που έχουμε μεγάλες τομές στην υγεία συσπειρώνονται συμφέροντα που θίγονται, αντιδρούν, συλλαμβάνουν ομήρους τους πολίτες, τους ταλαιπωρούν. Μετά αποκαθίσταται ο φυσιολογικός ρυθμός όπως έγινε στις αρχές της δεκαετίας του ’80 και με το Εθνικό Σύστημα Υγείας.
Δεν είναι όμως μόνο τα προβλήματα αυτά στα οποία βλέπουμε πόση μεγάλη σημασία έχει η φυσιολογική εφαρμογή των θετικών όψεων της δανειακής σύμβασης, η κανονική ροή των δόσεων, η εκταμίευση του δανείου. Γιατί είναι άλλο να ζητάς αναθεώρηση των δυσμενών όρων και άλλο να διασφαλίζεις το κεκτημένο, να διασφαλίζεις τις ταμειακές ανάγκες του δημοσίου, να διασφαλίζεις τις ανάγκες των πολιτών και μάλιστα των πιο ευάλωτων πολιτών με την Ελλάδα με ασφάλεια μέσα στην Ευρώπη.
Μήπως δεν βλέπουμε την τελευταία περίοδο να καταστρέφεται μια ολόκληρη τουριστική χρονιά, να πλήττεται η μεγαλύτερη βιομηχανία της χώρας; Δηλαδή στην πραγματικότητα να κινδυνεύουμε να βαθαίνουμε την ύφεση και να αυξάνουμε την ανεργία, ενώ το μεγάλο μας πρόβλημα είναι να σπάσουμε το φαύλο κύκλο της ύφεσης και της ανεργίας.
ο ενεργειακό σύστημα της χώρας μέσω της ΔΕΗ έχει μπει σε μία επικίνδυνη χρηματοοικονομική περιδίνηση. Έχουμε δυστυχώς άπειρα παραδείγματα που δείχνουν πόση μεγάλη σημασία έχει ο τόπος να κυβερνηθεί. Και να κυβερνηθεί προς μία καθαρή κατεύθυνση εφαρμόζοντας δηλαδή μία εθνική στρατηγική, ένα εθνικό σχέδιο ανασυγκρότησης.
Κοινός παρονομαστής όλων αυτών των φαινομένων είναι η ανάγκη να συνειδητοποιήσουμε την αλήθεια. Να πούμε και να συνειδητοποιήσουμε την αλήθεια. Δυστυχώς δημιουργείται και πάλι ένα σκηνικό τεχνητής πόλωσης, εμφανίζεται η εικόνα ενός δήθεν δικομματισμού. Μόνο που αυτό αντιβαίνει στα νέα εκλογικά μεγέθη των κομμάτων. Αντιβαίνει σε μια απλή αριθμητική και πολιτική αλήθεια των εκλογών στις 18 Ιουνίου αποκλείεται φυσικά να σχηματιστεί αυτοδύναμη Κυβέρνηση.
Απαιτούνται συνεργασίες. Απαιτείται στην πραγματικότητα μία διακυβέρνηση εθνικής συνευθύνης. Όταν δημιουργείται όπως ένα τέτοιο πλαστό δίπολο που δεν υπάρχει, αντιλαμβάνεστε ότι κινδυνεύουμε να οδηγηθούμε σε ένα ανυπέρβλητο αδιέξοδο. Σε καταστάσεις που δεν έχουν την αναγκαία κοινωνική πολιτική ισορροπία και προοπτική.
Γι’ αυτό επιμένω, πως υπάρχει μία επείγουσα εθνική ανάγκη, να σπάσει αυτή η εντύπωση του δήθεν δικομματισμού. Και αυτό μπορεί να γίνει μόνο μέσα από ένα ισχυρό ΠΑΣΟΚ, ενισχυμένο εκλογικά και κοινοβουλευτικά.
Γιατί; Όχι γιατί το ΠΑΣΟΚ θέλει να βρεθεί και πάλι στους υπουργικούς θώκους και να αναλάβει και πάλι τον κίνδυνο της φθοράς καταβάλλοντας τεράστιο, δυσανάλογα μεγάλο κόστος, γιατί διαχειρίστηκε την κρίση χωρίς να μοιράσει τις ευθύνες αναλογικά και δίκαια στις πολιτικές δυνάμεις. Όχι.
