Αθήνα, 17 Δεκεμβρίου 2015
Άρθρο Ευάγγελου Βενιζέλου στην Athens Voice
Υπνοβάτες στα χαρακώματα
Α. Κυκλοφορεί υπό διάφορες εκδοχές μια αλληλουχία πολιτικών σκέψεων που μπορεί να κωδικοποιηθεί ως εξής:
1. Η ήττα των κομμάτων που διαχειρίστηκαν την κρίση μέχρι τις εκλογές του Ιανουαρίου 2015 ήταν αναπόφευκτη λόγω των κοινωνικών και οικονομικών επιπτώσεων της δημοσιονομικής προσαρμογής και των διαρθρωτικών αλλαγών αλλά και λόγω των ιστορικών ευθυνών τους για τη διαχείριση του παρελθόντος, δηλαδή της μεταπολιτευτικής περιόδου που ναι μεν ανύψωσε εντυπωσιακά το επίπεδο ζωής, διαμόρφωσε όμως παραλλήλως τις προϋποθέσεις της κρίσης.
2. Η σχετική πλειοψηφία του εκλογικού σώματος ήθελε μετά πέντε χρόνια σκληρών μέτρων να δοκιμάσει μια άλλη προγραμματική πρόταση και ένα άλλο πολιτικό προσωπικό. Έδωσε συνεπώς κάποια βάση στις υποσχέσεις του Ιανουαρίου, τις δημαγωγικά αντιμνημονιακές. Τις στήριξε με απελπισμένη δύναμη στο ξεχασμένο δημοψήφισμα του Ιουλίου. Αλλά αποδέχθηκε τελικά τον Σεπτέμβριο την πλήρη μεταστροφή και μάλιστα υπό τους σκληρούς όρους του τρίτου μνημονίου αναθέτοντας τη διαχείριση του –και μαζί τη διαχείριση της προοπτικής της χώρας– στον κ. Τσίπρα και όσους τον ακολούθησαν πιστά στην «ρεαλιστική» στροφή, με πρώτο εταίρο και συνεργό τον κ. Καμμένο.
3. Καλώς ή κακώς η χώρα βρίσκεται τώρα στην αδήριτη ανάγκη να ολοκληρώσει επιτέλους την δημοσιονομική προσαρμογή και τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις. Ακόμη και αν είναι προφανής η οπισθοχώρηση σε σχέση με τα δεδομένα του Δεκεμβρίου 2014, ακόμη και αν έγιναν τραγικά διαπραγματευτικά λάθη τους τελευταίους ένδεκα μήνες, τώρα δεν υπάρχει άλλη λύση. Η συντριπτική πλειοψηφία του εκλογικού σώματος έχει αποδεχθεί πλέον όχι γενικά και αόριστα το ευρωπαϊκό πλαίσιο αλλά το μνημόνιο.
23 Νοεμβρίου 2015
Άρθρο Ευ. Βενιζέλου στο capital.gr
Η Τράπεζα του Ψεύδους δεν ανακεφαλαιοποιείται εύκολα
Όταν το Φεβρουάριο του 2012 συμφωνήθηκε με τα κράτη - μέλη της ευρωζώνης, τους ευρωπαϊκούς θεσμούς και το ΔΝΤ το δεύτερο πρόγραμμα στήριξης της ελληνικής οικονομίας, προβλέφθηκαν 50 δις για την ανακεφαλαιοποίηση (των βιώσιμων / συστημικών) και την εκκαθάριση (των μη βιώσιμων) ελληνικών τραπεζών. Το δεύτερο αυτό πρόγραμμα περιλάμβανε ονομαστική μείωση του ελληνικού δημοσίου χρέους κατά 126 δις ευρώ ( 106 μέσω του PSI και 20 μέσω της επαναγοράς ομολόγων ) και επιπλέον μείωση του χρέους σε καθαρή παρούσα αξία, λόγω των εξαιρετικά ευνοϊκών όρων του δανείου του EFSF, που έφτανε τα άλλα 100 δις ευρώ και συνιστούσε ένα ολόκληρο OSI ( official sector involvement ) υπέρ της Ελλάδος με μείωση παρούσας αξίας χρέους ίση με το 49% του ΑΕΠ του 2013.
