2 Νοεμβρίου 2023
Ευάγγελος Βενιζέλος
Οι ανεξάρτητες αρχές μεταξύ θεωρίας και πράξης
- Από την αναθεώρηση του 2001 στις προκλήσεις της περιόδου 2022-2023 *
Συγχαίρω τις πέντε συνταγματικά κατοχυρωμένες ανεξάρτητες αρχές για την πρωτοβουλία τους να οργανώσουν το συνέδριο αυτό, το οποίο με χαρά διαπίστωσα ότι χαιρέτισε η Πρόεδρος της Δημοκρατίας, κάτι σημαίνει αυτό για την αναγνώριση του θεσμικού κύρους των ανεξάρτητων αρχών.
Συμμετέχω στον διάλογο υπό την επιστημονική μου ιδιότητα, αλλά ο Νίκος Αλιβιζάτος είχε την καλοσύνη να θυμίσει την προέχουσα ιδιότητά μου, αυτή του γενικού εισηγητή της αναθεώρησης του Συντάγματος του 2001, ένα σημαντικό κεφάλαιο της οποίας ήταν η ένταξη στο Σύνταγμα πέντε ανεξάρτητων αρχών που προβλέπονται σε επιμέρους διατάξεις ( άρθρα 9Α, 15 παρ.2, 19 παρ.2, 103 παρ.7 και 9) και επιστεγάζονται με το άρθρο 101Α που περιλαμβάνει κοινούς κανόνες που διέπουν οριζόντια τις συνταγματικά κατοχυρωμένες ανεξάρτητες αρχές και ρυθμίζουν πρωτίστως τις σχέσεις των αρχών αυτών με τη Βουλή.
Γιατί ο αναθεωρητικός νομοθέτης του 2001 κατοχύρωσε συνταγματικά τις πέντε ανεξάρτητες αρχές;
Ας απαντήσω λοιπόν ευθέως στο ερώτημα που τέθηκε, γιατί το 2001 ο αναθεωρητικός νομοθέτης επέλεξε τη συνταγματική κατοχύρωση των ανεξάρτητων αρχών και ειδικά των πέντε αυτών. Αυτό έγινε διότι οι ανεξάρτητες αρχές είχαν ήδη προ πολλού εισαχθεί στην έννομη τάξη με αναγωγή σε υπέρτερης νομικής ισχύος κανόνες του Δικαίου της ΕΕ και ως εκ τούτου το εθνικό σύστημα κανόνων υπέρτερης ισχύος, που είναι το Σύνταγμα, είχε παραμείνει πίσω. Είχε δημιουργηθεί το σχήμα μίας θεσμικής ασυμμετρίας μεταξύ των βασικών συστημάτων υπερεχόντων των κανόνων δικαίου. Διότι όταν υπάρχουν ανεξάρτητες αρχές οι οποίες είναι κατοχυρωμένες κατά το Δίκαιο της ΕΕ και μάλιστα όταν υπάρχει πλήθος τέτοιων αρχών, όπως είναι για παράδειγμα η Επιτροπή Ανταγωνισμού, η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας, η Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνίων και Ταχυδρομείων, ακόμα και η Ρυθμιστική Αρχή Σιδηροδρόμων, δεν μπορεί το εθνικό σύστημα υπερεχόντων κανόνων δικαίου, δηλαδή το Σύνταγμα, πάντα με σεβασμό σε αυτό που λέγεται αλληλοπεριχώρηση των εννόμων τάξεων που συνυπάρχουν, δηλαδή της εθνικής, της ενωσιακής και της διεθνούς, να μείνει πίσω χωρίς να περιέχει καμία πρόβλεψη για το φαινόμενο αυτό.