Το θέμα μας είναι τελείως διαφορετικό. Βλέπουμε ότι εμείς διατυπώνουμε με πολύ σαφή και καθαρό τρόπο την μόνη εθνική στρατηγική. Και εμείς, λόγω της θέσης που κατέχουμε στο πολιτικό φάσμα, καθώς βρισκόμαστε στο μέσο του πολιτικού φάσματος, μπορούμε να επιβάλουμε και να εγγυηθούμε και το εύρος της συνεργασίας που απαιτείται για λόγους εθνικούς. Και την προοδευτική κατεύθυνση, το προοδευτικό, το κεντροαριστερό πρόσωπο και πρόσημο αυτής της συνεργασίας. Αλλά κεντροαριστερό, όχι δημαγωγικό, όχι ανεύθυνο, όχι λαϊκιστικό.
Και βεβαίως, εμείς μπορούμε να επιβάλουμε ως κοινό παρονομαστή την εθνική στρατηγική που προτείνουμε. Τη στρατηγική της αναθεώρησης των όρων της δανειακής σύμβασης, ενώ εφαρμόζονται οι θετικές όψεις με την Ελλάδα να βρίσκεται σταθερά μέσα στην Ευρώπη και μέσα στο ευρώ.
Δεν λέμε κάποια σοφία. Δεν ανακαλύπτουμε την Αμερική. Στην πραγματικότητα εκφράζουμε αυτό που θέλει η συντριπτική πλειοψηφία του ελληνικού λαού. Ο ελληνικός λαός μας είπε, με πολλούς τρόπους, όχι με πάρα πολύ μεγάλη σαφήνεια -αλλά πάντως το είπε χωρίς καμιά αμφιβολία στις εκλογές, μας το λέει σε πλήθος ερευνώ- πως θέλει βεβαίως την Ελλάδα πάντα σταθερά μέσα στο ευρώ.
Ελάχιστοι είναι αυτοί που είναι έτοιμοι στην Ελλάδα να αμφισβητήσουν την ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας. Και πολύ περισσότερο ελάχιστοι είναι αυτοί που θέλουν πραγματικά να φλερτάρουν με την επικίνδυνη ιδέα μιας εξόδου της χώρας από το ευρώ.
Μας λέει επίσης ο ελληνικός λαός, ότι βεβαίως θέλει να διατηρήσει τα κεκτημένα, τις μεγάλες θυσίες που έκανε, αυτά που πέτυχε. Αυτά που πετύχαμε ως τώρα και αυτά είναι πολλά. Όταν αναφέρομαι στις θετικές όψεις της δανειακής σύμβασης πρέπει να πω -πολύ συνοπτικά- ποιες είναι αυτές για να γίνει κοινό κτήμα αυτή η έννοια των θετικών όψεων της δανειακής σύμβασης.
Χωρίς την προσπάθειά μας, χωρίς το πρόγραμμα στήριξης, χωρίς τη δανειακή σύμβαση δεν θα είχαμε απαλλαγεί από ένα τεράστιο μέρος του δημοσίου χρέους. Από 106 δισεκατομμύρια χρέους, από 50 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ. Δεν θα είχαμε κάνει τη μεγαλύτερη στα παγκόσμια χρονικά μείωση και αναδιάρθρωση χρέους.
Αυτό σημαίνει ότι φεύγει ένα τεράστιο βάρος από τους ώμους του Έθνους, από τους ώμους των νέων παιδιών, των επιστημόνων, των νέων επαγγελματιών, των φοιτητών. Αυτών που εργάζονται τώρα για πρώτη φορά στη ζωή τους, αυτών που είναι άνεργοι και περιμένουν να μπουν στην αγορά εργασίας. Αλλά και των νεότερων γενιών και αυτών που ακόμη δεν έχουν γεννηθεί και στην πραγματικότητα είναι το μέλλον τους Έθνους.