Η ανακεφαλαιοποίηση των συστημικών και η εκκαθάριση ( resolution ) των μη βιώσιμων τραπεζών θα ήταν αναγκαία ανεξαρτήτως της μεγάλης παρέμβασης στο χρέος ( μέσω του PSI και του OSI ) για δύο βασικούς λόγους. Πρώτον, επειδή ούτως ή άλλως οι τράπεζες έπρεπε να αποτιμήσουν στην δραματικά μειωμένη εμπορική τους αξία τα χαρτοφυλάκια τους ομολόγων ελληνικού δημοσίου. Δεύτερον, γιατί έπρεπε να αντιμετωπισθεί το ζήτημα των μη εξυπηρετουμένων δανείων που έβαινε διογκούμενο.
Υπήρχε άλλωστε και ο υπολανθάνων τρίτος λόγος: η τυχόν ασύντακτη χρεοκοπία της χώρας θα συμπαρέσυρε και το τραπεζικό σύστημα ολόκληρο και πρωτίστως τις καταθέσεις νοικοκυριών και επιχειρήσεων.
Τα κεφάλαια που διέθεσε το ΤΧΣ για την εκκαθάριση μη βιώσιμων τραπεζών είναι περίπου 14 δις και υπολογίζεται έως τώρα σε περίπου 2,5 δις η ανάκτηση ως προϊόν της εκκαθάρισης.
Αθήνα 15 Νοεμβρίου 2015
Άρθρο Ευάγγελου Βενιζέλου στο ΒΗΜΑ της Κυριακής
Ο θεσμικός κατήφορος
Η παταγώδης διάψευση της αντιμνημονιακής δημαγωγίας και η πρώιμη κρίση νομιμοποίησης της κυβέρνησης λόγω ριζικής μεταστροφής στην οικονομική πολιτική έχουν πολλαπλές αξιακές, θεσμικές και αισθητικές επιπτώσεις. Η κυβέρνηση απέκτησε όχι μόνο εθνικολαϊκιστικά αλλά και αυταρχικά χαρακτηριστικά. Διέπεται από μια εργαλειακή αντίληψη περί θεσμών που συχνά εκφράζεται με τρόπο απροκάλυπτο και κυνικό. Τίθεται εν έτει 2015 ζήτημα δημοκρατίας και κράτους δικαίου. Οχι για να εφαρμοστεί μια «αριστερή» ή έστω «ριζοσπαστική» πολιτική, αλλά για να εδραιωθεί η εξουσία μιας κλειστής ομάδας προσώπων που καθοδηγεί την κυβέρνηση και την κυβερνητική πλειοψηφία ΣΥΡΙΖΑ / ΑΝΕΛ με τη σύμπραξη αφανών κυβερνητικών εταίρων.
– Οι κοινοβουλευτικές διαδικασίες ευτελίζονται. Υπό το πρόσχημα μνημονιακών υποχρεώσεων εισάγονται τώρα προς κύρωση με ένα νομοσχέδιο δώδεκα διαφορετικές ΠΝΠ, δηλαδή δώδεκα διαφορετικοί ουσιαστικοί νόμοι!
– Η κυβέρνηση νιώθει την άνεση να μιλάει εκ μέρους της Δικαιοσύνης και να προαναγγέλλει κινήσεις της. Δημόσιοι λειτουργοί αντικαθίστανται λόγω άσκησης προαναγγελθείσας ποινικής δίωξης.
– Η εσωτερική ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης πλήττεται καίρια. Πειθαρχικές διώξεις κατά εισαγγελικών λειτουργών που κατέχουν κομβικές θέσεις ασκούνται, ανακαλούνται, επαπειλούνται. Η επιλογή της ηγεσίας των ανωτάτων δικαστηρίων γίνεται στον ΑΠ τον Ιούνιο δύο ημέρες πριν από την κένωση των θέσεων, ενώ στο ΣτΕ και το ΕΣ με καθυστέρηση τεσσάρων μηνών.