Άρα έπρεπε να εξισορροπήσουμε τη σχέση μεταξύ των συστημάτων των υπερεχόντων κανόνων Δικαίου και στην πραγματικότητα να εντάξουμε με έναν πιο συστηματικό και ρητό τρόπο τις ανεξάρτητες αρχές εκεί που ήταν ήδη εντεταγμένες, σε αυτό που θεωρητικά προτείνω να ονομάζεται επαυξημένο Σύνταγμα. Το επαυξημένο Σύνταγμα δεν είναι το εθνικό τυπικό Σύνταγμα μόνον, γιατί αυτό δεν επαρκεί και δεν υπερισχύει εξ ορισμού στον πολυεπίπεδο συνταγματισμό. Η συνύπαρξη και η εναρμόνιση μετά τα άλλα συστήματα είναι δύσκολη και λεπτή . Άρα πρέπει να περιέχει σχετικές προβλέψεις και το εθνικό Σύνταγμα, όχι για να κατισχύει, αλλά για να μετέχει σε αυτή τη διαδικασία της κανονιστικής και ερμηνευτικής αλληλοπεριχώρησης.
Είναι προφανές ότι υπάρχουν αρχές πολλαπλής νομικής θεμελίωσης και προστασίας, δηλαδή αρχές που προστατεύονται και κατά το Σύνταγμα και κατά το Ενωσιακό Δίκαιο και κατά το Διεθνές Δίκαιο, όπως η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα. Η συνολική προστασία τους διασφαλίζεται μέσα από τη λογική του επαυξημένου Συντάγματος και την πολλαπλών επιπέδων ( εθνικό δίκαιο, δίκαιο της ΕΕ, διεθνές δίκαιο ) δικαστική προστασία.
Διαλέξαμε τις πέντε αρχές γιατί αυτές συνδέονται με την προστασία θεμελιωδών δικαιωμάτων και λειτουργούν ως θεσμικές εγγυήσεις που περιβάλλουν τα δικαιώματα αυτά. Γι’ αυτό οι ρυθμιστικές αρχές, οι αρχές που ρυθμίζουν τους ρυθμισμένους ενωσιακά τομείς της αγοράς, δεν εντάχθηκαν στο Σύνταγμα. Τέτοιες είναι οι αρχές που προανέφερα, η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας ( τώρα πλέον και υδάτων και απορριμμάτων ), η Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων, η ιστορικά παλαιότερη Επιτροπή Ανταγωνισμού και πολλές άλλες. Με μία εξαίρεση της πιο χαρακτηριστικής, δισυπόστατης αρχής, του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης, που λειτουργεί αφενός ως θεσμική εγγύηση θεμελιωδών δικαιωμάτων και αφετέρου ως όργανο ρύθμισης της αγοράς. Άλλωστε είχε προηγηθεί το νομοθετικά οργανωμένο Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης, στην τελευταία περίοδο του οποίου Πρόεδρος ήταν μεταξύ άλλων ο αείμνηστος επίτιμος Πρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας Θέμις Κουρουσόπουλος, ενώ είχε προηγηθεί ένα όργανο το οποίο είχε χορηγήσει τις άδειες στους τοπικούς ραδιοφωνικούς σταθμούς, η Επιτροπή Τοπικής Ραδιοφωνίας της οποίας ήμουν μέλος, η οποία ήταν πενταμελής και είχε υποδειγματικό σύστημα οργάνωσης, διότι εκ του νόμου μετείχαν οι Πρόεδροι του Συμβουλίου της Επικρατείας και του Αρείου Πάγου καθώς και ο Πρόεδρος της ΕΣΗΕΑ και αυτοί, όχι η Βουλή ή η κυβέρνηση, επέλεγαν δύο καθηγητές και μου είχαν κάνει την τιμή να επιλέξουν και εμένα μαζί με τον Μανώλη Πρωτονοτάριο από το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο για να συγκροτήσουμε την πενταμελή αρχή.
