Τετάρτη 24 Νοεμβρίου 2021
Ομιλία Ευάγγελου Βενιζέλου στην παρουσίαση του νέου του βιβλίου «Παλιγγενεσία και αναστοχασμός: Κείμενα για τα 200 χρόνια από την Ελληνική Επανάσταση», Εκδόσεις Πατακη στο Public Συντάγματος (24.11.2021). Για το βιβλίο μίλησαν επίσης, ο Κώστας Κωστής και ο Ευάνθης Χατζηβασιλείου. Τη συζήτηση συντονίζει η Καρολίνα Μέρμηγκα.
Κυρία Πρόεδρε της Δημοκρατίας,
σας ευχαριστώ πάρα πολύ για την παρουσία σας που μας τιμά ιδιαιτέρως. Επιτρέψτε μου, εκ μέρους όλων των παρισταμένων, αφ’ εσπέρας, μια που ήσασταν και στην εκδήλωση των Αρχόντων του Οικουμενικού Θρόνου πριν από λίγο, όπως συνηθίζεται εκκλησιαστικά, να σας ευχηθώ για την αυριανή σας γιορτή χρόνια πολλά, υγεία και όλα τα καλά, πραγματικά από καρδιάς.
Φυσικά ευχαριστώ όλες και όλους τους φίλους που μπήκαν στον κόπο, υπό συνθήκες πανδημίας, να έρθουν σήμερα εδώ, με φυσική παρουσία όπως λέμε. Απευθύνομαι όμως και στους φίλους και τις φίλες που μας παρακολουθούν διαδικτυακά και τους ευχαριστώ και αυτούς για τον κόπο που κάνουν και το ενδιαφέρον τους. Ευχαριστώ το Public που μας φιλοξενεί τόσο φιλικά και γενναιόδωρα.
Εκφράζω θερμές ευχαριστίες στην Άννα Πατάκη και στις Εκδόσεις Πατάκη, γιατί υποδέχθηκαν και αυτό μου το βιβλίο και το παρουσίασαν με έναν αισθητικά άψογο τρόπο, θα έλεγα με έναν τρόπο καλύτερο από το περιεχόμενο του βιβλίου. Φυσικά ευχαριστώ θερμότατα τη συντονίστρια, την Καρολίνα Μέρμηγκα, μία αγαπημένη μου λογοτέχνη πλέον, που ξεκίνησε από τη δημοσιογραφία, η οποία μας προσφέρει πολύ σημαντικά ιστορικά μυθιστορήματα και ίσως να κομίζει την απόδειξη ότι το ιστορικό μυθιστόρημα είναι το ανώτερο στάδιο της ιστορικής έρευνας, όπως τείνουν να υποστηρίζουν ορισμένοι οπαδοί της αναλυτικής φιλοσοφίας της Ιστορίας.
Ευχαριστώ από καρδιάς τον Κώστα Κωστή, τον αγαπητό συνάδελφο και φίλο, καθηγητή του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Ο διάλογος που αντιληφθήκατε ότι διεξάγεται μεταξύ μας, εξακολουθεί να είναι ανοικτός και ελπίζω να μας δίδονται πολλές ευκαιρίες να τον κάνουμε πιο ειδικό και πιο συγκεκριμένο. Ήδη έχουμε αρχίσει να συζητάμε γύρω από το μεγάλο θέμα της Μεταπολίτευσης τώρα και είναι μία ευκαιρία να τον ευχαριστήσω αναδρομικά για την καταλυτική συμβολή του στην προετοιμασία του συνεδρίου του Κύκλου Ιδεών, πέρυσι τέτοια εποχή, με θέμα ακριβώς «Εργαστήριον η Ελλάς». Οι ίδιες ευχαριστίες για το συνέδριο ανήκουν εξίσου και στον Ευάνθη Χατζηβασιλείου, αγαπητότατο φίλο, παλαιό φοιτητή, τον ευχαριστώ που το είπε, της Νομικής Σχολής Θεσσαλονίκης. Τείνω να πιστεύω ότι είναι ένα πλεονέκτημα να είναι κανείς πτυχιούχος Νομικής για ό,τι και αν κάνει μετά. Τον ευχαριστώ και για τη γενναιοδωρία του πάντα, για την ευγένεια με την οποία με αντιμετωπίζει. Θέλω να αναφέρω, παρεμπιπτόντως, ότι και ο Αριστείδης Χατζής που είναι μαζί μας στο ακροατήριο και που μας προσέφερε πριν από λίγες ημέρες ένα πολύ σπουδαίο βιβλίο για τον ενδοξότερο αγώνα, ένα κανονικό βιβλίο, θα σας πω τι σημαίνει αυτό, ανήκει και αυτός στη χορεία των αποφοίτων της Νομικής Σχολής Θεσσαλονίκης και των αγαπημένων μου μαθητών. Χαίρομαι, λοιπόν, γιατί έχω κάνει αυτού του είδους τον εισοδισμό στο πεδίο της ιστορικής επιστήμης και στην κοινότητα των ιστορικών. Θα με συγχωρήσει ο Κώστας από την άποψη αυτή.