Παρασκευή 18 Σεπτεμβρίου 2015
Άρθρο Ευ. Βενιζέλου στην Ημερησία
Τώρα που τελείωσαν τα ψέματα...
Η ιστορία δεν γράφεται με «αν». Όταν όμως μπορούμε να καταλάβουμε και να ομολογήσουμε την αλήθεια, όταν έχουμε την ψυχραιμία και την ικανότητα να θυμόμαστε και να επαναπροσδιορίζουμε το παρελθόν, μπορούμε και να σχεδιάσουμε το μέλλον, αλλιώς θα επαναλάβουμε τα ίδια λάθη.
Το 2012 έλεγα πως είναι δύσκολο, αν όχι ακατόρθωτο, να πείσεις μια κοινωνία να αποτιμήσει θετικά τις προσπάθειες που έκανες για κάτι που δεν έζησε, για ένα κακό που απέφυγε, για ένα βίωμα που δεν απέκτησε. Ήταν δύσκολο να πεις σε μια κοινωνία η οποία - ας πάρουμε τα τελευταία 40 χρόνια από τη μεταπολίτευση και μετά, από το 1974 - πήγαινε κάθε χρόνο από το καλό στο καλύτερο, είχε μια ευθύγραμμη πορεία ανάπτυξης, προόδου, βελτίωσης των εισοδημάτων, «ξέρεις τώρα θα πας πίσω για να γλιτώσεις ένα μέρος του κεκτημένου που έχεις διαμορφώσει, για να αποφύγεις το μεγαλύτερο κακό». Γιατί κάθε πολίτης ζει το δικό του δράμα, σε παρόντα χρόνο, και δεν θα μπορούσε να κάνει προβολή σε ένα υποθετικό παρόν και να το συγκρίνει με το πραγματικό παρόν.
Και φυσικά αυτή η προβολή καθίστατο ακόμα πιο δύσκολη όταν όλες οι άλλες πολιτικές δυνάμεις του τόπου, κοινωνικοί φορείς και διαμορφωτές της κοινής γνώμης, προσπαθούσαν να πείσουν τους πολίτες πως ο μόνος λόγος των δυσκολιών που αντιμετώπιζαν ήταν το «άθλιο», «δωσίλογο», «εθελόδουλο», «πουλημένο», «διαπλεκόμενο», «διεφθαρμένο» πολιτικό προσωπικό που έτσι για να διασκεδάσει την πλήξη του, θέλησε να βλάψει τους πολίτες! Κι όμως αυτό το παράλογο σχήμα έγινε πιστευτό από την πλειοψηφία της ελληνικής κοινωνίας, μαζί με την πεποίθηση ότι υπήρχε μια άλλη ανώδυνη λύση που η αριστερά του κ. Τσίπρα μπορούσε να την εξασφαλίσει εύκολα και με δεδομένη της επιτυχία.
Σάββατο 12 Σεπτεμβρίου 2015
Άρθρο Ευάγγελου Βενιζέλου στο Έθνος
Η αρνητική επιρροή του μπόνους των 50 εδρών
Αν είχε τροποποιηθεί ο εκλογικός νόμος και είχε καταργηθεί το μπόνους των 50 εδρών προς το πρώτο ενιαίο κόμμα, ανεξαρτήτως του εκλογικού του ποσοστού και της απόστασης που το χωρίζει από το δεύτερο και τα υπόλοιπα κόμματα, οι εκλογές της 20ης Σεπτεμβρίου 2015 θα είχαν χάσει ένα μεγάλο μέρος του ενδιαφέροντος τους, αν δεν είχαν αποφευχθεί. Θα είχε όμως αρθεί η πολιτική αβεβαιότητα που ήταν και δυστυχώς εξακολουθεί να είναι το μεγαλύτερο οικονομικό πρόβλημα της χώρας.