Γιατί η αρμοδιότητα επιλογής των μελών των ανεξάρτητων αρχών ανατέθηκε στην Διάσκεψη των Προέδρων;
- Οι μεταπλειοψηφικές εγγυήσεις
Βεβαίως η αναθεώρηση του Συντάγματος είναι μία πολυσύνθετη διαδικασία που βασίζεται στο συσχετισμό των δυνάμεων, είναι πολιτικό γεγονός, εντέλει ιστορικό, δεν είναι εργαστηριακό. Ο τότε Πρόεδρος της Βουλής επέμενε πάρα πολύ να διαφυλαχθεί η αρμοδιότητα επιλογής των μελών των ανεξάρτητων αρχών υπέρ της Διάσκεψης των Προέδρων, παρά την αντίθετη γνώμη μου, αλλά έπρεπε να καταλήξουμε κάπου και έτσι ανετέθη η επιλογή στην Διάσκεψη των Προέδρων η οποία έχει κυμαινόμενη σύνδεση - θα δούμε αν αυτό είναι απολύτως σωστό ή μπορεί να θεραπευθεί - και ως εκ τούτου αβέβαιη και όχι σε κοινοβουλευτική επιτροπή, όπως είναι η Μόνιμη Διαρκής Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας που συγκροτείται κατά την αναλογία της δύναμης των κομμάτων, σύμφωνα με το άρθρο 68 παρ. 3 Σ .
Η αυξημένη πλειοψηφία των 3/5 του όλου αριθμού των μελών της ΔτΠ
Προκειμένου να καλυφθεί ο κίνδυνος καταστρατήγησης της σχετικής διάταξης μέσω της μεταβολής της σύνθεσης της Διάσκεψης των Προέδρων, προβλέφθηκε με πρόταση μου η αυξημένη πλειοψηφία των 4/5 του όλου αριθμού των μελών . Η αυξημένη πλειοψηφία των 4/5 συνδέεται με τον ασύμμετρο χαρακτήρα της ΔτΠ όπου υπερπλειοψηφεί η κοινοβουλευτική πλειοψηφία, λόγω της υπερβολικής εκπροσώπησής της με αντιπροέδρους και προέδρους κοινοβουλευτικών επιτροπών. Άρα έπρεπε οπωσδήποτε να είναι αυξημένη η πλειοψηφία.
Αυτές οι επιλογές έγιναν στο πλαίσιο μίας αναθεώρησης βασική επιλογή της οποίας ήταν η εισαγωγή της αρχής της συναίνεσης με τη μορφή μεταπλειοψηφικών εγγυήσεων. Το Σύνταγμα του 1975, όπως αναθεωρήθηκε το 2001, πρωτοπορεί διεθνώς στην εισαγωγή μεταπλειοψηφικών εγγυήσεων. Έχουμε νόμους αυξημένης πλειοψηφίας, την διάταξη για την άμεση ισχύ νέου εκλογικού συστήματος και το νόμο για την ψήφο των αποδήμων, ενώ έχουμε και αυξημένη πλειοψηφία στην επιλογή των ανεξαρτήτων αρχών. Υπάρχει μάλιστα το παράδοξο, οι προϋποθέσεις εκλογής των ανεξαρτήτων αρχών να είναι αυστηρότερες των προϋποθέσεων επιλογής των προσώπων που καταλαμβάνουν τις κορυφαίες θέσεις της δικαιοσύνης. Για τις κορυφαίες θέσεις της δικαιοσύνης αποφασίζει το Υπουργικό Συμβούλιο, πρόκειται άρα για μία μονοκομματική ή πάντως μονομερή επιλογή, ενώ στις ανεξάρτητες αρχές απαιτείται τουλάχιστον κάποια κοινοβουλευτική συναίνεση, η οποία πρέπει να διασφαλίζεται. Κακώς λοιπόν συναίνεσαν τα κόμματα της αντιπολίτευσης κατά την αναθεώρηση του 2019, στη μείωση της αυξημένης πλειοψηφίας στη Διάσκεψη των Προέδρων, από τα 4/5 στα 3/5 του όλου αριθμού των μελών. Αυτή η συναίνεσή τους, η οποία δεν έπρεπε να έχει δοθεί, οδήγησε τώρα στην καταστρατήγηση της διάταξης ενόψει της τελευταίας επιλογής μελών των ανεξαρτήτων αρχών.