Πράγματι, παρά τη φιλική διάθεση και τη γενναιοδωρία και την προθυμία της Άννας Πατάκη, το βιβλίο αυτό είναι μία συναγωγή μελετών, είναι κείμενα. Είναι τρία δοκίμια και πέντε μελέτες γύρω από την επέτειο και γύρω από την πορεία των 200 ετών, γιατί γιορτάζουμε και τα δύο ταυτοχρόνως, που είναι συναρτημένα αλλά δεν ταυτίζονται. Μάλιστα τα κείμενα αυτά είναι κατά πλειονότητα γραμμένα το 2021, αλλά τρία είναι κάπως παλαιότερα. Υπάρχει βέβαια πρόλογος και εισαγωγή που αναδεικνύει το νήμα, αν υπάρχει κάποιο νήμα, που διαπερνά τα κείμενα αυτά και νομιμοποιεί τη ματαιοδοξία της έκδοσης με τη μορφή βιβλίου. Γιατί πάντα η έκδοση ενός βιβλίου που συνιστά συλλογή κειμένων, παρά τη συνάφειά τους και τη συστηματικότητά τους, ενέχει ένα στοιχείο ματαιοδοξίας, θεωρείς ότι τα κείμενά σου θα μείνουν με ασφαλέστερο τρόπο στη διάθεση του χρόνου και των αναγνωστών. Ίσως δεν θα ανοίξει ποτέ κανείς, μετά από χρόνια, ένα βιβλίο, αλλά μπορεί κάποια στιγμή να το ανοίξει, είναι και αυτό ένα μήνυμα σε ένα μπουκάλι που ρίχνεις σε ένα πέλαγος και ίσως κάποιος με ρομαντικό τρόπο θα το βρει πολύ αργότερα και θα το ανοίξει.
Το κίνητρο για τα κείμενα αυτά είναι, βέβαια, συνέδρια και εκδηλώσεις του επετειακού έτους. Το πρώτο θεσμικό κίνητρο ήταν η τιμή που μου έκανε το Πανεπιστήμιό μου, η Alma Mater Studiorum, το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, στο οποίο επέστρεψα ως εν ενεργεία καθηγητής μετά από διακοπή 26 ολόκληρων ετών, να μου αναθέσει να εκφωνήσω τον πανηγυρικό της ημέρας στον εορτασμό της επετείου των 200 ετών, στις 24 Μαρτίου 2021, με χαιρετισμό της κας Προέδρου. Ο πανηγυρικός αυτός και η εισαγωγική ομιλία - την οποία μετά συνοδεύσαμε ο Κώστας Κωστής και εγώ με ένα σύντομο διάλογο των δυο μας- την πρώτη ημέρα του συνεδρίου του Κύκλου Ιδεών, είναι τα βασικά κείμενα στα οποία εκτίθενται οι υποθέσεις εργασίας. Γιατί δεν πρόκειται παρά μόνο για υποθέσεις εργασίας με όλα τα μειονεκτήματα της σχηματοποίησης, της υπεραπλούστευσης και της αφαίρεσης των ερμηνευτικών σχημάτων που διεκδικούν να εφαρμοσθούν και να αποδειχθούν. Συνήθως ποτέ δεν αποδεικνύονται πλήρως, ακριβώς επειδή η πραγματικότητα είναι εξαιρετικά πολύπλοκη, το υλικό είναι πάντα πολύ πιο πλούσιο και πολύ πιο αντιφατικό και διαρρηγνύει τα σχήματα.