Το μπόνους θεσπίστηκε με ευθύνη των δυο μεταπολιτευτικών κομμάτων εξουσίας μέσα στα συμφραζόμενα και την αμεριμνησία του διπολικού πλειοψηφικού κοινοβουλευτισμού προ του 2010 και διατηρήθηκε με απροκάλυπτη υστεροβουλία από τον ΣΥΡΙΖΑ, μέσα σε τελείως διαφορετικές συνθήκες. Η πρόταση νόμου που είχαμε υποβάλει ως ΚΟ του ΠΑΣΟΚ για την κατάργησή του, δεν συζητήθηκε ποτέ.
Αν όμως η ρύθμιση αυτή είχε καταργηθεί, η κοινωνία θα είχε απαλλαγεί τώρα από τον αντιπερισπασμό της τεχνητής εκλογικής πόλωσης γύρω από το ερώτημα «ποιο κόμμα θα είναι πρώτο με πενήντα έδρες παραπάνω από ο,τι αναλογεί στην εκλογική του δύναμη, ώστε να επηρεάζει δυσανάλογα - ακόμη και εκβιαστικά - τις μετεκλογικές εξελίξεις».
Η απουσία του μπόνους θα επέτρεπε στο εκλογικό σώμα, να αντιληφθεί πολύ καλύτερα τι είναι αυτό που συνέβη στη χώρα τους τελευταίους οκτώ μήνες, από τις εκλογές του Ιανουαρίου έως σήμερα. Το μέγεθος της διακινδύνευσης, της διάψευσης, της υποχώρησης, της βλάβης.
Κυριακή 6 Σεπτεμβρίου 2015
Άρθρο Ευάγγελου Βενιζέλου στην Καθημερινή της Κυριακής
Η πραγματική πρόκληση των εκλογών
Το παράδοξο των εκλογών της 20ης Σεπτεμβρίου έγκειται στο γεγονός ότι η προεκλογική συζήτηση εστιάζεται όχι στο ποια πολιτική θα εφαρμοστεί, αλλά απλώς στο ποια κυβέρνηση θα αναλάβει να εφαρμόσει την ούτως ή άλλως δεδομένη πολιτική που περιγράφεται στο μνημόνιο της 12ης Ιουλίου / 19ης Αυγούστου.
Πριν από μόλις επτά μήνες η ελληνική κοινωνία είχε την αίσθηση ότι καλείται να επιλέξει ανάμεσα στην υφιστάμενη έως τότε πολιτική της δημοσιονομικής και διαρθρωτικής προσαρμογής που ξεκίνησε το 2010, με τις τροποποιήσεις και συμπληρώσεις του 2011, και μια ελκυστική και ευέλικτη «αντιμνημονιακή» επαγγελία που επέτρεπε σ´ ένα μεγάλο μέρος του εκλογικού σώματος να φαντάζεται και να ελπίζει κάτι καλύτερο χωρίς να είναι επαρκώς αντιληπτός ο κίνδυνος επιδείνωσης της κατάστασης. Η πολιτική ως δημαγωγική ρητορεία είχε φτάσει στο ύψιστο σημείο της. Η αντιμνημονιακή ορμή συνδεόταν υπόγεια αφενός μεν με όλες τις ιστορικά χαμένες ευκαιρίες της κομμουνιστικής αριστεράς, αφετέρου δε με όλες τις εκδοχές της εθνικολαϊκιστικής, συνωμοσιολογικής Ακροδεξιάς, πάνω στον κοινό παρονομαστή του πιο απλοϊκού και ακατέργαστου ευρωσκεπτικισμού.
Όλα αυτά κορυφώθηκαν και ταυτοχρόνως ακυρώθηκαν στο δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου που θα καταγραφεί ιστορικά ως το μοναδικό παράδειγμα άμεσης έκφρασης της λαϊκής κυριαρχίας που μέσω της συντριπτικής πλειοψηφίας που διαμορφώνεται, δημιουργεί αντί να λύσει μια κρίση νομιμοποίησης.
