12 Ιουλίου 2013


Ομιλία Ευάγγελου Βενιζέλου, Προέδρου του ΠΑΣΟΚ,
κατά τη συνάντησή του με παραγωγικούς φορείς στο Ρέθυμνο


Σεβασμιότατε, κ. Περιφερειάρχη, κα Αντιπεριφερειάρχη, κ. Δήμαρχε, κ. Πρόεδρε του Επιμελητηρίου, αγαπητές φίλες και αγαπητοί φίλοι, χαίρομαι πραγματικά γιατί βρίσκομαι στο Ρέθυμνο, μια πόλη που ιδιαίτερα αγαπώ. χαίρομαι γιατί βρίσκομαι στην Κρήτη και σας ευχαριστώ γιατί οργανώσατε αυτή τη συνάντηση, η Περιφέρεια και το Επιμελητήριο που μας φιλοξενεί, με τους παραγωγικούς φορείς του νομού, προκειμένου να συζητήσουμε για τα προβλήματα που απασχολούν την πραγματική οικονομία, τις επιχειρήσεις, την κοινωνία, τους κρίσιμους κλάδους: τον τουρισμό, τον πρωτογενή τομέα, αλλά και τόσες άλλες δραστηριότητες που ανθούν στην Κρήτη, η οποία είναι η πιο προνομιούχα, ίσως- θα έλεγα η πιο προικισμένη μέσα από τη φύση και την ιστορία- ελληνική περιφέρεια που μπορεί να συγκροτήσει και να εμφανίσει προς τα έξω, το ταχύτερο δυνατό, το υπόδειγμα του νέου ελληνικού μοντέλου ανάπτυξης.

Φυσικά η χώρα δεν έχει φύγει από τον κλοιό της κρίσης. Περνάμε μια πάρα πολύ δύσκολη συγκυρία, χρόνια τώρα. Έχω πλήρη αντίληψη των δυσκολιών που ζει κάθε οικογένεια, κάθε επιχείρηση, κάθε εργαζόμενος, κυρίως κάθε άνεργος.  

Έχω πολλές φορές αναρωτηθεί εάν είχαμε άλλη επιλογή, εάν θα μπορούσαμε να κάνουμε μια καλύτερη, λιγότερη επώδυνη, πιο ευχάριστη για τη χώρα μας επιλογή. Η αλήθεια είναι ότι ποτέ δεν μας προσφέρθηκαν δύο λύσεις, μια κακή και μια καλή. Μια που περιλαμβάνει θυσίες, περικοπές, ύφεση, ανεργία και μια άλλη ειδυλλιακή, χωρίς να συμβεί τίποτα, χωρίς να ανοίξει μύτη, να ξεπεράσουμε την κρίση, να διατηρήσουμε την εθνική μας κυριαρχία και τη θεσμική μας ισοτιμία μέσα στην Ευρώπη, μέσα στην Ευρωζώνη.   

Ίσως πριν το παράδειγμα της Κύπρου, κάποιοι να είχαν το δικαίωμα να φαντάζονται καλόπιστα πως υπάρχει ένα «σχέδιο Β», πως θα μπορούσε να γίνει μια πιο σκληρή διαπραγμάτευση. Πως θα μπορούσαμε να αντιτάξουμε στους εταίρους και δανειστές μας το επιχείρημα πως «προσέξτε, αν μας πιέσετε περισσότερο απ’ ό,τι πρέπει, εμείς θα ακολουθήσουμε ένα παράδειγμα ιστορικής αυτοθυσίας, θα γίνουμε ένα είδος Μονής Αρκαδίου και εντάξει, εμείς θα οδηγηθούμε σε έναν ηρωικό θάνατο, αλλά μαζί με μας θα συμπαρασυρθεί το ευρώ, η Ευρωπαϊκή Ένωση, η παγκόσμια οικονομία».

Νομίζω ότι μετά το παράδειγμα της Κύπρου, μετά τις εξελίξεις σε μεγάλες, ισχυρές χώρες, που παίζουν καθοριστικό ρόλο στην παγκόσμια οικονομία, όπως η Γαλλία ή η Ιταλία, που είναι η έβδομη οικονομία διεθνώς, μετά τις εξελίξεις σε χώρες όπως η Πορτογαλία, κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί στα σοβαρά ότι υπήρχε στη διάθεσή μας μια άλλη λύση. Δυστυχώς δεν υπήρχε.

Υπάρχει μια λύση που μας την υπαγόρευσαν σκληροί συνομιλητές που αντιλαμβάνονται με τον δικό τους τρόπο τι σημαίνει αλληλεγγύη. Η Ελλάδα χρειάστηκε να πάρει ένα κολοσσιαίο δάνειο 249 δισεκατομμυρίων ευρώ. Σ' αυτό πρέπει να προσθέσουμε τους κινδύνους που έχει αναλάβει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα για να στηρίξει το ελληνικό τραπεζικό σύστημα. Άρα πρέπει να υπολογίσουμε περίπου άλλα 150 δισεκατομμύρια ευρώ.

Πρέπει να συνυπολογίσουμε την αναγκαστική συμμετοχή που επιβάλλαμε στον διεθνή ιδιωτικό τομέα, σε τράπεζες, ασφαλιστικά ταμεία σε όλο τον κόσμο για να μειώσουμε το ελληνικό δημόσιο χρέος. 130 δισεκατομμύρια, από τα οποία 130 δισεκατομμύρια τα 100 είναι των ξένων και τα 30 ελληνικά, που λειτούργησαν -αν θέλετε- ως γέφυρα για να αγγίξουμε τα 100 δισεκατομμύρια του διεθνούς, μη ελληνικού ιδιωτικού τομέα. Και βέβαια όταν έχεις απέναντί σου μια οντότητα πολιτική όπως η Ευρώπη – δεν μιλάω καν για το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο – που είναι συντηρητική, δεξιά, τα τελευταία 20 χρόνια από τη Συνθήκη του Μάαστριχτ και μετά, δεν χρειάζεται να ψάχνεις να βρεις τεχνικές ερμηνείες γιατί έγινε η μια επιλογή και δεν έγινε η άλλη. Ούτε να ανοίγεις τη συζήτηση που άνοιξε το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, για το ποιος έκανε σωστές προβλέψεις και τι έπρεπε να συμβεί. Όλα αυτά έχουν τη σημασία τους.

Στον πυρήνα του θέματος υπάρχει μια ιδεολογική αντίληψη, συντηρητική πολιτικά, νεοφιλελεύθερη οικονομικά, μια μονοδιάστατη σκέψη. Αυτή κυριαρχεί στην Ευρώπη και αυτή έχει οδηγήσει την Ευρώπη σε καθυστερήσεις, σε αντιφάσεις, σε λάθη, με αποτέλεσμα να διαχυθεί η κρίση, να απλωθεί η κρίση, σχεδόν στο σύνολο της Ευρωζώνης. Και βέβαια και στις 10 χώρες που είναι εκτός Ευρωζώνης αλλά εντός Ευρωπαϊκής Ένωσης, τα πράγματα δεν είναι καθόλου καλά.

Αν το Ηνωμένο Βασίλειο, οι φίλοι μας οι Βρετανοί ήσαν μέσα στην Ευρωζώνη, θα ήταν σε μια κατάσταση, ιδιαίτερα εκτεθειμένοι. Το 2009 το βρετανικό έλλειμμα ήταν το δεύτερο μετά το ελληνικό.

Άρα έχουμε απέναντί μας συσχετισμούς διακρατικούς, έχουμε απέναντί μας οικονομικούς εθνικισμούς και έχουμε απέναντί μας μια συντηρητική πολιτικά και νεοφιλελεύθερη οικονομικά αντίληψη που κυριαρχεί. Αλλά την ψηφίζουν οι λαοί της Ευρώπης αυτή την αντίληψη, γιατί αυτή την αντίληψη την εκφράζουν κυβερνήσεις οι οποίες είναι δημοκρατικές. Στηρίζονται στην ψήφο των δικών τους εκλογικών σωμάτων.

Το πρόβλημα το μεγάλο είναι να διαμορφώσεις θεσμούς στην Ευρωπαϊκή Ένωση που επιτρέπουν σε όλους τους λαούς και σε όλα τα Εκλογικά Σώματα να έχουν ισότιμη συμμετοχή στη διαμόρφωση των πολιτικών αποφάσεων. Γιατί τώρα κάποιες κυβερνήσεις αποφασίζουν, απολογούνται στα Κοινοβούλιά τους και στους λαούς τους, αλλά επιβάλλουν τη βούλησή τους σε κάποιους άλλους λαούς, σε κάποια άλλα Κοινοβούλια  και σε κάποιες άλλες κυβερνήσεις. Και αυτό που έχει καταρρεύσει είναι η θεσμική ισοτιμία μέσα στην Ευρώπη, γιατί φυσικά υπάρχει ένα σκληρό διευθυντήριο των οικονομικά «ενάρετων» υποδειγματικών χωρών, που έχουν εφαρμόσει πετυχημένες πολιτικές -κατά την αντίληψή τους- αλλά τώρα θέλουν να τις επιβάλλουν και να τις -αν θέλετε- εφαρμόσουν άκαμπτα και στις άλλες χώρες.

Θα μου πείτε: έχουν αποδεχθεί οι λαοί αυτοί πολιτικές λιτότητας; Ναι, έχουν αποδεχθεί στο παρελθόν πολιτικές λιτότητας, και οι Γερμανοί και οι Φιλανδοί. Οι Ολλανδοί είναι τώρα σε μια βαθειά κρίση, είναι μια γέφυρα ανάμεσα στο Βορρά και το Νότο, αλλά και άλλες χώρες βλέπετε ότι περνάνε πολιτικές περιπέτειες απροσδόκητες.

Το υποδειγματικό Λουξεμβούργο οδηγήθηκε σε πολιτική κρίση. Η Αυστρία καλείται να συμμορφωθεί στις ευρωπαϊκές αποφάσεις για το απόρρητο των τραπεζών και να ακυρώσει ένα μεγάλο πλεονέκτημα που έχουν οι αυστριακές τράπεζες, όπως και οι λουξεμβουργιανές, που μαζεύουν λεφτά από την Ευρώπη, λόγω απορρήτου.
Η κατάσταση είναι δύσκολη. Και είναι δύσκολη γιατί η Ευρώπη μικραίνει πληθυσμιακά, φτωχαίνει, γηράσκει, χάνει τα μεγάλα της πλεονεκτήματα, το δικό της μοντέλο ανάπτυξης, το κοινωνικό κράτος, την ποιότητα. Αυτό ήταν και είναι πάντα η Ευρώπη κι αυτό θέλουμε να μείνει: Mια ήπειρος με κατακτήσεις και κεκτημένα.

Aλλά τα πράγματα είναι δύσκολα γιατί τα κεφάλαια δεν υπάρχουν πια στην Ευρώπη. Τα κεφάλαια δεν κυκλοφορούν ούτε καν στον άξονα Ευρώπης – Αμερικής. Δεν εφάπτονται καν τα τραπεζικά συστήματα Ευρώπης και Αμερικής. Η διατραπεζική αγορά δεν λειτουργεί ανάμεσα στις δυο πλευρές του Ατλαντικού. Οι δυσκολίες είναι τεράστιες.