Όμως η επιφύλαξη υπέρ του κανονισμού της Βουλής στο άρθρο 101 Α, αφορά τη λειτουργία και τις αρμοδιότητες της Διάσκεψης, όχι τη συγκρότησή της, και όταν η συγκρότηση καταστρατηγεί το Σύνταγμα, δηλαδή πια διαρρηγνύει πλήρως την αναλογική εκπροσώπηση των κομμάτων με βάση τη δύναμή τους στη Βουλή, πρέπει να δούμε αν αυτό μπορεί να γίνεται απεριορίστως ή υπάρχει ένα όριο από το άρθρο 68 παράγραφος 3. Γιατί πρέπει να είναι ο Πρόεδρος της Επιτροπής Βιβλιοθήκης της Βουλής ή ο Πρόεδρος της Επιτροπής Νέων Τεχνολογιών μέλη της Διάσκεψης των Προέδρων μαζί με τους προέδρους των διαρκών επιτροπών και της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας;
Άρα έχουμε ένα γενετικό πρόβλημα με τη Διάσκεψη των Προέδρων γιατί επικράτησε η αντίληψη ότι στη διάσκεψη γίνεται μη κομματική συζήτηση, ότι η ατμόσφαιρα είναι πιο θεσμική και για αυτό έχει ανατεθεί διά νόμου στην ΔτΠ και η έκφραση γνώμης για την επιλογή των κορυφαίων θέσεων της δικαιοσύνης. Αν δεν γινόταν αυτό, όπως δέχθηκε ο Νίκος Αλιβιζάτος προηγουμένως, θα ήμασταν αιχμάλωτοι της διστακτικής και αβέβαιης νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας. Δεν μπορεί όμως να παρατηρούμε ότι η νομολογία για το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης του 1990 ήταν διστακτική άλλα κακώς προβλέψαμε τις ανεξάρτητες αρχές στο Σύνταγμα. Προβλέποντας ρητά στο Σύνταγμα τις αρχές αίρεις τέτοιου είδους δισταγμούς και αμφιθυμίες της νομολογίας, η οποία είπε στο μεταξύ ότι δεν μπορεί να παρατείνεται η θητεία των μελών πέραν του ευλόγου χρόνου, παρακωλύοντας τη λειτουργία αμέσων οργάνων του κράτους, των οποίων δεν μπορεί να παύει η λειτουργία , ελλείψει νόμιμης συγκρότησης. Άρα καλώς έγινε η αναθεώρηση αυτού του εδαφίου του άρθρου 101 Α, επειδή η νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας κακώς δημιούργησε το πρόβλημα σε σχέση με την αυτοδίκαιη παράταση της θητείας των μελών των ανεξάρτητων αρχών.
Περιττεύει να τονίσω ότι κακώς καταστρατηγείται η σύνθεση της Διάσκεψης των Προέδρων και υποβαθμίζεται η αρχή της συναίνεσης και με τον τρόπο υπολογισμού της αυξημένης πλειοψηφίας, έστω των 3/5 κατ’ επίκληση του άρθρου 74 παρ.1 του Κανονισμού της Βουλής που αφαιρεί το κλάσμα. Αυτό έχει συμβεί και στο παρελθόν, αλλά η πρακτική αυτή όταν υπάρχει συνταγματική πρόβλεψη αυξημένης πλειοψηφίας η οποία ανάγεται στην αρχή της συναίνεσης και άρα στην ανάγκη συζήτησης και συναπόφασης των πολιτικών κομμάτων, δεν συνιστά κανόνα ερμηνείας του Συντάγματος . Συνιστά ερμηνευτικό επιχείρημα αλλά όχι κανόνα ερμηνείας. Η δε επίκληση του Κανονισμού της Βουλής ή του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας συνιστά απόπειρα ανεπίτρεπτης σύμφωνης με τον νόμο ερμηνείας του Συντάγματος.