Σεπτέμβρης 2015
Άρθρο Ευάγγελου Βενιζέλου στο Books' Journal, τεύχος 58
Ουδέν κακόν αμιγές καλού: οι προϋποθέσεις της εθνικής υπέρβασης
Αν δεν μεσολαβούσε το επτάμηνο της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ / ΑΝΕΛ, τι θα είχε συμβεί στη χώρα;
Είναι εύλογο να υποθέσει κάποιος ότι θα ολοκληρωνόταν η τελευταία αναθεώρηση του προγράμματος που έληγε στις 31/12/2014 και είχε παραταθεί ώς τις 28/2/2015. Η προηγούμενη κυβέρνηση θα αναγκαζόταν να εισηγηθεί και η προηγούμενη Βουλή να ψηφίσει μια δέσμη μέτρων, ο δημοσιονομικός στόχος των οποίων θα βρισκόταν κοντά στο περιβόητο «μέιλ Χαρδούβελη».
Θα υπήρχαν βεβαίως τεράστιες πολιτικές και κοινωνικές αντιδράσεις. Η προηγούμενη κυβέρνηση θα είχε κατηγορηθεί και πάλι για υποχωρητικότητα, προδοσία και δωσιλογισμό, παρ’ ότι μετά τις εκλογές του Ιανουαρίου κατηγορήθηκε γιατί δεν συνήψε τη συμφωνία πριν από τις εκλογές!
Η υιοθέτηση των μέτρων αυτών θα οδηγούσε στην καταβολή των εκκρεμών τελευταίων δόσεων του δεύτερου ευρωπαϊκού δανείου που είχε χορηγηθεί το 2012 από το EFSF με εξαιρετικά ευνοϊκούς όρους, θα επέτρεπε στο ΔΝΤ να καταβάλει τις δόσεις του δικού του δανείου που ίσχυε ώς τα τέλη Μαρτίου 2016 και στην ΕΚΤ, μαζί με τις κεντρικές τράπεζες των κρατών - μελών της ευρωζώνης, να επιστρέψουν στην Ελλάδα τα κέρδη από τα χαρτοφυλάκια τους ελληνικών ομολόγων.
Ταυτοχρόνως η Ελλάδα –σύμφωνα με την απόφαση που είχε λάβει το Eurogroup ήδη από το Νοέμβριο του 2014– θα εισερχόταν στο καθεστώς της ενισχυμένης προληπτικής πιστωτικής γραμμής (ECCL) έχοντας στη διάθεσή της τα 11 δισ. που είχαν μείνει αδιάθετα στο ΤΧΣ από το δεύτερο δάνειο λόγω μικρότερων –μέχρι τις εκλογές του Ιανουαρίου– αναγκών για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών.
Δεν θα υπήρχε κλίμα αβεβαιότητας που ωθεί προς τη διαρροή καταθέσεων. Δεν θα χρειαζόταν η συνεχής αύξηση της εξάρτησης των τραπεζών από την ΕΚΤ και τον ELA. Δεν θα υπήρχε συνεχής διόγκωση των μη εξυπηρετουμένων δανείων.
Παρασκευή 28 Αυγουστου 2015
Ευάγγελος Βενιζέλος
Αρθρο στο capital.gr
Το όρος Θαβώρ και ο λόφος των ψεμάτων
Επτά μήνες μετά τις εκλογές η Ελλάδα ως κρατική οντότητα, ως εθνική οικονομία και ως κοινωνία πολιτών βρίσκεται βαθειά εγκλωβισμένη στην πολιτική απάτη και αυταπάτη. Η χώρα πληρώνει τώρα ακριβά και θα πληρώσει τους μήνες και τα χρόνια που έρχονται ακόμη ακριβότερα, την ακραία και άδικη πολιτική - αλλά και κοινωνική - αντίδραση απέναντι στην προσπάθεια που έγινε επί τεσσεράμιση σκληρά χρόνια, από το Μάιο του 2010 έως τον Δεκέμβριο του 2014.