Και -για να είμαι τελείως ειλικρινής- αυτό που περιγράφω ως κυρίαρχη κατάσταση στην Ευρώπη δεν αφορά μόνο τα συντηρητικά πολιτικά κόμματα, την ευρωπαϊκή δεξιά, το λαϊκό κόμμα. Αφορά και τα ευρωπαϊκά σοσιαλιστικά, σοσιαλδημοκρατικά και εργατικά κόμματα, που όπου μετέχουν σε κυβερνήσεις, μετέχουν μαζί με άλλους, κάνουν συμβιβασμούς. Δεν έχουμε μια αμιγώς σοσιαλιστική κυβέρνηση στην Ευρώπη, στην Ευρωζώνη. Δεν έχουμε πουθενά μια αμιγώς σοσιαλιστική κυβέρνηση, με εξαίρεση τη Γαλλία που βλέπετε τις πιέσεις που υφίσταται. Ποια; Η δεύτερη οικονομία της Ευρωζώνης. Υφίσταται δραματικές πιέσεις μέσα στο γαλλογερμανικό άξονα.

Το λέω αυτό για να έχουμε μια αντίληψη ενός περιβάλλοντος ευρωπαϊκού, που είναι υφεσιακό και αυτό δημιουργεί πρόβλημα, όσο κι αν σας φαίνεται περίεργο, στις εξαγωγές μας, στον τουρισμό μας.

Αν δεν είχαμε αυτή τη στιγμή εκτός Ευρώπης ρεύματα τουριστικά προς την Ελλάδα, όπως είναι η Ρωσία, όπως θέλουμε να είναι η Κίνα αύριο, θα είχαμε πολύ σοβαρό πρόβλημα. Γιατί ο Ευρωπαίος τουρίστας, καταναλωτής, κινείται σε ένα περιβάλλον το οποίο είναι ιδιαίτερα πιεστικό γι' αυτόν και για τα εισοδήματά του και για τη δουλειά του. Γιατί και η ανεργία αρχίζει πια και απλώνεται παντού σχεδόν στην Ευρώπη και σίγουρα σε όλες τις χώρες που είναι σε κρίση. Μα στην κρίση είναι 10 – 12 χώρες από τις 17 της Ευρωζώνης ανοιχτά. Οι άλλες βιώνουν μια συγκεκαλυμμένη μορφή της κρίσης.

Αυτό δε σημαίνει ότι τα έχουμε κάνει σωστά όλα, ότι δεν μπορούσαμε να έχουμε διαπραγματευθεί καλύτερα, ότι δεν μπορούσαμε να έχουμε προετοιμαστεί καλύτερα. Προφανώς έπρεπε να έχουμε καταλάβει τι συμβαίνει. Από πότε θέλετε να πούμε; Από το 1974; Από το 1981 που μπήκαμε στην Ευρωπαϊκή Ένωση; Από το 1999 – 2000 που ετοιμάσαμε την ένταξη στην ΟΝΕ;

Από το 2007 που «ο κόσμος το ‘χε τούμπανο κι εμείς κρυφό καμάρι», πως υπάρχει παγκόσμια κρίση κι εμείς μιλούσαμε εδώ για μία ελληνική όαση που δεν θα θιγεί από την κρίση, γιατί οι ελληνικές τράπεζες δεν έχουν τοξικά προϊόντα και γιατί είναι ισχυρή η ελληνική οικονομία.  ‘Όταν είχαμε έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών 15,5%, το μεγαλύτερο στην Ευρώπη, ένα από τα μεγαλύτερα στη δύση, το μεγαλύτερο στη δυτική οικονομία, γιατί η οικονομία είχε χάσει την ανταγωνιστικότητά της και η Ελλάδα ήταν μια χώρα που  κατανάλωνε δανεικά και εισήγαγε τα πάντα; Δεν μιλάω για υγρά καύσιμα και φυσικό αέριο. Μιλάω για κόκκινο κρέας και οπωροκηπευτικά.

Αντιλαμβάνεστε λοιπόν ότι θα μπορούσαν να έχουν γίνει τα πράγματα διαφορετικά και το 2007 και το 2008 και το 2009 και το ΄10, από ένα σημείο και μετά όμως δεν είχες άλλες επιλογές πέρα από τις επιλογές της επαναδιαπραγμάτευσης για να βελτιώσεις καταστάσεις και να ολοκληρώσεις ένα πρόγραμμα εξόδου από την κρίση.
Και για να μην σας κουράζω με μια μακρά ανάλυση, παρότι πρέπει να τα ξέρει αυτά σε βάθος όλη η ελληνική κοινωνία, θα μου επιτρέψετε να πω ότι ένας τρόπος υπάρχει τώρα για να βγούμε από το μνημόνιο πραγματικά: να ξανακατακτήσουμε την ισχύ μας, την κυριαρχία μας και την ισοτιμία μέσα στην Ευρώπη.

Να εφαρμοστεί το μνημόνιο γρήγορα και να περάσουμε στο Eθνικό Σχέδιο Ανασυγκρότησης, στο «μετά το μνημόνιο», στο πέραν του μνημονίου.  Ούτε η καταγγελία, ούτε η μονομερής αναστολή εξυπηρέτησης του χρέους, ούτε οι απειλές μιας σκληρής επαναδιαπραγμάτευσης οδηγούν πουθενά.

Μπορούν να σε κρεμάσουν στα μανταλάκια για λίγο, για ώρες, για μέρες προκειμένου να προσέλθεις ταπεινωμένος σε μία διαπραγμάτευση έχοντας χάσει τα διαπραγματευτικά σου επιχειρήματα. Όποιος νομίζει ότι μπορεί να διαπραγματευθεί καλύτερα, καλά είναι να σκεφτεί τι σημαίνει να βρίσκεις απέναντί σου ισχυρές κυβερνήσεις που σου λένε «τα λεφτά είναι στο τραπέζι για να χρηματοδοτήσουμε την αποχώρησή σας από το ευρώ και μη στενοχωριέστε, όλα είναι οργανωμένα, οι τράπεζες θα κλείσουν, θα παίρνετε 50 ευρώ την ημέρα από τα ΑΤΜ και φιλικά θα χωρίσουμε», για να δείξει η Ευρωζώνη διεθνώς ότι αποβάλλει τους «άσωτους» και ανασυγκροτείται μ' αυτούς που θέλουν και που μπορούν.

Και θέλω να ρωτήσω όποιον νομίζει ότι έχει την ικανότητα να διαπραγματευθεί σκληρότερα, τι θα έκανε τη στιγμή εκείνη, τι θα έκανε στη θέση του εκπροσώπου της Ελλάδας του ελληνικού λαού, τι θα έλεγε;

Εγώ που έζησα τις στιγμές αυτές όχι μόνο μια φορά, ξέρω πώς απαντάνε και τι κάνουν, αλλά όλα αυτά είναι μια πολύ λεπτή γραμμή. Είναι μια ακροβασία για να κρατήσεις ζωντανό ένα ολόκληρο σύστημα οικονομικό, το οποίο αν καταρρεύσει, συμπαρασύρει τις καταθέσεις, συμπαρασύρει την προοπτική να πάρεις ένα δάνειο κάποια στιγμή για να χρηματοδοτήσεις τα κεφάλαια κίνησης που σου λείπουν. Συμπαρασύρει τις ακίνητες αξίες, τις αξίες των ακινήτων, δηλαδή τις περιουσίες των Ελλήνων.      

Αλλά βλέπετε, εδώ είμαστε μια χώρα συνηθισμένη στην ευκολία και οι ιστορικές ευθύνες, οι δικές μας, είναι πάρα πολύ μεγάλες.  Γιατί όταν ξέρεις ότι υπάρχουν αυτοί που σηκώνουν το σταυρό, μπορείς άνετα να κάνεις ανέξοδη αντιπολίτευση.

Το παιχνίδι του μέλλοντος της χώρας δεν παίζεται στην αντιπαράθεση μεταξύ μιας κυβερνητικής πλειοψηφίας που κουβαλάει το βάρος της εφαρμογής των δύσκολων αποφάσεων και μιας αντιπολιτευόμενης ετερόκλιτης «αντιμνημονιακής» μειοψηφίας, η οποία δεν έχουμε καταλάβει ποτέ τι ακριβώς λέει και ποια είναι η εναλλακτική λύση η πολιτική που προσφέρει στη χώρα.

 Άκουσα τη δήλωση που έκανε ο εκπρόσωπος της ΑΔΕΔΥ εκ μέρους και του Εργατικού Κέντρου. Οι τριτοβάθμιες συνδικαλιστικές οργανώσεις, η δευτεροβάθμια τοπική οργάνωση, το Εργατικό Κέντρο και το τοπικό παράρτημα της ΑΔΕΔΥ εκφράζουν τους κοινωνικούς εταίρους που λέγονται ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ, λέγοντας ότι θα κάνουμε απεργία έως ότου πέσει η κυβέρνηση και έρθει μια άλλη κυβέρνηση;

Θα κάνουν πολιτική απεργία διαρκείας; Έχουν αυτή την εντολή από τους εργαζόμενους να κάνουν συνδικαλιστική αντίσταση; Αυτό λέει η δημοκρατία; Έτσι αναδεικνύονται και πέφτουν οι κυβερνήσεις; Δεν αναδεικνύονται από το Εκλογικό Σώμα και δεν στηρίζονται στην εμπιστοσύνη της Βουλής;

Αυτή είναι η Βαϊμάρη. Αυτή η στάση έφερε τον Χίτλερ. Η απειλή της γενικής απεργίας πολιτικού χαρακτήρα για να πέσουν οι ενδιάμεσες δημοκρατικές κυβερνήσεις του Μεσοπολέμου, πριν έρθει ο Χίτλερ στην εξουσία και πάρει ψήφο εμπιστοσύνης στη Βουλή. Όπως έχει πάρει και ο Ιωάννης Μεταξάς ψήφο εμπιστοσύνης στη Βουλή στην ελληνική ιστορία.

Έχουν αυτή την εντολή; Διαβάζουν τις δημοσκοπήσεις μόνο όσον αφορά τους συσχετισμούς των κομμάτων; Δεν διαβάζουν τι θέλει η ελληνική κοινωνία;

Η ελληνική κοινωνία στη μεγάλη της πλειονότητα θέλει ένα άλλο κράτος. Θέλει ριζοσπαστικές μεταρρυθμίσεις στο δημόσιο τομέα. Θέλει ένα κράτος μικρότερο, χωρίς πελατειακές σχέσεις, χωρίς αγκυλώσεις, χωρίς προνόμια. Με ικανούς εργαζομένους στην υπηρεσία του πολίτη, έντιμους, χωρίς διαφθορά, που υπηρετούν την ανάπτυξη, την κοινωνία, τον άνθρωπο που έχει ανάγκη.

Και η κοινωνία, βεβαίως, θεωρεί προνομιούχους όλους τους εργαζόμενους στο δημόσιο και τον ευρύτερο δημόσιο τομέα, όταν έχεις 60% ανεργία στις νέες ηλικίες, 28% ανεργία στο γενικό πληθυσμό, όταν έχεις 1,3 εκατομμύρια ανέργων στον ιδιωτικό τομέα πρωτίστως.

Δεν θέλω να θιγεί κανείς εργαζόμενος στο δημόσιο και στο δημόσιο τομέα. Έπρεπε να έχουμε κινηθεί πολύ πιο γρήγορα, πολύ πιο αποφασιστικά. Χάσαμε χρόνο δυστυχώς. Χάσαμε στην πραγματικότητα ένα χρόνο.

Δεν μας πιστεύουν ότι έχουμε τη βούληση να αλλάξουμε κάτι στο κράτος. Θεωρούν ότι το ελληνικό πολιτικό σύστημα δίνει μάχη να προστατεύσει το δημόσιο και τους εργαζόμενους στο δημόσιο και αδιαφορεί γι' αυτό που συμβαίνει στον ιδιωτικό τομέα και δεν τους πείθουμε. Και δεν μας ζητούν μέτρα που έχουν οικονομικό περιεχόμενο. Δεν θέλουν να μειωθούν οι δημόσιες δαπάνες μισθοδοσίας, δεν είναι αυτό το θέμα.