Δεν το πετύχαμε τυχαία αυτό. Αυτό σημαίνει πολλά πράγματα. Σημαίνει μικρότερα επιτόκια, σημαίνει κάθε χρόνο 7,2 δισεκατομμύρια λιγότερους τόκους. Δηλαδή λιγότερη φορολογική επιβάρυνση στον ελληνικό λαό. Μια τεράστια ανάσα για την ανάπτυξη, για τη μείωση των ελλειμμάτων, για την οριστική υπέρβαση της κρίσης. Σημαίνει ότι η Ελλάδα έρχεται πιο κοντά στην αποκατάσταση της ανεξαρτησίας της, της αυτοδυναμίας της, της θεσμικής της ισοτιμίας μέσα στην Ευρώπη. Μέσα σε μια Ευρώπη που εμείς την ζήσαμε απόλυτα συντηρητική, άκαμπτη, αυστηρή, νεοφιλελεύθερη. Έναν δύσκολο διαπραγματευτή που έχει την δική του σκληρή αντίληψη για το μοντέλο ανάπτυξης, για τη δημοσιονομική πειθαρχία, για το πώς μια χώρα μπορεί να κερδίσει την ανταγωνιστικότητά της με μείωση του κόστους εργασίας.
Αυτή είναι η αντίληψη που κυριαρχεί. Δεν είναι η δική μας αντίληψη. Δεν είναι μια ευρωπαϊκή σοσιαλιστική αντίληψη. Αλλά με αυτή την αντίληψη, που είναι η αντίληψη των ομογάλακτων αδελφών της Νέας Δημοκρατίας και του κ. Σαμαρά, έπρεπε να διαπραγματευθούμε. Έπρεπε να αντιπαλέψουμε.
Θετική όψη της δανειακής σύμβασης είναι να έχεις πάρει 150 δισεκατομμύρια από τα 240 της συνολικής στήριξης, από τα οποία τα 75 τους τελευταίους δύο μήνες, όταν οι άλλοι φλερτάρουν διαρκώς με την ιδέα της μονομερούς καταγγελίας. Όταν παίζουν το επικίνδυνο παιχνίδι με την φωτιά της ανατροπής της ευρωπαϊκής πορείας της χώρας. Όταν διαπραγματευόμασταν -και διαπραγματευόμασταν σκληρά- όταν η Τρόικα έφυγε στα τέλη Αυγούστου του 2011 από το γραφείο μου στο Υπουργείο Οικονομικών απειλώντας να μην επανέλθει. Όταν τα «σπάσαμε» για να μπούμε σε μια άλλη πολύ πιο δημιουργική φάση της διαπραγμάτευσης και να πάρουμε αυτά που πήραμε με την νέα σύμβαση, είχαν εκταμιευθεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση μόλις 50 δισεκατομμύρια.
Έχει πολύ μεγάλη σημασία να μιλάμε για τα ποσά αυτά. Γιατί ένα μεγάλο μέρος των ποσών αυτών, 25 δισεκατομμύρια προς το παρόν και άλλα τόσα σε λίγο έρχονται για να στηρίξουν, όχι τις τράπεζες και τους τραπεζίτες, αλλά τις καταθέσεις δηλαδή τον ιδρώτα και την αποταμίευση και την ελπίδα του ελληνικού λαού. Για να μπορεί ο πολίτης να πηγαίνει στον γκισέ των τραπεζών και να βρίσκει την κατάθεσή του. Να μπορεί να βρει τα λεφτά του. Έχει πολύ μεγάλη σημασία αυτό. Και επίσης ένα πολύ μεγάλο τμήμα της δανειακής σύμβασης συνδέεται με την προοπτική της ανάπτυξης. Με την ρευστότητα που θα πέσει στην αγορά, με την απεμπλοκή των μεγάλων έργων, δηλαδή ουσιαστικά με τους μοχλούς που έχουμε στα χέρια μας να μειώσουμε την ανεργία, να σπάσουμε τον φαύλο κύκλο της ύφεσης, να δώσουμε προοπτική στους νέους ανθρώπους.
Αυτές είναι οι θετικές όψεις της δανειακής σύμβασης. Και ελπίζω και εύχομαι κανείς να μην τις αμφισβητήσει. Ελπίζω και εύχομαι κανείς να μην θελήσει να ανατρέψει αυτό που πέτυχε ο ελληνικός λαός με τον κόπο του και τις θυσίες του.