Η ακύρωση του σταδίου της διαβούλευσης μεταξύ των κομμάτων και ιδίως μεταξύ των μεγαλυτέρων κομμάτων συνιστά παραβίαση του Συντάγματος. Δεν μπορεί να μην υπάρχει στάδιο οργανωμένης διαβούλευσης των κομμάτων για την επιλογή των προσώπων που στελεχώνουν τις ανεξάρτητες αρχές.
Τα υβριδικά χαρακτηριστικά των ανεξάρτητων αρχών
- Οι συγκρούσεις με τη δικαιοσύνη
Είναι νομίζω, καθαρά και πολύ ενδιαφέροντα τα υβριδικά χαρακτηριστικά των αρχών αυτών. Τα μέλη τους βεβαίως πρέπει να έχουν κώλυμα εκλογιμότητος, αλίμονο εάν δεν έχουν κώλυμα εκλογιμότητος, εάν δεν έχουν την πρόνοια 18 μήνες πριν τη λήξη της τετραετούς περιόδου να παραιτηθούν για να πολιτευτούν. Αυτό έπρεπε να προβλέπεται και για τους δικαστές. Εάν μεσολαβήσει πρόωρη διάλυση της Βουλής πριν τους τελευταίους δεκαοκτώ μήνες της περιόδου το κώλυμα δεν ισχύει.Αλίμονο εάν θα μπορούσαν τα επιλεγμένα από τη Βουλή μέλη των ανεξάρτητων αρχών να είναι και υποψήφιοι βουλευτές εν δυνάμει, χωρίς κανένα χρονικό περιορισμό.
Έχουμε, λοιπόν, ένα ανεξάρτητο πυλώνα της εκτελεστικής εξουσίας, συνδεδεμένο με τη Βουλή, ιδίως με την άσκηση του κοινοβουλευτικού ελέγχου, συγκρουόμενο με τη δικαιοσύνη εξαρχής, διότι η δικαιοσύνη είναι αυτή που δεν υποδέχθηκε και δεν συμφιλιώθηκε με τις ανεξάρτητες αρχές εξαρχής.
Στο πεδίο των αρμοδιοτήτων της ΑΠΔΠΧ καταγράφεται σύγκρουση με τις εισαγγελικές αρχές για τις κάμερες, σύγκρουση με το Συμβούλιο Επικρατείας για τους όρους απαλλαγής από το μάθημα των θρησκευτικών. Στο πεδίο των αρμοδιοτήτων του Συνηγόρου του Πολίτη σύγκρουση μεταξύ αυτού και των εισαγγελικών αρχών για τη δυνατότητα άσκησης ελέγχου στις φυλακές. Στο πεδίο των αρμοδιοτήτων της ΑΔΑΕ όλα τα γνωστά, τη γνωμοδότηση του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, την παραγγελία διενέργειας προκαταρκτικής εξέτασης κατά μελών και στελεχών της ΑΔΑΕ, τη σύγκρουση για τις υποκλοπές του 2007 και την τριμελή επιτροπή για την ενημέρωση αυτού ππυ παρακολουθήθηκε με πλειοψηφία εισαγγελέων. Πρόκειται προφανώς για δυσπιστία προς την αρχή και τον εκάστοτε Πρόεδρό της. Καταγράφονται αλλεπάλληλες συγκρούσεις με την κυβέρνηση με τις τηλεοπτικές άδειες, με τις υποκλοπές και το 2007 και το 2022-2023, αλλά και με τη Βουλή, δηλαδή με την κοινοβουλευτική πλειοψηφία, η οποία δέχεται ότι μπορεί να γίνει επίκληση απορρήτου ενώπιον της Βουλής, να αντιταχθεί στη Βουλή, άρα να ακυρωθεί στην πραγματικότητα η ενημέρωση της Βουλής από τις ανεξάρτητες αρχές. Αναφερθήκαμε στο θέμα του υπολογισμού της αυξημένης πλειοψηφίας και την αλλαγή της σύνθεσης της Διάσκεψης των Προέδρων με στόχο την καταστρατήγηση του άρθρου 101 Α, την αλλαγή της νομοθεσίας περί άρσης του απορρήτου τηλεφωνικών επικοινωνιών και βέβαια τη μείωση της προβλεπόμενης στο άρθρο 101Α αυξημένης πλειοψηφίας στην οποία κακώς συνέπραξε και η αντιπολίτευση. Για αυτό επιμένω, οι αυξημένες πλειοψηφίες των 3/5 στην αναθεώρηση του Συντάγματος να διατηρούνται για της δεύτερη φάση της διαδικασίας του άρθρου 110 Σ .