Έχουμε μειώσει τις δημόσιες δαπάνες εντυπωσιακά. Είμαστε σε ένα από τα καλύτερα σημεία πανευρωπαϊκά και έχουμε να εμφανίσουμε ένα διαρθρωτικό, όχι έλλειμμα αλλά πλεόνασμα πλέον, εάν αφαιρέσει κανείς τη δραματική επιρροή της μεγάλης ύφεσης.  

Είμαστε η καλύτερη χώρα της Ευρωζώνης στις δημοσιονομικές επιδόσεις. Γι' αυτό μπορούμε να πούμε: όχι δημοσιονομικά μέτρα, όχι περιορισμοί σε μισθούς, συντάξεις και εισοδήματα. Αλλά διαρθρωτικά μέτρα δεν θέλει η κοινωνία, δεν θέλει το κράτος; Μας τα επιβάλλουν οι ξένοι; Γιατί; Γιατί αμφισβητούν ότι θέλουμε και μπορούμε.

Ισχύει ο κανόνας ένα προς ένα. Εάν κάποιος απειληθεί γιατί είναι ανεπαρκής, πειθαρχικά τιμωρητέος, γιατί απουσιάζει, θα πάρουμε έναν νέο. Έναν επιστήμονα με διδακτορικό, που θα βοηθήσει στην Περιφέρεια, θα βοηθήσει στο Δήμο, θα βοηθήσει στον τομέα της υγείας, θα βοηθήσει στα Ερευνητικά Κέντρα. Και ξέρετε στην Κρήτη τι σημαίνει να έχεις Ερευνητικό Κέντρο με κύρος.

Δεν υπάρχει όφελος δημοσιονομικό. Κόστος υπάρχει αν χρειαστεί να πληρώσει και αποζημιώσεις. Αλλά θέλουν να αποδείξουμε τη βούληση και πράγματι όταν έχεις καθυστερήσει και πρέπει να δώσεις αποδείξεις πολιτικής φερεγγυότητας, αναγκάζεσαι να κάνεις και κινήσεις οι οποίες είναι βιαστικές, αποσπασματικές για να καλύψεις τις ανάγκες του Ιουλίου, άντε και του Σεπτεμβρίου. Αλλά πρέπει να διορθωθούν όλα αυτά μέσα από ένα συνολικό μεταρρυθμιστικό σχέδιο στο κράτος, που βασίζεται στη συνολική αξιολόγηση όλων των φορέων, των υπηρεσιών και των δομών και όλου του προσωπικού, με αυτόματο τρόπο διαφανή, εγγυημένο από το ΑΣΕΠ. Δεν έχει να φοβηθεί κανείς τίποτα, κανείς κανονικός εργαζόμενος, κανονικός υπάλληλος.

Και η Δημοτική Αστυνομία δεν έχει αξιολογηθεί σωστά. Θα πάει ως χωριστή δομή στο Υπουργείο Δημόσιας Τάξης για να υπάρχουν συνέργειες ανάμεσα στην Αστυνομία και τη Διοικητική Αστυνομία και θα εξυπηρετούνται οι ανάγκες και οι προτεραιότητες των Δήμων από τη δομή αυτή. Και θα δούμε τι διορθωτικές κινήσεις πρέπει να γίνουν, αρκεί να περάσουμε αυτή την πρώτη δοκιμασία η οποία είναι δοκιμασία αξιοπιστίας.

Είναι άλλο να έχεις μια αντίδραση συνδικαλιστική, σεβαστή απολύτως, η οποία δεν μπορεί να έχει ως σημαία να πέσει η κυβέρνηση, αλλά να γίνει δεκτό ένα αίτημα συνδικαλιστικό – ναι, αυτό είναι θεμιτό –  

Η διαφορά όμως είναι κολοσσιαία, είναι διαφορά δημοκρατικού ήθους και είναι διαφορετικό να έχεις μια κοινωνία η οποία λέει «κάντε κάτι επιτέλους με το κράτος, αλλάξτε αυτή τη σχέση την πελατειακή», γιατί εσείς που είστε μέσα στην αγορά ξέρετε τι αντιμετωπίζετε.

Ξέρετε τι σημαίνει δημόσια υπηρεσία, ξέρετε τι σημαίνει γραφειοκρατία, ξέρετε τι σημαίνει να υπάρχει πολιτική βούληση σε κυβερνητικό επίπεδο αλλά αυτή να μην μπορεί να εκτελεστεί. Μα μόνο από τη Διοίκηση; Δεν έχουμε πρόβλημα με τη Δικαιοσύνη; Δεν έχουμε πρόβλημα με Αρχές οι οποίες δεν ελέγχονται πολιτικά γιατί είναι ανεξάρτητες; Βεβαίως και έχουμε.

Θα μιλήσουμε για τον τουρισμό. Υπάρχει μεγαλύτερο πρόβλημα από το χωροταξικό σχεδιασμό; Δεν ξέρετε ότι καμιά απόφασή μας για καμιά επένδυση δεν μπορεί να ολοκληρωθεί αν δεν υπάρχει σχετική δικαστική κρίση;

Είναι πανίσχυρο το πολιτικό σύστημα σε μια δημοκρατική χώρα; Μπορεί να αποφασίσει για όλα; Πώς θα αποφασίσει για όλα; Δεν τελεί υπό δικαστικό έλεγχο για όλα; Δεν μπορεί ο κάθε ενδιαφερόμενος με ευκολία, χωρίς κόστος, να ζητήσει προστασία, ακύρωση, αναστολή, προσωρινή διαταγή; Μπορεί, σε όλους τους τομείς.

Άρα λοιπόν τα μεγάλα θέματα είναι αυτά. Και ποιος έχει την ευθύνη να ανασυγκροτήσει τη χώρα; Ποιος την έχει; Ο κ. Σαμαράς και εγώ; Οι αρχηγοί των δύο κομμάτων και η ΔΗΜΑΡ, η οποία απεφάσισε να μην μετέχει στην κυβέρνηση αλλά θα στηρίζει, όπου κρίνει ότι πρέπει να στηρίξει;

Ποιοι έχουν την ευθύνη να βγει η χώρα οριστικά από την κρίση; Μόνον το πολιτικό σύστημα φταίει για την κρίση; Δεν υπάρχει ευθύνη του ιδιωτικού τομέα; Δεν υπάρχει ευθύνη των επιχειρηματιών, των Μέσων Ενημέρωσης, των συνδικαλιστών, των δικαστών, των πνευματικών ανθρώπων, των ιδιωτικών διοικήσεων των τραπεζών;

Άρα ποιος θα είναι αυτός που θα θεραπεύσει το εθνικό ζήτημα; Ποιος είναι αυτός που θα κουβαλήσει στους ώμους του την ελπίδα του τόπου για τα παιδιά μας και για τα εγγόνια μας; Το κακό πολιτικό σύστημα θα σώσει τη χώρα, μόνο του και το κακό κράτος θα καλύψει όλα τα κενά του ιδιωτικού τομέα προσφέροντας λύσεις σε όλα, για να έχει περιβάλλον ο επιχειρηματίας να επενδύσει και να κερδίσει;

Μα πρέπει να αποδώσει στο κοινωνικό σύνολο υπεραξίες εφόσον ζητάει από το κράτος να του δημιουργήσει περιβάλλον μέσα στο οποίο θα αποκτήσει υπεραξίες. Κι αυτό δεν γίνεται πάντα άμεσα. Γίνεται και έμμεσα, μέσα από ρυθμίσεις χωροταξικές, πολεοδομικές, διοικητικές, μέσα από τη λειτουργία της εργατικής νομοθεσίας, μέσα από τη λειτουργία του τραπεζικού συστήματος.

Πώς αλλιώς θα στηρίξουμε τη μικρή και μεσαία επιχείρηση και θα μειώσουμε τα επιτόκια που είναι σκανδαλωδώς άνισα στην Ελλάδα σε σχέση με τη Γερμανία ή άλλες χώρες; Εάν δεν έχεις τράπεζες να δίνουν έστω τα υψηλά επιτόκια, πώς θα τις πιέσεις να μειώσουν τα επιτόκια αυτά μέσα από την μείωση του κινδύνου της χώρας, του ρίσκου της χώρας;

Αυτό είναι το περιβάλλον μέσα στο οποίο κινούμαστε κι αυτά είναι τα διλήμματά μας. Ναι, υπάρχει η επιλογή να λες «ναι» σε όλα. Το έχουμε κάνει αυτό. Να υιοθετείς κάθε αίτημα, να είσαι υπέρ της διατήρησης των καταστάσεων. Καμία ανατροπή. Ο συντηρητικός λόγος εμφανίζεται ως ριζοσπαστικός.

Το πιο ριζοσπαστικό πράγμα που υποτίθεται ότι ακούγεται στην Ελλάδα είναι να μη θιγεί τίποτα. Δηλαδή η απόλυτη αντιστροφή των εννοιών. Ο απόλυτος συντηρητισμός εμφανίζεται ως απόλυτος ριζοσπαστισμός. Και εμείς έπρεπε να κουβαλήσουμε το βάρος όλης αυτής της ιστορίας, επειδή μας έτυχε ο κλήρος του εκλογικού κύκλου.

Υπήρχαν πιο τυχερά κόμματα στην Ευρώπη. Οι Πορτογάλοι σοσιαλιστές και οι Ισπανοί σοσιαλιστές βρέθηκαν στην αντιπολίτευση τη στιγμή των δύσκολων αποφάσεων, γιατί έτσι ήταν ο κύκλος. Εμείς έτυχε να βρεθούμε στην κυβέρνηση και να πρέπει να μείνουμε στην κυβέρνηση, γιατί αλλιώς δεν υπάρχει κυβέρνηση. Και όλοι οι Έλληνες θέλουν μια κυβέρνηση η οποία να σηκώνει το βάρος. Και ένα μεγάλο ποσοστό οπαδών της αντιπολίτευσης που στις δημοσκοπήσεις λένε «όχι εκλογές, να μείνει η κυβέρνηση να σηκώσει το βάρος».

Μα δεν πρέπει να είμαστε επιτέλους ειλικρινείς μεταξύ μας; Έχουμε περιθώρια για κατά συνθήκην ψεύδη; Δεν έχουμε περιθώρια για κατά συνθήκην ψεύδη. Έχουν αλλάξει τα δεδομένα ριζικά. Και το υπόδειγμα του διαλόγου.

Χθες στο Ηράκλειο, σήμερα στο Ρέθυμνο, το απόγευμα θα πάω στα Χανιά. Έχουν τη δυνατότητα οι εργαζόμενοι στα Τεχνικά και Επαγγελματικά Λύκεια και τις Σχολές, Τεχνική Εκπαίδευση, στη Δημοτική Αστυνομία να έρθουν να μιλήσουν με τον Αντιπρόεδρο της Κυβέρνησης. Προτιμούν να εκφωνούν συνθήματα και να διαβάζουν ψηφίσματα.