Αλλά τα σχήματα μας βοηθούν, έστω προσωρινά, να προσεγγίσουμε το υλικό αυτό, μια που, όπως θα έλεγε ένας Γάλλος επιστημολόγος, ο ιδρυτής της επιστημολογίας, τον οποίο αγαπώ πάρα πολύ, ο Gaston Bachelard, όλα πηγαίνουν πλέον du rationnel au réel και όχι το αντίστροφο. Άρα ξεκινάμε, θα μου επιτρέψετε τη βλασφημία, όπως ξεκινά η θεωρητική φυσική, στο μυαλό πριν αποδειχθεί πειραματικά οτιδήποτε.
Άρα προστίθεται και το δικό μου βιβλίο, χάρη στην Άννα Πατάκη, σε μία εκδοτική παραγωγή του τελευταίου έτους, που κορυφώνεται τους τελευταίους μήνες με το βιβλίο του Αριστείδη Χατζή , του Mazower, του Beaton, το λεξικό των Κιτρομιλήδη / Τσουκαλά, το βιβλίο του Πιζάνια και άλλα πολλά που δεν θέλω να αναφέρω αυτή τη στιγμή για να μην αδικήσω κανέναν.
Είχαν την καλοσύνη και οι τρεις συνδαιτημόνες μου εδώ, να παρουσιάσουν τις βασικές ιδέες. Δεν ξέρω εάν πράγματι το σχήμα της σύγκρουσης των ολοκληρώσεων ισχύει, εάν έχει ευρετικότητα, πάντως προσπάθησα να το δοκιμάσω στη μελέτη της Συνταγματικής Ιστορίας και θεωρώ ότι αποδεικνύεται, ήδη από την πρώτη φάση, δηλαδή από την περίοδο των Συνταγμάτων του Αγώνα. Για αυτό και αποστασιοποιούμαι από την υμνολογική προσέγγιση των Συνταγμάτων του Αγώνα, τα τιμώ και τα θαυμάζω ως κείμενα, αλλά υπάρχει μία καταλυτική διαφορά ανάμεσα στο συνταγματικό κείμενο και το Σύνταγμα κατά κυριολεξία, γιατί στην παγκόσμια Συνταγματική Ιστορία το εικονικό ή ρητορικό Σύνταγμα είναι πάντα ένας κίνδυνος που ελλοχεύει και για αυτό εισηγούμαι μία νέα έννοια, την έννοια του διαπραγματεύσιμου Συντάγματος.
Τα Συντάγματα του Αγώνα είναι, κατά τη γνώμη μου, διαπραγματεύσιμα συντάγματα, νομίζω ότι αυτό το είχε πει πρώτος ο Dakin, αν δεν κάνω λάθος στη βιβλιογραφία για τον Αγώνα, για την Επανάσταση. Ενσυνειδήτως θεσπίστηκαν και μάλιστα με έντονο μαξιμαλισμό σε σχέση με τη δημοκρατική αρχή και τον πολιτικό φιλελευθερισμό, χωρίς ποτέ στην πράξη να έχει οργανωθεί ένα Κράτος Δικαίου την περίοδο του Αγώνα, αλλά ήταν διαπραγματεύσιμα, γιατί επί τη βάσει αυτών αναζητούσε το εξεγερμένο έθνος την αποδοχή και την αναγνώρισή του από τις μεγάλες δυνάμεις της εποχής. Με πλήρη συνείδηση του συσχετισμού, με εντυπωσιακό ρεαλισμό και ήταν έτοιμο, βεβαίως, να θυσιάσει όλα τα υβριδικά χαρακτηριστικά των Συνταγμάτων του Αγώνα, τα φιλελεύθερα και ρεπουμπλικανικά, με αντάλλαγμα έναν μονάρχη που θα μπορούσε να εγγυηθεί την εδαφική υπόσταση και την ανεξαρτησία ενός εθνικού κράτους που αποσπάται από την Οθωμανική Αυτοκρατορία στο όνομα μίας γεωπολιτικής προσέγγισης, η οποία, παραδόξως πώς και μέσα από την ετερογονία των σκοπών και τις συνεχείς παλινωδίες του ιστορικού γίγνεσθαι, είναι άκρως επίκαιρη στις ημέρες μας.