Την περίοδο αυτή έγινε η επώδυνη προσπάθεια να μείνει η Πατρίδα μας σε οικονομικά ελεγχόμενη κατάσταση, εντός Ευρωπαϊκής Ένωσης και ευρώ και να αποφύγει τη ασύντακτη χρεοκοπία, πληρώνοντας ως τίμημα την απώλεια περίπου του 25% του ΑΕΠ για να διαφυλάξει το υπόλοιπο 75%. Επικράτησε δυστυχώς η αντίληψη ότι το μνημόνιο έφερε την κρίση, αντί της αλήθειας πως η κρίση έφερε το μνημόνιο και θα το έφερνε ούτως ή άλλως: είτε εντός ευρώ με ελεγχόμενες απώλειες στο πλαίσιο του προγράμματος διάσωσης και προσαρμογής, είτε εκτός ευρώ με ανεξέλεγκτες απώλειες υπό συνθήκες ασύντακτης χρεοκοπίας και διάλυσης της οικονομίας, του κράτους, των δημοκρατικών θεσμών και της κοινωνίας.
Αθήνα, 23 Αυγούστου 2015
Ευάγγελος Βενιζέλος
Το στρατηγικό πλαίσιο των εκλογών
Η κυβέρνηση Τσίπρα / Καμμένου υπέβαλε την παραίτησή της επτά μήνες μετά την εκλογική νίκη του ΣΥΡΙΖΑ και την τερατογένεση της κυβερνητικής συνεργασίας με την εθνικολαϊκιστική ακροδεξιά και ενάμιση μόλις μήνα μετά το θριαμβευτικό, αλλά εκ γενετής αντιφατικό και διαψευσμένο 61,4 % του «όχι» στο δημοψήφισμα.
Η παραίτηση της κυβέρνησης δεν είναι κάποια ευφυής πολιτική πρωτοβουλία. Οφείλεται θεσμικά στο γεγονός ότι η κυβέρνηση απώλεσε την κοινοβουλευτική πλειοψηφία μετά την διαφοροποίηση μεγάλου αριθμού βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ από την κεντρική, τελική επιλογή της συνομολόγησης και ψήφισης του «μνημονίου Τσίπρα». Μνημονίου με σκληρούς όρους που κατέστησε αναγκαίο ο τρόπος με τον οποίο κινήθηκε η κυβέρνηση τους μήνες αυτούς βλάπτοντας βαθειά το εθνικό συμφέρον. Η αλυσίδα τραγικά εσφαλμένων εκτιμήσεων και κακών επιλογών προσώπων, η εμμονή σε αυταπάτες και δημαγωγίες.
Η κυβέρνηση θα μπορούσε να παραμείνει στην εξουσία μόνο ως κυβέρνηση μειοψηφίας / ανοχής βασισμένη στις ψήφους της αντιπολίτευσης, άρα ουσιαστικά ως κυβέρνηση ευρύτερης συνεργασίας με τις δυνάμεις του δημοκρατικού ευρωπαϊκού τόξου. Με την κυρία ευθύνη να ανήκει στον «τρώσαντα» που πρέπει και να θεραπεύσει την ζημία που προκάλεσε. Όμως αυτό θα ήταν και ετεροβαρές σε βάρος της αντιπολίτευσης και αναποτελεσματικό τώρα που χρειάζεται κυβέρνηση πολιτικά και επιχειρησιακά ισχυρή με πίστη σε αυτό που κάνει. Το τέχνασμα μιας κυβέρνησης «εναλλασσόμενης πλειοψηφίας», μιας με την αντιπολίτευση για τα μεγάλα και δύσκολα και μιας με τους διαφωνούντες για τα μικρά, «αριστερά» και ανώδυνα, δεν άντεξε μπροστά στο βάρος του μνημονίου Τσίπρα και στο μέγεθος της ανατροπής.