Τι πέτυχε; Πέτυχε να πάρουμε ένα πρωτογενές έλλειμμα, το έλλειμμα της χρονιάς χωρίς τους τόκους για το χρέος, το 2009 στα 24 δις και να είμαστε τώρα κοντά σε ένα πρωτογενές έλλειμμα φέτος μόλις 2 δισεκατομμυρίων. Να έχουμε δηλαδή μια προοπτική εξόδου σε πρωτογενή πλεονάσματα. Να μπορούμε να είμαστε βιώσιμοι ως χώρα. Να μπορούμε να ξαναγίνουμε ισότιμοι καθισμένοι στο τραπέζι της Ευρωζώνης και της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Αυτό είναι που πρέπει να κατοχυρώσουμε. Αυτή είναι η δική μας απάντηση απέναντι στον τυχοδιωκτισμό, ή την δεξιά παροχολογία, η οποία δεν έχει συνείδηση της ιστορικής της ιστορικής της ευθύνης. Και η γνωστή ένσταση. Μήπως τα θυμηθήκαμε τώρα αυτά; Μήπως αυτό είναι μια αλλαγή πλεύσης μετά την ήττα της 6ης Μαΐου;
Θέλω να πω με πολύ καθαρό και σαφή τρόπο -και το λέω για πολλοστή φορά- πως αυτά που λέω σήμερα τα έχω πει πριν τις εκλογές της 6ης Μαΐου. Τα έχω πει μόλις ανέλαβα τα καθήκοντα του Προέδρου του ΠΑΣΟΚ. Τα έλεγα πάντα. Και στην πραγματικότητα, η στρατηγική μας για παράταση του χρόνου δημοσιονομικής προσαρμογής με τα έξι σημεία που έχω παρουσιάσει, δεν είναι τίποτα άλλο, από την αποκάλυψη, την δημοσιοποίηση των σημείων στα οποία δώσαμε την μάχη τους μήνες της σκληρής διαπραγμάτευσης. Με τους άλλους στους δρόμους να υπονομεύουν το εθνικό μέτωπο, ή με την Νέα Δημοκρατία να πιέζει για εκλογές. Να δημιουργεί μια κατάσταση αβεβαιότητας. Να οδηγεί την χώρα σε μια πολύμηνη προεκλογική εκστρατεία από τον Νοέμβριο του 2011 και να μειώνει την αξιοπιστία της χώρας.
Να κάνει τους άλλους τους συνομιλητές μας πιο απαιτητικούς, πιο πιεστικούς, ακριβώς γιατί δεν ήξεραν εάν θα έχουν απέναντί τους μια κυβέρνηση σταθερή και υπεύθυνη την επομένη των εκλογών.
Και ειλικρινά νιώθω ντροπή, εθνική ντροπή όταν ακούω να μιλάνε για τα κόμματα, ή για τα πρόσωπα που ανέλαβαν δεσμεύσεις απέναντι στην Τρόικα. Η Τρόικα είναι οι θεσμικοί μας εταίροι, είναι η Ευρωζώνη, είναι τα κράτη – μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, είναι οι θεσμοί της Ευρωπαϊκής Ένωσης, είναι αυτοί για τους οποίους αγωνιστήκαμε. Γιατί αγωνιστήκαμε να μπούμε και να μείνουμε στην ευρωπαϊκή οικογένεια; Για λόγους προστασίας του εθνικού συμφέροντος και της εθνικής ανεξαρτησίας. Γιατί αυτό είναι το μόνο γήπεδο που δίνει προοπτική και ασφάλεια. Γιατί η Ελλάδα εκτός Ευρώπης θα είναι αποδυναμωμένη όχι μόνο νομισματικά, οικονομικά και κοινωνικά, αλλά και εθνικά.