Παρ’ όλα αυτά ήρθαν ανεπισήμως και μίλησαν μαζί μου στο Ηράκλειο και είναι καλοδεχούμενοι να έρθουν να μιλήσουν μαζί μου και στο Ρέθυμνο και στα Χανιά και φυσικά στην Αθήνα σε κεντρικό επίπεδο. Αλλά και αυτό τι είναι; Είναι μια ειλικρινής στάση; Είναι μία θεσμική λειτουργία της δημοκρατίας;
Εάν δεν εκθέσεις τα επιχειρήματά σου και δεν ακούσεις κάποια αντεπιχειρήματα ή αν δεν ακούσεις μια επιφύλαξη «θα τα εξετάσω όλα αυτά γιατί μπορείς να έχεις και δίκιο» πώς θα προωθηθεί ο κοινωνικός διάλογος και η δημοκρατία;  

Άρα τι κάνουμε; Στο όνομα ομάδων που αγωνιούν, όπως είναι οι ομάδες οι οποίες θίγονται πράγματι από τα μέτρα, γίνεται ένα παιχνίδι αντιπολίτευσης κλασικού τύπου, παρωχημένο, παλαιοκομματικό δηλαδή. Και βεβαίως όλοι θα κριθούμε ιστορικά, γιατί σε τελική ανάλυση τι έχει σημασία;

Έχει σημασία αν θα κερδίσεις μία εκλογική αναμέτρηση κι αν θα είσαι 1% πάνω από τον άλλον τεχνητό πόλο ενός κατασκευασμένου διπολισμού μεσαίου επιπέδου; Οι διπολισμοί είχαν νόημα στην Ελλάδα όταν τα κόμματα ήταν στο επίπεδο του 40% ή 50%. Δεν υπάρχουν διπολισμοί της τάξεως του 20%.

Λοιπόν, ποιο είναι το μέλλον της χώρας αυτής και πού κρίνεται το μέλλον αυτό; Κρίνεται εδώ στο Ρέθυμνο και σε κάθε αντίστοιχη περιοχή επί του συγκεκριμένου, επί του πρακτέου με αίσθημα ευθύνης. Γι' αυτό έχει σημασία να βρισκόμαστε και να συζητούμε με αυτό το πνεύμα και γι' αυτό σας ευχαριστώ που μου δίνετε την ευκαιρία αυτή.
 



Δευτερολογία

Η συντριπτική πλειονότητα των θεμάτων που μου θέσατε τα ήξερα, τα είχα ακούσει, είναι χρόνια προβλήματα, είναι προβλήματα που ξεπερνούν κατά πολύ τα όρια του Νομού Ρεθύμνης και της Κρήτης ως Περιφέρειας, είναι προβλήματα πανελλήνιας, για να μην σας πω ότι μερικές φορές και πανευρωπαϊκής διάστασης.
Θα δώσω μερικές απαντήσεις στα ειδικότερα θέματα και θα κάνω έναν πολύ σύντομο πολιτικό επίλογο για να κλείσουμε τη συνάντησή μας.

Καταρχάς συμφωνώ με την αγωνία που εξέφρασε ο δήμαρχος, ο αγαπημένος φίλος μου από το Πανεπιστήμιο, ο Γιώργος Μαρινάκης. Την αυτοδιοίκηση οφείλουμε να την εμπιστευτούμε και δεν πρέπει να τη φέρνουμε προ τετελεσμένων γεγονότων ή προ εκπλήξεων.

Είναι η αλήθεια ότι υπήρξαν πρωτοβουλίες τώρα σε σχέση με τις αναγκαίες τομές στο κράτος που ελήφθησαν ερήμην της Αυτοδιοίκησης ή μέσα από μια κακή συνεννόηση με την Αυτοδιοίκηση σε κεντρικό επίπεδο.

Μπορούμε να διορθώσουμε τις πρακτικές αυτές, πρέπει να τις διορθώσουμε. Δεν υπάρχει λόγος να μην τεθούν όλα επί τάπητος, να μη συζητηθούν έτσι ώστε η Τοπική Αυτοδιοίκηση να συμβάλει, να πρωτοπορήσει θα έλεγα στη μεταρρύθμιση στο κράτος χωρίς να επωμιστεί δυσανάλογο βάρος σε σχέση με τους τομείς της κρατικής Διοίκησης, γιατί φυσικά δεν είναι καθόλου, μα καθόλου λογικό η Τοπική Αυτοδιοίκηση η οποία έχει περίπου το 1/5 ίσως και λιγότερο του συνολικού όγκου του προσωπικού του Δημοσίου και των Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου να επωμίζεται ένα βάρος δυσανάλογο.

Πρέπει και άλλοι τομείς και άλλοι φορείς να συμβάλλουν άρα πρέπει και η Τοπική Αυτοδιοίκηση να δώσει μια αποστομωτική απάντηση στην εντύπωση που έχει επιβληθεί πως είναι ένας χώρος, όπου ασκείται αδιαφανής και κακή διοίκηση.

Είχαμε πάλι σήμερα τη δημοσίευση της έκθεσης του Γενικού Επιθεωρητή της Δημόσιας Διοίκησης του κ. Ρακιντζή, που πάλι εστιάζει στην Τοπική Αυτοδιοίκηση. Είναι απολύτως αναγκαίο η Τοπική Αυτοδιοίκηση και έχουμε τέτοια παραδείγματα. Ο Δήμος Ρεθύμνης είναι ένα τέτοιο άριστο παράδειγμα, παραδείγματα άψογης χρηστής διοίκησης με διαφάνεια, με συναίνεση, με πρωτοβουλίες, με δυνατότητες αυτοχρηματοδότησης αλλά έχουμε και προβλήματα.

Τρέχαμε πίσω από δήμους που είχαν δανειστεί από ξένες Τράπεζες να πληρώσουμε εμείς ως Γενικό Λογιστήριο του Κράτους τις δόσεις της οφειλής στην Τράπεζα για να μη δημιουργηθεί πιστωτικό γεγονός και οδηγηθεί η χώρα νομικά σε χρεοκοπία εις βάρος της αγωνίας και της θυσίας των Ελλήνων όλα αυτά τα χρόνια.

Άρα έχουμε τέτοια παραδείγματα και από τη μια και από την άλλη πλευρά. Ας διαλέξουμε τα καλά, ας αποβάλλουμε τα κακά, ας μετατρέψουμε την Τοπική Αυτοδιοίκηση σε υποδειγματική Διοίκηση. Γιατί η Τοπική Αυτοδιοίκηση είναι δύο πράγματα, είναι θεσμός διοίκησης των τοπικών υποθέσεων και πολλών κρατικών υποθέσεων που της ανατίθενται, είναι και ένας μοχλός τοπικής πίεσης πολιτικής. Μεταφέρει αιτήματα, αγωνίες, εκφράζει την τοπική κοινωνία.

Και βεβαίως πάνω από όλα αυτά τώρα είναι ένα οργανωμένο δημόσιο δίκαιο αλληλεγγύης και προστασίας της κοινωνικής συνοχής, γιατί σε πάρα πολλά μέρη, σε όλη την Ελλάδα έχουμε την ανάγκη από άλλου τύπου παρεμβάσεις για να διατηρηθεί ο πυρήνας του κοινωνικού κράτους, του κράτους πρόνοιας και αυτό πρέπει να γίνει στο επίπεδο του δήμου, όπου μπορούμε να επενδύσουμε τις προσδοκίες μας και τα προγράμματα για την καταπολέμηση της ανεργίας με την αυτεπιστασία και την κοινωφελή εργασία και οι προνοιακές δομές και η εκπαίδευση. Όλα όσα αφορούν τον πολίτη και τη ζωή του, μόνο στο επίπεδο του δήμου μπορούν να κριθούν.

Όσο και αν αυτό φαίνεται περίεργο υπό συνθήκες κρίσης, η δική μου έμμονη ιδέα είναι πως και το εγγυημένο επίπεδο αξιοπρεπούς διαβίωσης μπορούμε και πρέπει να το καθιερώσουμε, το κόστος είναι αντιμετωπίσιμο αρκεί αυτό να γίνει μέσω του δήμου και να στοχεύει σε αυτούς που έχουν πραγματική ανάγκη, όχι που τα χαρτιά δικαιολογούν μια παροχή αλλά που η πραγματικότητα της ζωής τους επιβάλλει μια στήριξη.

Και αυτό μπορούμε να το κάνουμε γιατί ο δήμος, ακόμη και ο μεγάλος δήμος μέσω των Δημοτικών Κοινοτήτων τώρα, των Δημοτικών Διαμερισμάτων μπορεί να βρει ποιος είναι αυτός που έχει πράγματι ανάγκη από φροντίδα με αξιοπρέπεια.

Γιατί δεν μπορείς να τον προσβάλεις τον άλλον λέγοντας ήρθα να σε βοηθήσω, να σου δώσω ένα πακέτο με τρόφιμα ή ένα πιάτο φαγητό αλλά τι πιο ωραίο από το να δώσεις οργανωμένη, πλήρη βοήθεια στο σπίτι σε μοναχικούς ανθρώπους, σε υπερήλικες, σε ανθρώπους με προβλήματα υγείας και να καλύψεις όλες τις ανάγκες που μπορεί να έχει μια οικογένεια, που βιώνει την κρίση. Γιατί κυρίως το μεγάλο πρόβλημα είναι η παιδική φτώχεια που έχουμε, η οποία πολλές φορές τραυματίζει τα παιδιά κατά ένα τρόπο ανεξίτηλο για όλη τους τη ζωή.

Άρα έχουμε προβλήματα και στη διαχείριση της Δημοτικής Αστυνομίας έχουμε προβλήματα, θα τα διορθώσουμε καθ’ οδόν, γιατί τώρα πρέπει να καλύψουμε δύο ανάγκες. Η μια ανάγκη είναι η αξιοπιστία απέναντι στους πιστωτές και εταίρους, για την οποία είμαστε υπεύθυνοι διότι χρεωνόμαστε μια καθυστέρηση και μια αδράνεια και η δεύτερη αδράνεια είναι να λειτουργήσουμε θεσμικά σωστά με ισότιμο συνομιλητή την Τοπική Αυτοδιοίκηση και πρέπει να το διορθώσουμε καθ’ οδόν, σταδιακά, με κινήσεις οι οποίες είναι πρακτικές και απλές.

Το Επιμελητήριο που μας φιλοξενεί και το ευχαριστώ θερμότατα έχει δίκιο. Ο επιμελητηριακός θεσμός είναι πολύ σπουδαίος. Τα Επιμελητήρια είναι σύμβουλοι της πολιτείας, πιστεύω πολύ στα Επιμελητήρια. Μπορούν να στηρίξουν την επιχειρηματικότητα τοπικά, να λύσουν άπειρα προβλήματα και εφόσον η ίδια η επιχειρηματική κοινότητα δεν έχει πρόβλημα με τη διατήρηση της εισφοράς, πρέπει να πείσουμε αυτούς οι οποίοι πιέζουν να καταργηθεί η υποχρεωτικότητα της εισφοράς, ότι στην Ελλάδα τα Επιμελητήρια τα χρειαζόμαστε ως Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου και εν πάση περιπτώσει αν αυτό συμβεί στα Επιμελητήρια, θα πρέπει να συμβεί και σε πολλούς άλλους οργανωμένους επαγγελματικούς χώρους που έχουν τη μορφή Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου, όπου η συμμετοχή των επαγγελματιών, των επιστημόνων είναι απολύτως αναγκαία για λόγους δεοντολογίας, διαφάνειας, πειθαρχίας δεν μπορείς να μην έχεις Δικηγορικό Σύλλογο, Ιατρικό Σύλλογο, Τεχνικό Επιμελητήριο, Οικονομικό Επιμελητήριο, Γεωτεχνικό Επιμελητήριο κ.ο.κ.

Άρα από την άποψη αυτή είναι απολύτως κατανοητό αυτό που λέτε. Τώρα, ερχόμαστε στα μεγάλα προβλήματα υποδομών. Η Κρήτη πολιτική επιρροή έχει τεράστια στο ελληνικό δημόσιο σύστημα και είναι πραγματικά παράδοξο να υπάρχει τόσα χρόνια το ζήτημα του βόρειου οδικού άξονα.

Θα μου πείτε, καταφέραμε να λύσουμε το πρόβλημα της ΠΑΘΕ, δηλαδή της κεντρικής εθνικής οδού της ηπειρωτικής Ελλάδος που πηγαίνει από την Πάτρα στην Αθήνα, Θεσσαλονίκη και στους Ευζώνους; Όχι, δεν υπάρχει ένας πλήρης οδικός άξονας.