Η ομάδα Τσίπρα επιχειρεί όμως με την παραίτηση και τις γρήγορες εκλογές μια δεύτερη πολιτική απάτη, σχεδόν εφάμιλλη αυτής της αντιμνημονιακής εξαπάτησης των προηγούμενων πέντε ετών και κυρίως του «προγράμματος της Θεσσαλονίκης» και του δημοψηφίσματος που ήταν η κορύφωση του τυχοδιωκτισμού και ταυτοχρόνως το τέλος των εύκολων ψεμάτων, με τεράστιο κόστος για την Πατρίδα και τους πολίτες.
Αθήνα, 12 Αυγούστου 2015
Ευάγγελος Βενιζέλος
Όροι εθνικής υπευθυνότητας
Καλούμαστε αύριο να ψηφίσουμε ως βουλευτές της αντιπολίτευσης τον τρίτο κατά σειρά νόμο για την εφαρμογή και εξειδίκευση της συμφωνίας της 12ης Ιουλίου 2015. Τους νόμους δηλαδή που συνθέτουν το τρίτο μνημόνιο. Αυτό που συμφώνησε ο κ. Τσίπρας και η κυβέρνηση της «πρώτη φορά αριστερά» στην οποία συμπεριλαμβάνονται ως αριστερή εθνικολαϊκιστική συνιστώσα και οι ΑΝΕΛ του κ. Καμμένου.
Καλούμαστε να ψηφίσουμε αυτά που διαπραγματεύθηκε, συνομολόγησε και εισάγει στη Βουλή μια κυβέρνηση που εξελέγη πριν επτά μήνες με εντολή την ακύρωση των μνημονίων και την εφαρμογή των υποσχέσεων του «προγράμματος της Θεσσαλονίκης». Μια κυβέρνηση που διέκοψε στις 25.6 τις διαπραγματεύσεις, άφησε να λήξει στις 30.6, χωρίς παράταση, το προηγούμενο πρόγραμμα, προκήρυξε το δημοψήφισμα, οδήγησε στην τραπεζική αργία και τον έλεγχο στην κίνηση κεφαλαίων (capital controls), παρότρυνε με ενθουσιασμό στην επιλογή του «όχι» και αμέσως μετά είπε «ναι» σε συμφωνία προδήλως σκληρότερη αυτής που απορρίφθηκε.
Καλούμαστε να ψηφίσουμε ένα τρίτο μνημόνιο που κρατάει τη χώρα τουλάχιστον τρία χρόνια ακόμη σε καθεστώς εξάρτησης από τους εταίρους και πιστωτές της προκειμένου να προσπαθήσουμε να ξαναπετύχουμε πρωτογενή πλεονάσματα και θετικό ρυθμό ανάπτυξης, δηλαδή προκειμένου να προσπαθήσουμε να αποκτήσουμε και πάλι τις προϋποθέσεις που υπήρχαν πριν τις εκλογές του Ιανουαρίου και οδηγούσαν στην προληπτική πιστωτική γραμμή, την ελεγχόμενη σταδιακή επάνοδο στις αγορές, τις πρόσθετες παραμετρικές ελαφρύνσεις στο χρέος που είχαν συμφωνηθεί από το 2012 και συνιστούν περαιτέρω μείωσή του σε πραγματικούς όρους (σε καθαρή παρούσα αξία), πέραν του κουρέματος και της αναδιάρθρωσης του 2012 που συστηματικά προσπάθησε να απαξιώσει ο κ. Τσίπρας. Πώς θα τα πετύχουμε άραγε όλα αυτά με κυβέρνηση που δεν τα πίστευε και δεν τα πιστεύει; Με κυβέρνηση που ακόμη και τώρα εκφράζει κατά βάθος τη λύπη της γιατί δεν μπόρεσε να προετοιμαστεί για το παράλληλο νόμισμα και την επιστροφή στη δραχμή; Με κυβέρνηση που τα προηγούμενη χρόνια θεωρούσε ανέφικτους τους στόχους αυτούς και βλαπτική την παρέμβαση του 2012 στο χρέος; Με κυβέρνηση γεννημένη μέσα στη μήτρα του «αντιμνημονιακού» ψέματος;