Είναι όμως τόσο ρηχή και τόσο κοντή η ιστορική μνήμη κάποιων στον τόπο αυτό. Μας πίεζαν ζητώντας υπογραφές όλων των πολιτικών κομμάτων. Και θα ήθελα να δω πραγματικά το πρόσωπο των επικεφαλής των κομμάτων που τώρα εξυπναδίζουν, κάνοντας για πολλοστή φορά τον «τσάμπα μάγκα» σε σχέση με τις υπογραφές και τις δεσμεύσεις. Τι θα είχαν κάνει εάν τους έλεγε η Ευρωπαϊκή Ένωση, όπως ήθελε να τους πει, αλλά εμείς το αποτρέψαμε, ότι η δική τους υπογραφή είναι αναγκαία για την καταβολή της 5ης δόσης ή για την καταβολή της 6ηςδόσης; Η για την υπογραφή της νέας δανειακής σύμβασης για να μειωθεί το χρέος, για να στηριχθούν οι καταθέσεις του ελληνικού λαού, για να έχουν διαθέσιμα κονδύλια για την ανάπτυξη, για την καταπολέμηση της ανεργίας, για την προοπτική αυτών των νέων ανθρώπων.
Αυτό όμως δεν το σκέφτεται και δεν το λέει κανείς. Άρα λοιπόν οι επόμενες μέρες, οι επόμενες δυο εβδομάδες, λιγότερο από δυο εβδομάδες είναι εξαιρετικά κρίσιμες. Γιατί πρέπει ν’ αγωνιστούμε να πείσουμε τον ελληνικό λαό, να πείσουμε κυρίως τους δικούς μας ανθρώπους, γιατί αυτό είναι το προνομιακό μας γήπεδο, αυτό που έχει την πρώτη προτεραιότητα για μας, ότι εδώ κρίνονται πολλά. Κρίνεται η μοίρα και η φυσιογνωμία του τόπου. Και το ΠΑΣΟΚ έχει μια μεγάλη φιλοδοξία, μπορώ να πω ότι είναι η μόνη φιλοδοξία του.
Να είναι αυτός ο παράγοντας που θα μπορέσει να διασφαλίσει και την φυσιογνωμία της νέας κυβέρνησης, αλλά κυρίως την πολιτική κατεύθυνση της νέας κυβέρνησης. Είναι πολύ εύκολο για μας να αφήσουμε τον εαυτό μας έξω από την φθορά. Γιατί έχουμε και το μεγάλο ιστορικό καθήκον της ανασύστασης και της αναγέννησης της δημοκρατικής προοδευτικής παράταξης, αρχίζοντας στην πραγματικότητα εκ του μηδενός. Διαμορφώνοντας το ΠΑΣΟΚ που θα ήθελε σήμερα ο Ανδρέας Παπανδρέου, το ΠΑΣΟΚ του 2020 της πραγματικά σύγχρονης εποχής. Το ουσιαστικά ριζοσπαστικό πατριωτικό και λαϊκό ΠΑΣΟΚ.
Ένα ΠΑΣΟΚ που είναι ο πραγματικός εκφραστής της ευρωπαϊκής σοσιαλιστικής αριστεράς. Όμως οι παρατάξεις, τα κόμματα, όλοι μας, υπάρχουμε χάριν του εθνικού συμφέροντος. Και το πρώτο μας καθήκον είναι να συμβάλουμε ώστε ο τρόπος να κυβερνηθεί. Αλλά να κυβερνηθεί σωστά, έχοντας μια κυβέρνηση εθνικής συνευθύνης και έχοντας μια εθνική στρατηγική η οποία τον βγάζει με ασφάλεια οριστικά από την κρίση.
Σε αυτούς τους νέους επιστήμονες λοιπόν, που μας έχουν καλέσει σήμερα εδώ που με έχουν καλέσει να συνομιλήσω μαζί τους, πρέπει να δώσουμε μια απάντηση. Μια απάντηση που αφορά την πολιτική σταθερότητα, γιατί χωρίς αυτήν, δεν μπορεί να εμφανιστεί και να εφαρμοστεί το εθνικό σχέδιο ανασυγκρότησης.
Από την πρώτη στιγμή, από την πρώτη εμφάνισή μας ενόψει των εκλογών της 6ης Μαΐου παρουσιάσαμε το ολοκληρωμένο Εθνικό Σχέδιο Ανασυγκρότησης. Εξηγήσαμε πόσο στενή λωρίδα είναι το λεγόμενο μνημόνιο και πόσο πλατιά στρατηγική είναι το Εθνικό Σχέδιο Ανασυγκρότησης.