Άρα με βοήθησε πάρα πολύ η καταγωγική μου ιδιότητα, του καθηγητή του Συνταγματικού Δικαίου στο αντικείμενο του οποίου ανήκει και η Συνταγματική Ιστορία, με τα προβλήματα που έχει η αεροπορία στρατού και η αεροπορία ναυτικού, ότι βεβαίως ο ιστορικός είναι ο κανονικός εκπρόσωπος της πολεμικής αεροπορίας, οι άλλοι χρησιμοποιούν με έναν παράπλευρο και συμπληρωματικό τρόπο τα «ιπτάμενα μέσα» και τους κανόνες τους πτητικούς –μας παρακολουθεί Πτέραρχος μεγάλης εμπειρίας– για αυτό και πρέπει να είμαστε πάρα πολύ προσεκτικοί όταν, ας το πούμε έτσι, διαχέονται τα «ιπτάμενα μέσα». Έτσι το κάνουμε και εμείς στη Συνταγματική Ιστορία, για αυτό είμαστε και προσηλωμένοι σε στερεότυπα. Ήθελα να θέσω υπό συζήτηση διαχρονικά και επαναλαμβανόμενα, αναπαραγώμενα στερεότυπα της ελληνικής Συνταγματικής Ιστορίας. Νομίζω ότι η προσέγγιση αυτή, της «σύγκρουσης των ολοκληρώσεων» και η έννοια των «διαπραγματεύσιμων Συνταγμάτων» με βοήθησε, νομίζω, να θέσω υπό συζήτηση αυτά τα αυτονόητα, τα οποία αναπαράγονται διδακτικά και ερευνητικά.
Όλα τα άλλα ως έννοιες έχουν έντονα στοιχεία κοινοτοπίας, προφανώς ο ελληνικός εξαιρετισμός είναι και αυτός ένας εξαιρετισμός. Αρκεί να σας πω ότι ως Υπουργός Πολιτισμού είχα να αντιμετωπίσω την εμμονή της γαλλικής πολιτικής, στην exception culturelle κάθε γλώσσας και κάθε χώρας. Δεν υπάρχει μεγαλύτερος εξαιρετισμός από τον βρετανικό που οδηγήθηκε στο Brexit στο εσωτερικό της Ευρώπης, από τον εξαιρετισμό της Δανίας που συνοδεύεται από παρόμοιες με το Ηνωμένο Βασίλειο ρήτρες και κυρίως από τον εξαιρετισμό των Ηνωμένων Πολιτειών που, όπως και κάθε μόνιμο μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας, αρνείται λόγω εξαιρετισμού την υπαγωγή του στη διεθνή νομιμότητα, την υπαγωγή του δηλαδή στο Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο και στο σύστημα διεθνών κυρώσεων.
Άρα πράγματι ο εξαιρετισμός είναι μίας γενικής χρήσεως έννοια, αλλά ο καθένας αντιλαμβάνεται τον δικό του εξαιρετισμό και βεβαίως αυτή τη γοητευτική αντίφαση, η οποία πια είναι παθογένεια, ανάμεσα στη δυτική ταυτότητα, τη δυτική επιλογή, τη δυτική στρατηγική, το «ανήκομεν εις την Δύσιν» που δεν το είπε πρώτος ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, αλλά το είπε πρώτος ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος, αλλά βεβαίως όλοι φαντασιώνονται μία σχέση με την Ανατολή, με εκδοχές της Ανατολής.