Βεβαίως, από την άλλη μεριά υπάρχουν ευρωπαϊκά αντίβαρα λόγω της πολλαπλής προστασίας, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο της Ευρώπης, τα διεθνή μέσα ενημέρωσης, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.
Έχει ήδη τεθεί τώρα και το ζήτημα εάν αυτές οι αποφάσεις της Διάσκεψης των Προέδρων υπόκεινται σε έλεγχο νομιμότητας ή μπορεί να καλυφθούν πίσω από την επίκληση του δόγματος του interna corporis. Κατά τη γνώμη μου δεν μπορούν, γιατί εδώ η Βουλή συμπράττει σε σύνθετη διοικητική ενέργεια που ολοκληρώνεται με την έκδοση υπουργικής απόφασης. Όπως προκύπτει από τη σχετική νομολογία το Συμβούλιο της Επικρατείας ελέγχει την τήρηση των συνταγματικά προβλεπόμενων όρων του άρθρου 90 παρ. 5 για την επιλογή από το Υπουργικό Συμβούλιο των δικαστικών λειτουργών που καταλαμβάνουν τις κορυφαίες θέσεις παρά την ρητή πρόβλεψη της παρ. 6 του ίδιου άρθρου ότι οι αποφάσεις ή πράξεις του άρθρου 90 δεν προσβάλλονται στο ΣτΕ. Δεν πρέπει δε να λησμονείται η διάταξη του άρθρου 65 παρ. 6 εδ. β, σύμφωνα με το οποίο οι πράξεις του Προέδρου της Βουλής που αφορούν την πρόσληψη και την υπηρεσιακή κατάσταση του προσωπικού της Βουλής υπόκειται σε προσφυγή ή αίτηση ακύρωσης προς το Συμβούλιο της Επικρατείας. Μπορεί συνεπώς να συναχθεί το συμπέρασμα ότι όταν η Βουλή μετέχει στην έκδοση διοικητικών πράξεων, αυτές δεν υπάγονται στο interna corporis και είναι δεκτικές δικαστικού ελέγχου, ζήτημα το οποίο αναμένεται να κριθεί δικαστικά.
Μια σύντομη συνολική αποτίμηση της δράσης των ανεξάρτητων αρχών
Μπορούμε ύστερα από τις παραπάνω υπομνήσεις να κάνουμε μία συνολική αποτίμηση των 22 ετών από την αναθεώρηση του 2001 υπό το πρίσμα όσων μεσολάβησαν. Νομίζω ότι η αποτίμηση γενικώς είναι θετική, διότι οι ανεξάρτητες αρχές έχουν συνεισφέρει σημαντικά στο κεκτημένο του κράτους δικαίου και της φιλελεύθερης δημοκρατίας. Όσο και εάν η προσέγγιση των αρμοδιοτήτων τους που κάνουν οι αρχές, είναι πραγματιστική, προσεκτική, συμβιβαστική πολλές φορές, το αποτέλεσμα το οποίο έχει παραχθεί είναι σημαντικό.