Το Εθνικό Σχέδιο Ανασυγκρότησης -και κλείνω μ’ αυτό- στην πραγματικότητα βασίζεται σε ένα νέο Εθνικό Παραγωγικό Μοντέλο. Γιατί η Ελλάδα πάσχει όχι μόνο από έλλειμμα παραγωγικότητας και ανταγωνιστικότητας, αλλά σε πολύ μεγάλο βαθμό από έλλειμμα παραγωγής. Αυτό αποτυπώνεται και στο δραματικό έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών. Μακάρι να είχαμε μόνον το δημοσιονομικό έλλειμμα. Μακάρι να είχαμε μόνο το δημόσιο χρέος. Μακάρι να είχαμε μόνο τα διαρθρωτικά προβλήματα του κράτους, την έλλειψη φορολογικής διοίκησης και φορολογικής πολιτικής.
Έχουμε στην πραγματικότητα έλλειμμα παραγωγής. Όταν λοιπόν αναζητούμε ένα νέο Εθνικό Παραγωγικό Μοντέλο, στη πραγματικότητα στρεφόμαστε στους ενδογενείς πόρους. Και οι ενδογενείς πόροι για κάθε χώρα, ιδιαίτερα για μας, είναι η γη και οι άνθρωποι. Και όταν μιλάμε για γη, μιλάμε για μια τεράστια αλυσίδα ευκαιριών. Μιλάμε για το τοπίο, για το περιβάλλον, για την ιστορία, για τον ορυκτό πλούτο, για την αγροτική παραγωγή, για την αλιεία, για τις θάλασσές μας, για τα νησιά μας, για το ανάγλυφο της χώρας, για την γεωθερμία, για τις αιολικές πηγές που έχουμε, για τον ήλιο ως πηγή ενέργειας. Για ό,τι μπορεί να φανταστεί κανείς.
Αυτό επηρεάζει την εξωτερική πολιτική, την αμυντική πολιτική, την ενεργειακή πολιτική, γενικότερα την αναπτυξιακή φυσιογνωμία της χώρας. Η γη είναι αυτή που μας δίνει την ευκαιρία και την προοπτική. Που είναι το στήριγμά μας, που είναι ο διαχρονικός εθνικός πλούτος. Και φυσικά η οικιστική ανάπτυξη, ο τουρισμός, όλα αυτά που συνδέονται με τις χρήσεις της γης, με τον χωροταξικό και πολεοδομικό σχεδιασμό. Με την αειφορία.
Ακόμα πιο σημαντικοί είναι οι άνθρωποι. Γιατί οι άνθρωποι είναι η πατρίδα μας. Και όταν μιλάω για ανθρώπους, εννοώ όλους ανεξαιρέτως τους Έλληνες, όλων των γενιών. Γιατί εδώ θέλει μια πραγματική αλληλεγγύη των γενιών. Εννοώ τους ανθρώπους που δουλεύουν με τα χέρια τους, αλλά φυσικά και τους ανθρώπους που σκέφτονται. Τους επιστήμονες, το διανοητικό δυναμικό της χώρας. Αυτούς που μπορούν να στηρίξουν την καινοτομία, την ευρηματικότητα. Να επινοήσουν. Αυτούς που μπορούν να σχεδιάσουν και να εφαρμόσουν την Ελλάδα του μέλλοντός μας. Λοιπόν, αξίζει πραγματικά, να δώσουμε την προσοχή μας και την στήριξή μας σ’ όλους τους νέους ανθρώπους, σήμερα στους νέους επιστήμονες, αυτούς που είναι το πιο ισχυρό συγκριτικό πλεονέκτημα της χώρας. Που είναι ο συντελεστής του διανοητικού κεφαλαίου. Αυτοί δηλαδή οι άνθρωποι που μπορούν πραγματικά να πάρουν στα χέρια τους την υπόθεση της εθνικής ανασυγκρότησης. Σας ευχαριστώ πολύ.