Άρα πράγματι υπάρχει αυτή η αμφιταλάντευση, η οποία έφθασε μέχρι τις ημέρες μας με την αναζήτηση λύσεων για το δημοσιονομικό πρόβλημα της χώρας, στη Μόσχα, στο Πεκίνο, ακόμα και στην Τεχεράνη πρέπει να σας πω, τώρα που ξαναβλέπω το υλικό της περιόδου 2009-2019. Ακόμα και στην Τεχεράνη, όταν λόγω εμπάργκο δεν ήμασταν σε θέση να καταβάλουμε τις δικές μας οφειλές για την αγορά πετρελαίου από το Ιράν. Ούτε θεωρώ ότι είναι στέρεες έννοιες, όπως το «σύμπλεγμα ιδιοσυγκρασιακής ανωτερότητας» και το «σύμπλεγμα τυπολογικής κατωτερότητας» αλλά είναι ένας υπαινιγμός. Νομίζω ότι ο ακροατής, ο αναγνώστης αντιλαμβάνεται αυτό που θέλω να πω και αυτό, αν μη τι άλλο, βοηθά στο να είμαστε πιο επιφυλακτικοί στην αυτοπρόσληψή μας. Όταν μελετάμε τον εαυτό μας έχουμε πολύ μεγάλες δυσκολίες, οι οποίες αφορούν και τον ερευνητή κάθε φορά, και τον συγγραφέα, και τον ομιλητή, δεν αφορούν μόνο το αντικείμενο. Είναι ανθρωπολογικού χαρακτήρα τα προβλήματα και αυτή η έρευνα της κοινωνικής ανθρωπολογίας κατά βάθος που κάνουμε, γιατί υπάρχουν αρχαϊκά στοιχεία σε κάθε κοινωνία, έχει ανάγκη από τέτοιες, ας το πούμε έτσι, τολμηρές έννοιες, έστω και αν αυτές στη συνέχεια ως καταλύτες χάνονται, αλλά ενδεχομένως προκαλούν μία διανοητική αντίδραση.
Όλα λοιπόν αυτά εμφανίζονται, κατά τη γνώμη μου, στην αφετηρία και ασχολήθηκα με αυτά που ήξερα, για τα οποία νομιμοποιούμαι, τα Συντάγματα και τα δάνεια. Τα δάνεια, γιατί το δημοσιονομικό ζήτημα ανήκει στην ύλη μας, αλλά και γιατί έτυχε να διαχειριστώ τα θέματα αυτά σε μία εξαιρετικά κρίσιμη περίοδο και αυτό μου επέτρεψε να διαβάσω υψηλής ποιότητος βιβλιογραφικό υλικό, το οποίο υπήρχε αλλά δεν μπορούσε να μελετηθεί συνδυαστικά. Γιατί από την αρχική μονογραφία του Ανδρεάδη που τροφοδότησε γενιές μελετητών, μέχρι τη διατριβή του Τάσου Λιγνάδη για το πρώτο δάνειο και μέχρι την πρόσφατη μονογραφία του Σίμου Μποζίκη για τα δημοσιονομικά της Επανάστασης, έχουν γραφτεί πολλά και σπουδαία αλλά όχι από την οπτική γωνία που προσπάθησα να το δω εγώ, δηλαδή από την οπτική γωνία της σύγχρονης συζήτησης για το χρέος, για το δημόσιο χρέος και τις παρεμβάσεις στο δημόσιο χρέος, τη σύγχρονη συζήτηση για το, ας το πούμε έτσι, «επονείδιστο χρέος», η οποία έχει γίνει της μόδας το 2015, μέχρι τη σύνδεση των δανείων με την εξωτερική πολιτική, με τις επιλογές της εξωτερικής πολιτικής.
Θα έχετε ίσως παρατηρήσει ότι έχει προκαλέσει πολύ μεγάλο ενδιαφέρον η δημοσίευση, τις ημέρες αυτές, της αλληλογραφίας Κοραή-Jefferson για το ιδεώδες Σύνταγμα της χώρας. Η αλληλογραφία αυτή είναι του 1823-1825, δηλαδή υπάρχει το Σύνταγμα της Επιδαύρου, υπάρχει το Σύνταγμα του Άστρους, έχουμε αρχίσει να βαδίζουμε κατά τρόπο υπνοβατικό προς τον εμφύλιο πόλεμο, έχουν δοθεί οι οδηγίες του Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου προς τους εκπροσώπους μας στη Μεγάλη Βρετανία, για τους όρους δανεισμού και για το στρατηγικό πλαίσιο της εξωτερικής πολιτικής, για να αντιληφθούμε πόσο διαφορετικό είναι να τα πράττεις όλα αυτά και πόσο διαφορετικό είναι να συζητάς με τον Jefferson, ο οποίος να σου λέει «πάρτε ένα πολιτειακό Σύνταγμα», γιατί ο Μοριάς είναι μικρότερος από όλες μας τις πολιτείες, τις 26 τότε, και δείτε κάποια θέματα.