Η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα έχει εφαρμόσει υποδειγματικά τον Γενικό Κανονισμό και έχει δώσει υπόσταση σε ένα κρίσιμο και συνεχώς απειλούμενο θεμελιώδες δικαίωμα, πολλαπλά προστατευόμενο, σε συνταγματικό, ενωσιακό και διεθνές επίπεδο, που προβλέφθηκε ρητά στο άρθρο 9Α όπως αυτό προστέθηκε με την αναθεώρηση του 2001.
Η ΑΔΑΕ έχει βρεθεί στη δίνη μίας υπόθεσης η οποία αναδεικνύει τη σημασία του άρθρου 19 Σ, το οποίο επίσης αναθεωρήθηκε το 2001. Η πρόβλεψη του άρθρου 19 παρ. 2 για την ίδρυση ανεξάρτητης αρχής που λειτουργεί ως θεσμική εγγύηση του απορρήτου των επικοινωνιών αλλά και του άρθρου 19 παρ. 3 για την απαγόρευση χρήσης των παρανόμως κτηθέντων αποδεικτικών μέσων, είναι σημαντικό τμήμα του αναθεωρητικού κεκτημένου του 2001.
Το ΑΣΕΠ λειτουργεί στη συνείδηση της κοινής γνώμης και πριν τη συνταγματική του κατοχύρωση ως θεσμική εγγύηση όλων των διαδικασιών πρόσληψης στο δημόσιο και τον δημόσιο τομέα, παρά τις τριβές.
Το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης έχει πλούσια δράση στην εποπτεία του περιεχομένου των ραδιοτηλεοπτικών σταθμών, αν και όχι ως προς την αδειοδότηση καθώς η εξουσία που εκπηγάζει και διαχέεται στο πεδίο αυτό είναι δύσκολα διαχειρίσιμη και πολιτικά αλλά και θεσμικά παρά τις φιλοδοξίες της αναθεώρησης του 2001 που αποτέλεσαν αντικείμενο ευρείας και ενθουσιώδους συναίνεσης των πολιτικών δυνάμεων.
Ο Συνήγορος του Πολίτη διαθέτει την ηπιότητα της διαμεσολαβητικής του φύσης, όμως οι εκθέσεις του είναι πάρα πολύ σημαντικές και πρέπει τώρα να παραλληλισθούν με το Ελεγκτικό Συνέδριο και τις ειδικές εκθέσεις του. Το ίδιο το Ελεγκτικό Συνέδριο λειτουργεί ως ανώτατο δικαστήριο μεν, το οποίο όμως κινείται παράλληλα με την Ενιαία Αρχή Δημοσίων Συμβάσεων ως προς τον έλεγχο των δημοσίων συμβάσεων και εντέλει υπερισχύει, κινείται παράλληλα με το Συνήγορο του Πολίτη στις ειδικές εκθέσεις και άρα πρέπει να δούμε όλο το θεσμικό οικοδόμημα πώς έχει διαμορφωθεί. Γιατί και το άρθρο 98 έχει τροποποιηθεί προς την κατεύθυνση αυτή με την αναθεώρηση του 2001, την οποία τώρα που ανοίγει ξανά η συζήτηση για αναθεώρηση από τις 28 Νοεμβρίου 2024 και μετά, καλά είναι να την επισκεφθούμε ξανά με σεβασμό, να την κατανοήσουμε, να εντρυφήσουμε σε αυτή και να ανακαλύψουμε τα τεράστια ανεκμετάλλευτα κοιτάσματα που διαθέτει.