Όπως δεν έχουμε λύσει και το πρόβλημα του σιδηροδρομικού άξονα της χώρας. Και βεβαίως δεν έχουμε λύσει και το πρόβλημα της σύνθεσης με την Πάτρα, δεν έχουμε λύσει το πρόβλημα της σύνδεσης με την Ηλεία και την Ολυμπία. Έχουμε πολλά τέτοια προβλήματα. Δεν είχαμε λύσει το πρόβλημα του Μαλλιακού.

Στην εθνική οδό Αθηνών – Θεσσαλονίκης έχεις και τώρα τμήματα στα οποία πρέπει να πηγαίνεις με πολύ χαμηλή ταχύτητα και διατρέχεις σοβαρούς κινδύνους, οι οποίοι είναι αδικαιολόγητοι για τις σημερινές ταχύτητες της εποχής, τέτοιες αποστάσεις 500ων χιλιομέτρων δεν εξυπηρετούνται αεροπορικά, εξυπηρετούνται οδικά και σιδηροδρομικά.

Άρα δεν είναι ένα δυσμενές προνόμιο της Κρήτης αυτό. Και αυτά είναι λάθη του τρόπου με τον οποίο σχεδιάζουμε τις υποδομές. Δεν μπορεί τα κριτήρια να είναι κριτήρια πολιτικής επιρροής ή κριτήρια στιγμιαία και παροδικά.

Θα συνεννοηθούμε φυσικά τώρα για όλα τα θέματα στο πλαίσιο της λεγόμενης νέας προγραμματικής περιόδου του νέου ΕΣΠΑ, θα δούμε και τα σχήματα αν πρέπει να είναι συμβάσεις παραχώρησης ή κλασικά δημόσια έργα και θα συνεννοηθώ με τον κ. Χρυσοχοϊδη που έχει αναλάβει αυτό τον πολύ κρίσιμο τομέα των υποδομών, των μεταφορών και των δικτύων να θέσει ως προτεραιότητά του τον βόρειο άξονα εφάμιλλο σε σημασία με τους άλλους οδικούς άξονες που προανέφερα και που είναι εντεταγμένοι στο θεμελιώδες δίκτυο της χώρας, το οποίο έχει προβλήματα και κενά. Δεν μπορείς να έχεις τη γέφυρα Ρίου – Αντιρρίου την Εγνατία και να μην έχεις τον κεντρικό άξονα. Υπάρχουν αντιφάσεις στον τρόπο με τον οποίο εκτελέστηκε ένα σχέδιο σε σχέση με τις υποδομές.

Αυτό αφορά και άλλα θέματα της Κρήτης, όπως είναι για παράδειγμα η διαχείριση των απορριμμάτων, διότι υπάρχει τώρα πια ένα προωθημένο σχέδιο διαχείρισης απορριμμάτων. Μου έθεσε ο εκπρόσωπος του ΤΕΕ το ζήτημα και προφανώς τα απορρίμματα έχουν τεράστια σημασία.

Αυτή τη στιγμή το μέλλον των επενδύσεων σε υποδομές στην Ελλάδα είναι οι εκκρεμότητες στους οδικούς άξονες και το σιδηροδρομικό δίκτυο, η ενέργεια και η διαχείριση απορριμμάτων, η οποία είναι και αυτή μια μορφή ενέργειας στην πραγματικότητα. Άρα πρόκειται για ένα ενιαίο ζήτημα.

Έρχομαι στα κλαδικά ζητήματα. Φυσικά όταν μιλάμε για Κρήτη μιλάμε, κάτι που δεν το αναφέραμε καθόλου αλλά το θεωρώ αυτονόητο, μιλάμε για την ιστορία και τον πολιτισμό που είναι ενσωματωμένος στην επωνυμία της χώρας και στο τουριστικό προϊόν άρα μιλάμε για τον τουρισμό, μιλάμε και για την πρωτογενή παραγωγή. Στην πραγματικότητα μιλάμε για τον τόπο, η γη, η θάλασσα, τα φυσικά πλεονεκτήματα που έχει ο τόπος και τα ιστορικά.

Η αλήθεια είναι ότι εμφανίζει τεράστιες προόδους τις τελευταίες 10ετίες ο τουρισμός στην Κρήτη. Υπάρχουν υποδομές αξιοζήλευτες, υπάρχει ένα πολύ σημαντικό ποσοστό ξενοδοχείων υψηλής ποιότητας, το περιβάλλον όμως δεν είναι αυτό που θα περίμενε κανείς. Το Ρέθυμνο έχει πολύ σημαντικές ξενοδοχειακές μονάδες αλλά το περιβάλλον μέσα στο οποίο κινούνται οι μονάδες αυτές είναι υποβαθμισμένο. Δεν είναι το περιβάλλον που θα ήθελε να ζήσει ένας τουρίστας που έρχεται για να περάσει κάποιες μέρες, να καταναλώσει και να ξαναρθεί. Και έρχονται, έρχονται και ξαναέρχονται παρότι το περιβάλλον δεν είναι, το οικιστικό περιβάλλον, το ανθρωπογενές περιβάλλον, όχι το φυσικό, δεν είναι αυτό που θα έπρεπε να είναι.

Και σε αυτό δεν φταίει μόνο το κράτος, υπάρχει και μια αισθητική των ιδιωτικών κατασκευών, η οποία είναι  δραματική σε πάρα πολλά σημεία και στις πόλεις της Κρήτης, γιατί και στο Ρέθυμνο το βλέπει αυτό κανείς και στο Ηράκλειο πάρα πολύ έντονο παρά τις προσπάθειες που έχουν γίνει από τις Δημοτικές Αρχές.

Άρα υπάρχει ένα τέτοιο θέμα πάρα πολύ σοβαρό. Και βέβαια υπάρχουν ανισότητες που δεν φαίνονται, διότι έχεις τις μονάδες μικρότερης κατηγορίας, έχεις τα ενοικιαζόμενα δωμάτια, έχεις τον ανταγωνισμό από το all inclusive αλλά και αυτό δεν μπορείς να το αποφύγεις γιατί είναι ένα μοντέλο το οποίο κυριαρχεί.
Άρα πρέπει να μιλήσουμε και εδώ για την επιμήκυνση της περιόδου, για θεματικές μορφές τουρισμού που δεν έχουν αναπτυχθεί παρότι θα μπορούσαν να έχουν αναπτυχθεί στην Κρήτη και είναι μια προοπτική που έχει η τουριστική βιομηχανία εδώ στην Κρήτη και γενικότερα στην Ελλάδα.

Φυσικά το μεγάλο θέμα και για τον τουρισμό όπως και για τη μεταποίηση και για την αγροτική παραγωγή και τη βιομηχανία τροφίμων, που πρέπει να τη συμπεριλαμβάνουμε πάντα, δίπλα στον πρωτογενή τομέα είναι οι χρήσεις γης. Δεν μπορέσαμε ποτέ να λύσουμε το ζήτημα του χωροταξικού σχεδιασμού και των χρήσεων γης, γίνανε βήματα, έχουμε τεράστια νομικά προβλήματα, όπως έχουμε τεράστια νομικά προβλήματα και με την αυθαίρετη δόμηση. Δεν είναι εύκολο να τα αντιμετωπίσεις αυτά γιατί τελούν κάτω από πολύ αυστηρό δικαστικό έλεγχο.

Έχω παρακαλέσω τώρα τον κ. Μανιάτη που παίρνει τις αρμοδιότητες του χωροταξικού σχεδιασμού να θέσει ως πρώτη του προτεραιότητα στο Υπουργείο Περιβάλλοντος το ζήτημα αυτό των χρήσεων γης και όπου έχουμε πρόβλημα να μπορέσουμε να το λύσουμε το πρόβλημα αυτό μέσα από μια καλή πρακτική συνεργασία και με το Συμβούλιο Επικρατείας.

Δεν είναι εύκολο, δεν είναι και ακατόρθωτο. Χρειάζεται μια σειρά από κινήσεις απλές, καλά οργανωμένες που πρέπει να γίνουν. Και ελπίζω ότι θα βοηθήσετε και εσείς με πολύ συγκεκριμένες προτάσεις στο ζήτημα αυτό. Επηρεάζονται οι αξίες της γης, επηρεάζονται πολύ μεγάλα συμφέροντα ιδιωτικά. Έχεις σοβαρά προβλήματα με τις ρυμοτομικές απαλλοτριώσεις, έχεις πάρα πολύ σοβαρά προβλήματα τώρα με τα σύνθετα τουριστικά καταλύματα, με την τουριστική κατοικία, γιατί φυσικά αυτό πρέπει να γίνει με έναν τρόπο που δεν θα αναπαράγει τα προβλήματα της παλιάς ξενοδοχειακής υποδομής.

Αυτή τη στιγμή έχεις απαξιωμένες υποδομές και πρέπει να κάνεις οργανωμένη απόσυρση ξενοδοχειακών υποδομών, γιατί πληρώνεις τα κατάλοιπα της 10ετίας του ’70 και των αρχών της 10ετίας του ’80. Αν θέλεις να κάνεις ένα μοντέλο τουριστικής ανάπτυξης που δεν θα έχει τις ασθένειες του ισπανικού – ας το πούμε έτσι – μοντέλου και θα είναι κάτι σοβαρότερο και ανθεκτικότερο στο χρόνο.

Και αυτό πρέπει να το δούμε χωρίς να ενθουσιαζόμαστε από τις αφίξεις. Πρέπει να βλέπουμε την κατανάλωση κατά κεφαλή, πρέπει να βλέπουμε την επαναληπτικότητα, το άνοιγμα νέων αγορών, πρέπει να βλέπουμε τη διάχυση στην ελληνική επικράτεια, τη διάχυση στους επιμέρους κλάδους, όλα αυτά τα οποία τα ξέρετε πολύ καλύτερα από εμένα αλλά βεβαίως το κράτος είναι αυτό που πρέπει να σας δώσει απαντήσεις αλλά και εσείς πρέπει να παίρνετε τις πρωτοβουλίες σε ένα ιδιωτικό επίπεδο, χωρίς να περιμένετε πάντα το κράτος, γιατί η επιχειρηματικότητα δεν πρέπει να εξαρτάται από το κράτος.

Υπάρχουν τα σοβαρά προβλήματα του πρωτογενούς τομέα, τα οποία εθίγησαν τελευταία στιγμή ακροθιγώς αλλά εγώ τα παρακολουθώ και τα ξέρω. Είπε η κα Γκερέκου θα κάνουμε μια ημερίδα για τον αγροτουρισμό και είναι μια ευκαιρία να έρθει και η Υπουργός Τουρισμού και ο Υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης να δούμε επιτόπου τα προβλήματα αυτά, κυρίως της κτηνοτροφίας.

Ένα μεγάλο πρόβλημα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών και του ελλείμματος που είχαμε ήταν η κτηνοτροφία. Το μοντέλο ανάπτυξης, επειδή άκουσα για το όραμα, για το τι θα γίνει το 2014, το 2015, εάν παίρναμε το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών του 2007 που η Ελλάδα γιόρτασε το έτος ανταγωνιστικότητας και είχε εκτινάξει το έλλειμμά της του εμπορικού ισοζυγίου ή αν παίρναμε το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου του ‘9 και το αντιστρέφαμε, δηλαδή λέγαμε πώς θα καλύψουμε το έλλειμμα αυτό, θα είχαμε το μοντέλο ανάπτυξης.