Ποια θέματα να δούμε; Τα θέματα τα οποία είχαν τεθεί επί τάπητος, ήταν τελείως διαφορετικά και βέβαια η οδηγία κάποιος από τους απεσταλμένους στο Λονδίνο, να μεταβεί στην Αρκτώα Αμερική είχε δοθεί ως πολιτική οδηγία, όχι ως ενδεχόμενο το οποίο προέκυπτε από την ιδιωτική αλληλογραφία δύο πάρα πολύ σημαντικών προσώπων, ενός Αμερικάνου τέως Προέδρου, και του μείζονος εκπροσώπου του νεοελληνικού διαφωτισμού. Αυτά προσπάθησα να συναρθρώσω, φυσικά με όλες τις ενστάσεις, τις οποίες μπορεί να διατυπώσει.
Στο πλαίσιο λοιπόν το διεθνές, τα δάνεια ήταν συμφέροντα την εποχή εκείνη, αν δει κανείς τον τρόπο με τον οποίο κινείτο η χρηματαγορά και τους όρους δανεισμού άλλων χωρών που μετείχαν στην χορογραφία των ευρωπαϊκών επαναστάσεων, από την οποία η Ελλάδα, με πάρα πολύ έξυπνο τρόπο, προσπάθησε να αποστασιοποιηθεί, λέγοντας ότι εμείς κάνουμε έναν αγώνα που δεν είναι Καρμποναρικός, δεν είναι φιλελεύθερος, είναι εθνικός, είναι χριστιανικός και θέλουμε να τύχει της αποδοχής και της έγκρισης των Μεγάλων Δυνάμεων, υπό την εγγύηση μίας μοναρχικής εξουσίας, η οποία μας αποδίδει το καθεστώς του ανεξάρτητου μεν κράτους τύποις, αλλά πάντως υπό προστασία, δηλαδή ενός υβριδίου που ήταν ένα «κυρίαρχο προτεκτοράτο», εάν μπορώ να το πω έτσι. Μέσα στο επαναστατικό σύμπαν της εποχής εκείνης, μέσα στο συνταγματικό κύμα της εποχής εκείνης και μέσα στους όρους δανεισμού των κρατών της εποχής εκείνης, είμαστε ένα εξαιρετικά αξιοσημείωτο παράδειγμα, μία περίπτωση η οποία έχει ενδιαφέρον.
Υπό την έννοια αυτή, πραγματικά το πρόσωπο που αναδεικνύεται –πρέπει να το ομολογήσουμε αυτό, όπως και στην εξαιρετική αφήγηση του Αριστείδη– είναι ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος, ο αδικημένος, ο μεγάλος αδικημένος της Ιστορίας. Τον έχει προσλάβει έτσι η Ιστορία. Μήπως και εκεί υπάρχει ένα δικό μου σύμπλεγμα; Μήπως υπάρχει και εκεί μία δική μου ματαιοδοξία; Μήπως θέλω και εκεί να πω κάτι; Μήπως υπάρχει μία εκλεκτική συγγένεια των αδικημένων; Μπορεί να είναι και αυτό, δεν το κρύβω, μπορεί να υπάρχει μία προδιάθεση. Δεν μπορείς να κάνεις Ιστορία χωρίς ιστορική θεολογία, για να θυμίσω για το αποφατικόν, το μεριζόμενον και μη διαιρούμενον, το φλεγόμενον και μη καιόμενον. Ίσως δεν μπορείς να κάνεις τελικά Ιστορία χωρίς να κάνεις και ένα είδος ψυχανάλυσης. Δεν λέω να ξαναγράψουμε το χαρακτήρα των Ελλήνων, του Απόστολου Βακαλόπουλου, αλλά πάντως υπάρχουν τέτοια στοιχεία, τα οποία είναι κοινωνικής ανθρωπολογίας τελικά, είναι δηλαδή τα κατάλοιπα μίας αρχαϊκής όψης της κοινωνίας.
Πόσο ευτυχισμένοι είμαστε; Είμαστε ένα εθνικό κυρίαρχο δυτικό κράτος, ευρωπαϊκό, κράτος μέλος του ΝΑΤΟ, κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κράτος μέλος της Ευρωζώνης. Όλο αυτό πράγματι κλονίστηκε. Φαντασθείτε τι αυτοκτονικός προϊδεασμός μπορεί να υπήρχε. Μήπως αυτό ήταν το προοίμιο, το προείκασμα ενός περίεργου αντιεμβιολιαστικού κινήματος; Δηλαδή, μήπως δεν υπήρχαν τα αντισώματα τα οποία έπρεπε με κάποιο τρόπο να δημιουργηθούν και δημιουργήθηκαν τελικώς.