Σε όλες τις ανεξάρτητες αρχές οφείλουμε πολλά και βεβαίως την εκτίμηση και τον σεβασμό μας. Θα μπορούσαμε το 2001 να μη προσθέσουμε τίποτα στο συνταγματικό κείμενο, μπορούμε στο μέλλον να αρκεστούμε σε ένα Σύνταγμα που θα λέει μόνο «προστατεύονται τα θεμελιώδη δικαιώματα, στα οποία μπορούν να επιβληθούν περιορισμοί χάριν του γενικού συμφέροντος». Αυτό θα ήταν μία λακωνική διατύπωση του όλου Συντάγματος, αλλά βλέπετε ότι η ιστορική εμπειρία διαμορφώνει το κείμενο και το κείμενο είναι πάντα συγκείμενο. Ιδίως δε τώρα στο πλαίσιο του επαυξημένου Συντάγματος και του πολυεπίπεδου συνταγματισμού είναι μόνο συγκείμενο από το οποίο αρχίζουμε και στο οποίο τελειώνουμε.
*Ομιλία στο συνέδριο με θέμα «Συνταγματικά κατοχυρωμένες Ανεξάρτητες Αρχές: Η συμβολή τους σε ένα ευρωπαϊκό δημοκρατικό κράτος δικαίου» που οργανώθηκε από τις πέντε συνταγματικά προβλεπόμενες ανεξάρτητες αρχές ( Αθήνα 1- 2. 11. 2023 ).
Βιβλιογραφική σημείωση
Ας μου επιτραπεί να παραπέμψω καταρχάς στην παρουσίαση του θεσμού των ανεξάρτητων αρχών που περιλαμβάνεται στο: Ευάγγελος Βενιζέλος, Μαθήματα Συνταγματικού Δικαίου, Νέα Έκδοση, 2021, σελ. 581 επ. και περαιτέρω βιβλιογραφική τεκμηρίωση, σελ. 590 επ. Η πρώτη παρουσίαση της θέσης των ανεξάρτητων αρχών στο Σύνταγμα μετά την αναθεώρηση του 2001 έγινε στο βιβλίο μου: Το αναθεωρητικό κεκτημένο. Το συνταγματικό φαινόμενο στον 21ο αιώνα και η εισφορά της αναθεώρησης του 2001, 2002, σελ. 218 επ. και στη μελέτη μου: «Οι ανεξάρτητες αρχές μετά την αναθεώρηση του ελληνικού Συντάγματος του 1975/1986/2001», Δικαιώματα του Ανθρώπου, 2002, σελ. 361 επ. = Φ. Ι. Κοζύρης & Σ. Μεγγλίδου (επιμ.), Η “ανεξαρτησία” των ανεξάρτητων αρχών. Προβληματισμοί και ελπίδες ενός νέου θεσμού, 2003, σελ. 18 επ.. Πιο πρόσφατη είναι η μελέτη μου «Προβλήματα κατανομής αρμοδιοτήτων μεταξύ Ανεξάρτητων Αρχών: Μια πρόταση για τη νομοθετική εισαγωγή κανόνα κατανομής και δικονομικού μηχανισμού άρσης της σύγκρουσης αρμοδιοτήτων», «ΔΗΜΟΣΙΟ ΔΙΚΑΙΟ», Επιστημονικό Περιοδικό Ένωσης Ελλήνων Δημοσιολόγων (ΕΕΔ), Έτος 2022 (7), Τεύχος 1 (Ιανουάριος-Ιούνιος): Τεύχος Αφιερωμένο στην μνήμη του Επαμεινώνδα Σπηλιωτόπουλου ,σελ. 1 επ. . Επίκαιρη εξακολουθεί να είναι η εισήγηση ( 28.4.2009) που μου είχε ζητηθεί να υποβάλλω στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής για την κατάσταση των ανεξάρτητων αρχών, https://www.evenizelos.gr/images/stories/pdf/ANEXARTITES_ARXES_EV_VENIZELOS_28.4.2009.pdf
Για την έννοια του επαυξημένου Συντάγματος βλ. Evangelos Venizelos, From the relativization of the Constitution to the “augmented Constitution”, ERPL/REDP, vol. 32, no 3, autumn/automne 2020, pp 973-1017
2.11.2023, Παρέμβαση Ευ. Βενιζέλου: Συνταγματικά κατοχυρωμένες Ανεξάρτητες Αρχές from Evangelos Venizelos on Vimeo.