Άρα πρέπει βεβαίως να επενδύσεις τους ενεργειακούς σου πόρους. Το κάνουμε αυτό, κάνουμε τις έρευνες, αντιμετωπίζουμε ζητήματα ενεργειακής διπλωματίας, εξωτερικής πολιτικής, αγωγοί, Κύπρος, Ισραήλ, Ανατολική Μεσόγειος.

Το δεύτερο είναι η κτηνοτροφία όσο και αν φαίνεται περίεργο. Το πρώτο είναι ενεργειακή πολιτική που είναι στον πυρήνα της εξωτερικής πολιτικής, το δεύτερο είναι η κτηνοτροφία. Τεράστιες δυνατότητες ανάπτυξης. Η κτηνοτροφία είναι οχλούσα δραστηριότητα, πας να κάνεις ένα στάβλο έχεις περιβαλλοντικό πρόβλημα, πας να κάνεις ένα σφαγείο έχεις τεράστιο περιβαλλοντικό πρόβλημα.

Έχετε εδώ αλλαντοβιομηχανίες υποδειγματικές, οι οποίες έχουν χοιροτροφεία και οι διπλανές οι γείτονες διαμαρτύρονται για τις οσμές και τις οχλήσεις διότι υπάρχει πολύ σοβαρό πρόβλημα. Αυτά δεν λύνονται έτσι, αυτά δεν λύνονται καν πολιτικά γιατί ο κάθε ενοχλούμενος μπορεί να πάει στο δικαστήριο και να δημιουργήσει ένα τεράστιο πρόβλημα.

Και επίσης πρέπει εσείς να διαφυλάξετε την επωνυμία των προϊόντων σας. Δεν είναι δυνατόν να είναι στα ξενοδοχεία εισαγόμενα προϊόντα και δεν είναι δυνατόν ποτέ ένα προϊόν να εμφανίζεται ως κρητικό και να μην είναι. Και αυτό έχει πολύ μεγάλη σχέση με την τυποποίηση του ελαιολάδου και με τα κριτήρια της κρητικής διατροφής και την πιστοποίηση της ποιότητας αυτής.

Στη Γαλλική Ακαδημία  υπάρχουν δύο ακαδημαϊκοί που προέρχονται από το χώρο της γαστρονομίας. Είναι μια επιστήμη, είναι ένα εθνικό προϊόν. Τι να σας πω για την ιταλική κουζίνα, που είναι η πιο εύκολη μορφή κουζίνας;

Εμείς ξέρετε σε όλο τον κόσμο τώρα συνυπάρχουμε στο πλαίσιο μιας μεσογειακής σύνθεσης με την τουρκική κουζίνα, με τη λιβανέζικη κουζίνα και πρέπει να γίνει πολύ μεγάλη προσπάθεια να διατηρηθεί η διεθνής επωνυμία της ελληνικής κουζίνας, η οποία είναι πολύπλοκη. Δεν έχει ούτε την απλότητα και τη φθήνια της ιταλικής ούτε βεβαίως τη διεθνή επιβολή, δεκαετίες τώρα, αιώνες, λόγω διπλωματίας που έχει η γαλλική κουζίνα. Είναι πολύπλοκη στα υλικά της, στην παρασκευή της, θέλει δουλειά. Δεν είναι μια απλή ιστορία.

Άρα και αυτό είναι κάτι που πρέπει να το δουλέψετε πολύ προσεκτικά.  

Υπάρχει πρόβλημα στις σχέσεις επιχειρηματικού κόσμου του τραπεζικού συστήματος, υπάρχει το πρόβλημα της αυθαίρετης αλλαγής επιτοκίων, των υπερβολικών εμπράγματων εξασφαλίσεων, υπάρχει πρόβλημα ρευστότητας; Φυσικά υπάρχει, τεράστιο πρόβλημα.

Υπάρχει όμως πρόβλημα διπλό, το οποίο ίσως δεν το έχουμε ποτέ πει καθαρά μεταξύ μας. Η ρευστότητα δεν είναι μόνο πρόβλημα προσφοράς ρευστότητας από τις Τράπεζες, είναι και πρόβλημα ζήτησης ρευστότητας. Μη νομίζετε ότι υπάρχει καμιά σπουδαία ζήτηση ρευστότητας διότι οι επιχειρηματίες και όταν λέω οι επιχειρηματίες, εννοώ οι μικροί και μεσαίοι, ο μεγάλος όγκος, όχι λίγες άμεσες ξένες επενδύσεις, οι οποίες είναι δακτυλοδεικτούμενες. Αυτό που γίνεται καθημερινά, να κάνεις ένα μικρό εκσυγχρονισμό, να αγοράσεις ένα ψυγείο καινούριο, να κάνεις μια ανακαίνιση της εγκατάστασής σου, να ελαιοχρωματίσεις και να κάνεις μια μικρή επέκταση.

Αυτά δεν γίνονται γιατί υπάρχει ο φόβος της οικονομικής κρίσης και πρέπει να αλλάξει η ψυχολογία και του επιχειρείν. Άρα υπάρχει ένα πρόβλημα ζήτησης ρευστότητας.

Τώρα, στην προσφορά και τους όρους. Φυσικά τα επιτόκια είναι πάρα πολύ ακριβά, είναι πάρα πολύ υψηλά, είναι δυσανάλογα ψηλά. Γιατί συμβαίνει αυτό; Από πού ξεκινάει αυτό; Αυτό ξεκινάει από ότι τα επιτόκια των καταθέσεων είναι πάρα πολύ υψηλά. Ότι υπάρχει και ένας σκληρός πολλές φορές αθέμιτος ανταγωνισμός μεταξύ των Τραπεζών για την προσέλκυση των καταθέσεων και ιδίως των προθεσμιακών καταθέσεων.

Για να καταλάβετε τώρα τη διαφορά μεταξύ ιδιωτικού τομέα  και διαχείρισης του δημοσίου χρέους, θα σας πω ότι χαίρομαι να θυμίζω ότι επί των ημερών μου στο Υπουργείο Οικονομικών μειώθηκε κατά 130 δις το χρέος.

Επίσης πρέπει να σας πω ότι το μέσο επιτόκιο διαχρονικά του ελληνικού δημοσίου χρέους για τα επόμενα 40 χρόνια, ξέρετε πόσο είναι; Είναι 2,3%. Αυτή τη στιγμή το ελληνικό δημόσιο χρέος είναι διευθετημένο με ένα μέσο επιτόκιο 2,4%, δηλαδή σκανδαλωδώς μικρό επιτόκιο.  

Ακόμη και αν χρειαστεί να κάνουμε μια έκδοση εντόκων γραμματίων για να αντλήσουμε  κάποια κεφάλαια με 6 με 7% στις πιο άσχημες συνθήκες δημοσίου δανεισμού δεν επηρεάζει σε τίποτε το μέσο επιτόκιο διαχρονικά, γιατί αυτό χάνεται μέσα στα 50 επόμενα χρόνια, όπως είναι κλιμακωμένο το χρέος μας τώρα, το οποίο είναι και μακροπρόθεσμο και χαμηλού επιτοκίου και μεγάλης περιόδου χάριτος και μακράς περιόδου εξόφλησης.

Είναι λογικό αυτό, το λένε πολλοί και το ακούω. Μα είναι δυνατόν το κράτος να κάνει κούρεμα, να πληρώνουμε 50 δις στις Τράπεζες και να μην μπορούμε να διαγράψουμε τα χρέη και να μην μπορούμε να κάνουμε κούρεμα στα ιδιωτικά χρέη;

Καταρχάς στηρίξαμε τις Τράπεζες με δανεικά. Η άλλη λύση ήταν η στήριξη όπως έγινε στην Κύπρο, δηλαδή να τα επωμιστούν όλα αυτά οι καταθέτες. Στηρίζοντας τις Τράπεζες, στηρίζουμε τις καταθέσεις. Στηρίζοντας τις καταθέσεις, στηρίζουμε τη δυνατότητα επιστροφής καταθέσεων. Στηρίζουμε τη δυνατότητα να αυξηθεί η ρευστότητα, δηλαδή να μοχλευτούν οι καταθέσεις και να δοθούν δάνεια. Να δοθούν δάνεια με καλύτερο επιτόκιο εάν για τις καταθέσεις δίνουν οι Τράπεζες μικρότερο επιτόκιο.

Επίσης οι Τράπεζες είναι όλες κρατικές. Τώρα να έχουν ιδιωτική διοίκηση αυτό δεν σημαίνει και τίποτε γιατί η Γενική Συνέλευση είναι το Δημόσιο. Υπάρχει το monitoring trustee, υπάρχει ο Επίτροπος, υπάρχει η Γενική Συνέλευση των προνομιούχων μετόχων, ασφυκτικός κλοιός. Δεν μπορεί να κάνει κανείς τίποτε ούτε τις πρακτικές που μου είπατε ότι μπορεί να προωθεί κάποιους πλειστηριασμούς στο 1/10ο της αντικειμενικής αξίας, να κάνουν εικονικούς πλειστηριασμούς, να τα μεταπωλούν αμέσως σε ένα οργανωμένο σχέδιο αλλαγής χεριών.

Αυτό είναι κάτι που μπορεί να το ελέγξει και πρέπει να το ελέγξει αμέσως και η Τράπεζα της Ελλάδος και το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας και οι Επίτροποι του Ελληνικού Δημοσίου στα Συμβούλια των Τραπεζών και θα συνεννοηθώ μόλις γυρίσω στην Αθήνα για το θέμα αυτό να δω αν υπάρχουν τέτοιες πρακτικές από ελληνικές Τράπεζες και να τις σταματήσουμε τις πρακτικές αυτές.

Είμαι υπέρ των ρυθμίσεων των πιο γενναιόδωρων και χαλαρών ρυθμίσεων. Δεν μπορεί το δάνειο να είναι κόκκινο και μη εξυπηρετούμενο, δεν βολεύει την Τράπεζα. Από την άλλη η νομική διαγραφή ενός δανείου, μπορεί να σημαίνει ότι αυξάνουν οι ανάγκες ανακεφαλαιοποίησης των Τραπεζών, οπότε το ερώτημα είναι ποιος θα πληρώσει την ανάγκη αυτή.

Αν την πληρώσει το κράτος την πληρώνει ο φορολογούμενος, εάν την πληρώσει ο καταθέτης θα σηκωθεί να φύγει. Δεν πρόκειται να μείνει, θα πάει σε μια ξένη Τράπεζα ούτε μπορείς να τον πιέσεις για λόγους πατριωτισμού να μείνει. Άρα μπαίνουμε σε ένα φαύλο κύκλο.

Όποιοι λένε ότι θα κάνουμε διαγραφή των χρεών κατά  τρόπο αντίστοιχο με το PSI στις Τράπεζες λένε ψέματα, γιατί αυτό θα το πληρώσει ο φορολογούμενος από την άλλη τσέπη. Πληρώνουμε τώρα 50 δισεκατομμύρια; Τα 50 δισεκατομμύρια μήπως οφείλονται στο PSI;

Από τα 50 δισεκατομμύρια να ξέρετε 22 οφείλονται στο PSI, από αυτά πουλώντας τις μετοχές πρέπει να πάρουμε τουλάχιστον 16. Πού οφείλονται τα άλλα; Στην κακή λειτουργία του τραπεζικού συστήματος, στα κακά δάνεια, στη Black Rock. Αυτή είναι η πραγματικότητα και πρέπει τώρα να τραβήξουμε μια γραμμή και να οργανώσουμε το τραπεζικό σύστημα σε μια υγιή βάση. Αυτό πρέπει να γίνει.