Πράγματι καταλήγω με το κείμενο αυτό για το Διονύσιο Σολωμό που εκφωνήθηκε εδώ, σε αυτό το χώρο, με πρωτοβουλία του Χρήστου Χωμενίδη και του Μάκη Πρόβατα πριν μερικά χρόνια. Είχα βέβαια την πρόνοια να έχω παρακαλέσει μία πολύ έγκυρη Σολωμίστρια της νέας γενιάς, την Κατερίνα Τικτοπούλου, να είναι παρούσα για να ελέγξει αυτά που θα έλεγα ως ένας άνθρωπος που προσεγγίζει πολιτικά, αυθαίρετα το Σολωμό, αναζητώντας το τίμημα που κατεβλήθη για να είναι ο Διονύσιος Σολωμός ο εθνικός ποιητής, όπως τον ορίζουμε εμείς στην Ελλάδα. Ο Διονύσιος Σολωμός που έχει τη μεγάλη συνάφεια του γλωσσικού προβλήματος με τον Καποδίστρια και που έχει τη μεγάλη συνάφεια με τον Καραϊσκάκη, ότι τους στράτευσε η ομάδα Μαυροκορδάτου, τον έναν απευθείας μέσω των ασφυκτικών πιέσεων και της περιβόητης δίκης στο Αιτωλικό και τον άλλον διά του Σπυρίδωνος Τρικούπη.
Πράγματι υπάρχουν υπόγειες διαδρομές. Μέσα στις οποίες είναι και ο Διονύσιος Σολωμός που μας επιβάλλει να σκεφτούμε τη γλώσσα ως επικράτεια. Μα είναι η πραγματική επικράτεια, η δεύτερη, η παράλληλη επικράτεια. Η ποίηση, και όχι η μυθιστοριογραφία, γιατί είμαστε ένας λαός ποιητικός, ένας λαός που εκφράζεται με έναν πιο αφαιρετικό και υπαινικτικό τρόπο και πιο αυθαίρετο τρόπο, και για αυτό ίσως η Επανάσταση παρήγαγε ποίηση. Παρήγαγε και μυθιστοριογραφία, παρήγαγε και θεατρικό, αναπαραστατικό λόγο, αλλά πρωτίστως παρήγαγε ποίηση, με κορυφαίο φυσικά φαινόμενο το Διονύσιο Σολωμό. Αλλά εν μέσω ποιητών δεν είμαστε; Βεβαίως και μεγάλων συγγραφέων, με την έννοια του ζεύγους Σέλεϊ και εν πάση περιπτώσει όλης της ρομαντικής αυτής και ως εκ τούτου ριζοσπαστικής αντίληψης, η οποία μας έφερε εδώ που μας έφερε.
Είναι ένα θαύμα αυτό που έχει συμβεί . Κι όμως δεν το εκλαμβάνουμε ως θαύμα, είμαστε τόσο πολύ αυτοταπεινωτικοί, είμαστε τόσο πολύ διστακτικοί στο να αποδεχθούμε και να περιγράψουμε με αντικειμενικούς όρους αυτό που έχει συντελεσθεί τα 200 χρόνια και είμαι ευγνώμων σε όλους σας, εσάς δηλαδή, σε ανθρώπους όπως ο Κώστας Κωστής, ο Ευάνθης Χατζηβασιλείου, τους επαγγελματίες έγκυρους ιστορικούς που μας επιτρέπουν να μαθαίνουμε και να αντιλαμβανόμαστε ότι έχουμε ένα κεκτημένο το οποίο είναι πάρα πολύ σημαντικό, παρόλη την κριτική και την αυτοκριτική που οφείλουμε να ασκούμε αναστοχαζόμενοι.
Σας ευχαριστώ, λοιπόν, πάρα πολύ για την προσοχή σας και τη φιλία σας.
24.11.2021, Παρουσίαση βιβλίου Ευ. Βενιζέλου "Παλιγγενεσία και αναστοχασμός" from Evangelos Venizelos on Vimeo.