Άρα να πιέσουμε τα επιτόκια και αυτό το νόημα έχει η λειτουργία του ΕΤΕΑΝ και η λειτουργία αυτού του καινούριου θεσμού, που προσπαθούμε να οργανώσουμε το Institution for Growth που θα είναι ένα fund το οποίο θα χρηματοδοτεί μαζί με τις Τράπεζες για να κατεβάζει το μέσο επιτόκιο. Δεν είναι τίποτε πολύπλοκο ή μια άλλη Τράπεζα ή μια άλλη δομή. Θα βοηθάει δίνοντας και αυτό κάποια φθηνότερα κεφάλαια να πέφτει το μέσο επιτόκιο άρα να είναι πιο ευνοϊκοί οι όροι χρηματοδότησης. Αλλά αυτά όσο και αν φαίνονται τεχνικά και απλά θέματα, έχουν πολύ μεγάλες δυσκολίες στην εφαρμογή τους και θέλει ένα κλίμα. Ένα κλίμα και μια συναίνεση.

Υπάρχει η τουρκική παρουσία στην Ελλάδα; Βεβαίως υπάρχει. Και τα παράλιά μας στα Δωδεκάνησα είναι γεμάτα από τουρκικά σκάφη αναψυχής, τα οποία είναι φθηνά, είναι καλά, είναι ξύλινα, είναι ναυπηγημένα στην Τουρκία και προσφέρουν πολύ υψηλές υπηρεσίες.

Εμείς όμως έχουμε τη Finance Bank στην Τουρκία, έχουμε μια από τις μεγαλύτερες Τράπεζες υπό τον έλεγχο της Εθνικής Τράπεζας. Ελέγχουμε έναν πυλώνα του τουρκικού πιστωτικού συστήματος και είναι αυτό ένα πολύ μεγάλο περιουσιακό στοιχείο της Εθνικής Τράπεζας. Για σκεφτείτε λίγο τι συμβαίνει.

Επίσης να θυμάστε πάντα γιατί περνάνε οι γενιές, ότι το 1921, όταν έγινε η μικρασιατική εκστρατεία, ΄20, ΄21, ΄22 η Ελλάδα είχε πληθυσμό 7.500.000 και η Τουρκία είχε πληθυσμό 13.000.000. Και τώρα εμείς έχουμε πληθυσμό 10.000.000 και η Τουρκία τείνει στα 80.000.000. Να έχουμε μια αίσθηση του πώς έχουν αλλάξει τα μεγέθη. Ποια ήταν η σχέση η πληθυσμιακή και ποια είναι η σχέση η πληθυσμιακή.

Και βεβαίως εμείς θέλουμε να έχουμε μια παρουσία στην Τουρκία επιχειρηματική ανά πάσα στιγμή, εδώ μας κακοφαίνεται είτε γιατί υπάρχει η Θράκη, είτε γιατί υπάρχει η Δωδεκάνησος, είτε γιατί υπάρχει ευαισθησία σε σχέση με την αγορά ακινήτων από αλλοδαπούς σε παραμεθόριες περιοχές. Πρέπει να ισορροπήσουμε λίγο πως βλέπουμε το πλαίσιο αυτό.

Και βεβαίως πρέπει να δούμε συνολικά την κατάσταση στον ξενοδοχειακό κλάδο. Εγώ δεν θεωρώ ότι είναι μια καλή κατάσταση, θεωρώ ότι από πίσω βράζει ένα πρόβλημα, το οποίο έχουμε πει πολλές φορές ότι είμαστε διατεθειμένοι να καθίσουμε να το συζητήσουμε αλλά κανείς δεν είναι διατεθειμένος να συζητήσει τα επιχειρηματικά του προβλήματα μέσα από συλλογικούς φορείς.

Δηλαδή θα έρθει το Ξενοδοχειακό Επιμελητήριο ή ο ΣΕΤΕ να μιλήσει με το κράτος για το πώς οργανώνουμε την τουριστική πολιτική; Δεν πρόκειται να σου πει ο κάθε επιχειρηματίας τι κάνει και τι έχει. Ούτε μπορεί η κυβέρνηση να ζητά από τις Τράπεζες το προφίλ των επιχειρήσεων σε κανέναν κλάδο γιατί από ένα σημείο και μετά δεν είναι και σωστό αυτό. Είναι μια συλλογή και επεξεργασία πληροφοριών, η οποία δεν πρέπει να γίνεται από το κράτος.

Ο Τειρεσίας όμως είναι ένα μεγάλο θέμα και συμφωνώ και το έχουμε θέσει από μήνες τώρα. Και έχω ζητήσει από την Ένωση Τραπεζών και το έχω ξαναζητήσει και θα το ξαναζητήσω χαλάρωση του Τειρεσία. Πρέπει οι άνθρωποι να μπορούν να μη γράφονται και να φεύγουν, να βγαίνουν, δηλαδή να αποκαθίστασαι, γιατί δεν είναι δυνατόν με μια επιταγή, με μια καθυστέρηση να είσαι στιγματισμένος στον Τειρεσία. Αυτό είναι πρώτο θέμα που πρέπει να γίνει.

Ρυθμίσεις. Εμείς όπως είπε ο Βασίλης είχαμε μια άλλη προσέγγιση στις ρυθμίσεις. Το έχουμε ξανακάνει αυτό. Ψηφίσαμε κάποια στιγμή πολύ καλές ρυθμίσεις και μας αναγκάσανε υπό την πίεση των δόσεων να τις πάρουμε πίσω. Και τώρα δεν έγινε δεκτό αυτό που θέλαμε και δεν έγινε και κατανοητή η διαφορά μεταξύ φορολογικών και ασφαλιστικών ρυθμίσεων, γιατί στις ασφαλιστικές έχουν πολύ μεγάλη σημασία οι τρέχουσες υποχρεώσεις, οι φορολογικές, οι συσσωρευμένες και οι ληξιπρόθεσμες. Και το αποτέλεσμα είναι βέβαια να μην αποδίδουν οι ρυθμίσεις.

Άρα στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης με την τρόικα είναι ξανά οι ρυθμίσεις, γιατί δεν αποδίδουν με χαρακτηριστικό παράδειγμα τον ΟΑΕΕ, είναι στο τραπέζι φυσικά ο ΦΠΑ στην εστίαση, το θέσαμε και έχουν υποσχεθεί ότι θα μας δώσουν απάντηση τώρα, πριν βγει το καλοκαίρι σε σχέση με το Φόρο Προστιθέμενης Αξίας.

Βεβαίως αυτό έχει μια ψυχολογική και συμβολική επιρροή γιατί  μετακύλιση στην κατανάλωση δεν είναι εύκολο να γίνει, το καταλαβαίνω αυτό αλλά από την άλλη μεριά πρέπει να δούμε το μείζον θέμα της παραοικονομίας όπως ετέθη. Γιατί η παραοικονομία διογκώνεται, αναμφίβολα διογκώνεται. Και γι΄ αυτό διορθώνεται ο Κώδικας Φορολογίας Εισοδήματος τώρα σε σχέση με τις αποδείξεις. Γιατί ήταν λάθος η αρχική ρύθμιση, που στην πραγματικότητα καταργεί τις αποδείξεις και το κίνητρο συλλογής αποδείξεων.

Γιατί το αποτέλεσμα είναι βέβαια να διογκώνεται η φοροδιαφυγή και η παραοικονομία και φυσικά αν σε κάθε οικιακή εργασία το ερώτημα είναι, θέλεις 100 χωρίς απόδειξη ή 123 με απόδειξη, αν ο καταναλωτής δεν έχει κανένα κίνητρο να κάνει μια ολοκληρωμένη συναλλαγή, γιατί να το κάνει;

Θα μου πείτε με την ίδια ευκολία που το 100 γίνεται 123 θα μπορούσε το 100 να γίνει 80 διότι η τιμολόγηση σε πάρα πολλά θέματα είναι μια αυθαίρετη τιμολόγηση προσφοράς υπηρεσιών. Και γι΄ αυτό έχει σημασία να ανοίξει η αγορά.

Σε σχέση τώρα με τις Κυριακές. Εμείς ήμασταν κατά του ανοίγματος τις Κυριακές. Έπρεπε η κυβέρνηση να λειτουργήσει, η κυβέρνηση δεν είναι κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ ούτε κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, είναι κυβέρνηση στην οποία συνυπάρχουμε για λόγους εθνικής ανάγκης. Πρέπει να κάνουμε συμβιβασμούς.
Ο συμβιβασμός είναι ότι 7 Κυριακές προβλέπει ο νόμος και για τις υπόλοιπες, για τα καταστήματα που είναι κάτω των 250 τετραγωνικών, άρα όχι για τα πολυκαταστήματα αποφασίζει ο περιφερειάρχης και ο δήμαρχος. Εάν δεν αποφασίσει σε δύο μήνες, τότε ισχύει ο νόμος ότι μπορεί να ανοίγει ο καθένας αν θέλει ή αν δεν θέλει.

Άρα θα μου πείτε η Τοπική Αυτοδιοίκηση. Ναι να φωνάξει τον Εμπορικό Σύλλογο να δει την περιοχή και ειλικρινά δεν ήξερα στο Ρέθυμνο και δεν το ξέρω κιόλας αν η περιοχή θεωρείται τουριστική, αν κάποιοι ανοίγουν την Κυριακή ή δεν ανοίγουν. Δεν ξέρω, τι περιοχή είναι το Ρέθυμνο.

Στον αστικό ιστό υπάρχουν ξενοδοχεία πλαζ, μέσα στην πόλη του Ρεθύμνου, δεν νομίζω ότι αυτό συμβαίνει σε πολλές πόλεις, μέσα στην πόλη του Ρεθύμνου κυκλοφορούν με μαγιό και  πηγαίνουν στην πλαζ. Άρα το Ρέθυμνο τι είναι; Είναι τουριστικό, δεν είναι; Δεν το ξέρω.

Αυτό θα το κρίνετε εσείς. Θα έρθει τώρα ο δήμαρχος, θα έρθει η αντιπεριφερειάρχης να πάρει μια απόφαση και εσείς θα το κρίνετε μόνοι σας με τις συλλογικές σας διαδικασίες και θα πείτε να ανοίγει ή να μην ανοίγει.

Γιατί να μην πάρει την απόφαση αυτή η Βουλή; Είναι σωστό να λυθεί το θέμα αυτό σε τοπικό επίπεδο γιατί ανακαλύπτω διάφορες ιδιομορφίες. Δηλαδή στην Αθήνα, το Χαλάνδρι είναι τουριστική περιοχή, η Αγία Παρασκευή δεν είναι. Το Δημοτικό Διαμέρισμα Α΄ του Δήμου Αθηναίων που είναι η Πλάκα, το Μοναστηράκι κλπ. είναι, το άλλο δεν είναι.

Εν πάση περιπτώσει πρέπει να βοηθάει η κοινωνία, πρέπει να βοηθάει και η Τοπική Αυτοδιοίκηση να ξεπερνάμε τα προβλήματα αυτά με έναν τρόπο ο οποίος είναι οργανωμένος και υπεύθυνος κοινωνικά.

Δεν ξέρω αν παρέλειψα κάποιο από τα θέματα τα οποία τα έχω σημειώσει όλα, θα τα ξαναδώ και στο υπόμνημα της Νομαρχίας. Να σας πω δύο πολιτικά λόγια και να κλείσουμε. Η κατάσταση είναι δύσκολη, σας εξήγησα τους λόγους για τους οποίους είναι δύσκολη παντού και δεν μπορούσε να είναι και εύκολη. Θα αλλάξουν οι συσχετισμοί αν αγωνιστούμε.  

Θα μου επιτρέψετε να πω ότι εδώ ο κομβικός παράγων όσο και αν σας φαίνεται περίεργο εις πείσμα κάποιων που υποτιμούν το ΠΑΣΟΚ και καμαρώνουν ότι αυτοί έχουν πείσει ένα μέρος της παλιάς παραδοσιακής εκλογικής βάσης του ΠΑΣΟΚ να τους προτιμά, το ΠΑΣΟΚ είναι ο καθοριστικός παράγων για τους Ευρωπαίους σοσιαλιστές, για τον ευρωπαϊκό πολιτικό νότο, για την απάντηση στο ερώτημα αν μπορεί να υπάρξει μια άλλη ευρωπαϊκή πολιτική που να μην είναι νεοφιλελεύθερη και πολιτικά συντηρητική.

Οι επόμενες ευρωπαϊκές εκλογές έχουν πολύ μεγάλη σημασία. Γι΄ αυτούς που λένε, πώς είναι δυνατόν να συνεργάζεστε με τη Νέα Δημοκρατία; Μήπως ταυτίζεστε ή γίνεστε συνιστώσα της δεξιάς; Πρέπει να σας πω ότι το παιχνίδι παίζεται μέσα στην κυβέρνηση. Τώρα στην κυβέρνηση υπάρχουν τα δύο μεγάλα ευρωπαϊκά κόμματα, το Λαϊκό που είναι το δεξιό και το Σοσιαλιστικό και κατεβαίνουμε με τα προγράμματά μας σε πανευρωπαϊκό επίπεδο.

Εμείς θα κατέβουμε με τον Μάρτιν Σουλτς υποψήφιο για την Προεδρία της Επιτροπής, οι Λαϊκοί θα κατέβουν με όποιον διαλέξουν. Κάποιον που θα διαδεχτεί τον κ. Μπαρόζο ή με τον ίδιο τον κ. Μπαρόζο. Πάμε να κρίνουμε τη σύνθεση του Κοινοβουλίου, πάμε να κρίνουμε τον Πρόεδρο και τη σύνθεση της Επιτροπής και βέβαια θα έχουμε και το Συμβούλιο με βάση τα εθνικά δεδομένα. Γιατί ο Γερμανός θα ψηφίσει αυτό που θέλει, ο Αυστριακός αυτό που θέλει, μέσα στους επόμενους μήνες έχουμε εκλογές παντού. Έχουμε εκλογές σε πολλές μεγάλες χώρες.

Η Γερμανία κάνει εκλογές, η Αυστρία κάνει εκλογές, το Λουξεμβούργο μικρή χώρα με μεγάλη επιρροή κάνει εκλογές, άρα θα έχουμε αλλαγή του  χάρτη. Η Ιταλία μπορεί να πάει σε εκλογές, η Πορτογαλία κρέμεται από μια κλωστή. Παραδόξως η Ελλάδα έχει μεγαλύτερη σταθερότητα από ότι μπορεί να υποθέσει κανείς δια γυμνού οφθαλμού και αυτό είναι ένα πολύ μεγάλο πλεονέκτημα, το οποίο το λέτε για τον τουρισμό; Δεν το κάναμε αυτό για τον τουρισμό, το κάναμε για όλη τη χώρα. Για τις αντοχές της οικονομίας και της κοινωνίας, φυσικά και για τον τουρισμό αλλά όχι πρωτίστως για τον τουρισμό.

Αυτά είναι τα ερωτήματα. Τώρα υπάρχει η προσέγγιση, υιοθετώ κάθε αντίρρηση, οργανώνω αντισυγκεντρώσεις, φωνάζω, δεν έχω τίποτε να πω, είμαι μια αντιπολίτευση που δεν έχω άποψη, δεν στηρίζω, δεν είναι τόσο απλό.

Είδα ότι ο Πορτογάλος Πρόεδρος της Δημοκρατίας καλεί σήμερα τους φίλους μας και συντρόφους μας τους Πορτογάλους σοσιαλιστές, που είναι μια σκληρή αντιπολίτευση να μπουν στην κυβέρνηση, να γίνει κυβέρνηση εθνικής ενότητας. Δεν είναι εύκολο να το απαντήσεις αυτό. Ας τοποθετηθεί και η αξιωματική αντιπολίτευση του ΣΥΡΙΖΑ τι είναι; Είναι ένα κόμμα το οποίο θέλει μια λύση ευρωπαϊκή ή μια λύση εξωευρωπαϊκή;

Θα κάνει κυβέρνηση συνεργασίας με τον κ. Μαριά, γιατί βλέπω τους υπόλοιπους «Ανεξάρτητους Έλληνες» να αντιδρούν; Βλέπω μεγάλη αντιπαράθεση μεταξύ του κ. Τέρενς Κουίκ και του κ. Μαριά; Με ποιους θα κάνει; Το ΚΚΕ έχει διαχωρίσει τη θέση του, δεν μετέχει στη συζήτηση αυτή.

Η ΧΡΥΣΗ ΑΥΓΗ φλερτάρει με τη Νέα Δημοκρατία λένε. Εγώ δεν βλέπω να φλερτάρει με τη Νέα Δημοκρατία τόσο όσο να λειτουργεί με πολύ πρακτικό τρόπο μέσα στο μέτωπο της αντιμνημονιακής αντιπολίτευσης. Εντάξει, φεύγουν ψηφοφόροι, τροφοδοτείται αυτό από παντού, πρωτίστως από τη συντηρητική παράταξη και δεν είναι οι άνθρωποι ναζιστές, ναζιστική είναι η ηγεσία. Αλλά και ο πολίτης που δηλώνει σε μια δημοσκόπηση ότι είμαι οπαδός του Μιχαλολιάκου δεν έχει ευθύνη που το λέει;
Δηλαδή είναι άμοιρος ευθύνης όταν ενθαρρύνει ένα χυδαίο ναζιστή,  που λέει το παιδί, τον αθλητή, τον φίλο μας τον Γιάννη,  προσπαθεί να τον παρουσιάσει με ένα χιμπατζή; Και η ελληνική κοινωνία κάθεται και παρακολουθεί και χαμογελά, λες και αυτά τα πράγματα είναι μια επιθεώρηση θεατρική την οποία την παρακολουθούμε έτσι για να κάνουμε πλάκα; Αυτά είναι τα αντανακλαστικά μιας δημοκρατίας κοινωνίας;  

Αυτό είναι το μεγάλο πρόβλημά μας, είναι ότι έχει χαθεί ο κώδικας αξιών και έχουν χαθεί τα αντανακλαστικά μιας κοινωνίας επειδή έχουμε οικονομική κρίση. Οικονομική κρίση, οικονομική κρίση αλλά η Ελλάδα είναι μέσα στις 30 μεγαλύτερες οικονομίες του κόσμου. Πάντα είναι μέσα στις 30 μεγαλύτερες οικονομίες του κόσμου.

Όταν ακούν τον κατώτατο μισθό στην Ελλάδα οι άλλοι τρελαίνονται, τον μειωμένο, για τους νέους, τον υποκατώτατο μισθό για τους νέους. Διότι φυσικά ο Λιθουανός, ο Λεττονός, ο Βούλγαρος, ο Ρουμάνος, ο Σλοβάκος, ο Σλοβένος, ο Πορτογάλος το βλέπει αυτό και λέει μα είναι δυνατόν;

Όλα αυτά ανάγονται  σε ενιαία μονάδα υπολογισμού. Ένα βασικό θέμα που είχαμε, να το ξέρετε αυτό, είναι ότι ερχόταν πάντα ο Τρισέ στο Συμβούλιο στο EUROGROUP και στο ECOFIN και έδειχνε έναν κατάλογο που έλεγε ότι οι μισθοί στην Ελλάδα από το 2000 που μπήκε η Ελλάδα στην ΟΝΕ μέχρι το 2010 που άρχισε το πρόγραμμα προσαρμογής είχαν αυξηθεί 120%. Και στη Γερμανία είχαν αυξηθεί 26%.

Και άρχιζε η ιστορία αυτή, τι γίνεται, πως είναι δυνατόν, μια επίθεση σε σχέση με την αγορά εργασίας. Τώρα η αγορά εργασίας έχει γίνει ευέλικτη, έχουν ληφθεί μέτρα, έχει ανακτηθεί η ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας από το συντελεστή εργασίας. Τώρα χρειάζεται ανάκτηση της ανταγωνιστικότητας από το συντελεστή κεφάλαιο.

Έχουν συνεισφέρει οι εργαζόμενοι, πρέπει να συνεισφέρει και ο κόσμος του επιχειρείν και ο καθένας σε μικρό επίπεδο. Όταν έχεις 2, 3, 5, 10 εργαζόμενους μια οικογένεια είσαι, δεν υπάρχει διάκριση μεταξύ εργοδότη και εργαζόμενου γιατί στο ίδιο καζάνι βράζεις αλλά μιλάμε και για μεγαλύτερες επιχειρήσεις, οι οποίες βεβαίως έχουν την υποχρέωση και αυτές να συνεισφέρουν.

Βέβαια αντιλαμβάνομαι ότι όταν έχεις την Τράπεζα, την Εφορία, το ασφαλιστικό Ταμείο, την πίεση των τιμών, λες ποιος είναι ο εύκολος στόχος. Ο εύκολος στόχος είναι το κόστος το εργατικό αλλά αυτό πια έχει συνεισφέρει στην αποκατάσταση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας και γι΄ αυτό δεν μας ζητούν. Ή όταν μας ζητάνε αποκρούουμε εύκολα αυτού του είδους τα επιχειρήματα.

Άρα θέλει να τα συζητήσουμε αυτά, πρέπει όμως στη συζήτηση να μπουν όλοι όμως. Δεν είναι δυνατόν να γίνεται μια συζήτηση στην οποία μετέχουμε εμείς, μετέχετε εσείς, είναι απούσα η αντιπολίτευση. Κάποιοι λένε εγώ δεν μετέχω στη συζήτηση, κάνω απεργία μέχρι να πέσει η κυβέρνηση. Κάνε απεργία μέχρι να πέσει η κυβέρνηση αλλά οι μισθοί θα κόβονται τώρα. Δεν υπάρχουν χαβαλέ απεργίες, όπου κάνω απεργία αλλά παίρνω και το μισθό μου. Ή παίρνω από το ταμείο του εργοδότη ενός μεγάλου φορέα του δημόσιου τομέα επιχορήγηση στην Ομοσπονδία για να πληρώνω τις αποδοχές στην περίοδο απεργίας. Γιατί και αυτά τα έχουμε ζήσει.

Αυτά αλλάζουν τώρα. Όποιος θέλει να κάνει θα κάνει με κόστος, με κοινωνικό και προσωπικό κόστος, για να είμαστε όλοι, ο καθένας να έχει μια αίσθηση ευθύνης, γιατί όλοι τα έχετε ζήσει αυτά. Έχετε δει καμιά απεργία στον ιδιωτικό τομέα; Δεν υπάρχει αυτό το φαινόμενο, υπάρχει μόνο στο δημόσιο. Προστατευμένη απεργία.
Αυτή είναι η κατάσταση. Νομίζω ότι τώρα που ήρθε η ώρα της αλήθειας και χαίρομαι γιατί αρχίσαμε να λέμε αλήθειες, θα συνεννοηθούμε καλύτερα. Εάν αυτή η συνεννόηση οδηγεί στο να κερδίσουμε εκλογικά και πολιτικά καλώς να έρθει. Αν οδηγεί στο να χάσουμε καλώς να έρθει. Αλλά εμείς θα έχουμε πει την αλήθεια. Δεν πρόκειται να πούμε εύκολα λόγια και ψέματα διότι αυτό δεν οδηγεί πουθενά.

Σας ευχαριστώ πολύ.

 

Tags: Η Εξέλιξη της ΚρίσηςΜοντέλο ΑνάπτυξηςΕκφασισμός | ΝεοναζισμόςΠΑ.ΣΟ.ΚΠολιτικές Ομιλίες, 2013