30.5.2025
Ομιλία Ευάγγελου Βενιζέλου στην παρουσίαση της ελληνικής έκδοσης του βιβλίου «Η Αρμενική Εκκλησία», συγγραφικό έργο του Καθολικού Πατριάρχη του Μεγάλου Οίκου της Κιλικίας κ. Αράμ Α΄, στην Παλαιά Βουλή*
Αγιώτατε, Μακαριώτατε, Σεβασμιώτατοι και Θεοφιλέστατοι Άγιοι Αρχιερείς,
κύριε Γενικέ Γραμματέα Θρησκευμάτων, κυρίες και κύριοι,
είναι καταρχάς πολύ μεγάλη χαρά για μένα το γεγονός ότι υποδέχομαι για δεύτερη φορά στην Αθήνα και συναντώ τον Αγιώτατο Καθολικό Πατριάρχη του Μεγάλου Οίκου της Κιλικίας, τον κύριο Αράμ Α΄, ο οποίος κατά την προηγούμενη επίσκεψή του στην Αθήνα είχε τη γενναιοδωρία να με περικοσμήσει και με το παράσημο του Καθολικάτου του Μεγάλου Οίκου της Κιλικίας.
Επίσης, θέλω να χαιρετήσω το γεγονός ότι την εκδήλωση αυτή συνδιοργανώνει η Γενική Γραμματεία Θρησκευμάτων, προσωπικά ο Γενικός Γραμματέας, ο κύριος Γιώργος Καλατζής, στον οποίον οφείλουμε την ψήφιση του νόμου 4301 / 2014, πριν από 11 χρόνια, ο οποίος μεταξύ άλλων διασφαλίζει το νομικό καθεστώς της Αρμενικής Εκκλησίας στην Ελλάδα, δηλαδή το καθεστώς της Μητρόπολης των Ορθοδόξων Αρμενίων Ελλάδος ως εκκλησιαστικού νομικού προσώπου και το καθεστώς των ενοριών της Μητρόπολης ως θρησκευτικών νομικών προσώπων. Κατά τον τρόπο αυτό λύθηκε εκ του νόμου και δια νόμου μια εκκρεμότητα μακρά, η οποία έπρεπε να έχει επιλυθεί εδώ και δεκαετίες, αλλά κάλιο αργά παρά ποτέ, όπως λέει ο θυμόσοφος ελληνικός λαός.
Το βιβλίο που είχε την πρωτοβουλία να μεταφράσει ο Σεβασμιότατος Μητροπολίτης Νέας Ιωνίας, ο κ. Γαβριήλ, διδάκτωρ του Κανονικού Δικαίου, κοσμοπολίτης Μητροπολίτης που γνωρίζει πώς οργανώνεται η οικουμενική κίνηση και πώς διεξάγονται οι διάλογοι μεταξύ των δογμάτων, είναι ένα πολύ σημαντικό εγχειρίδιο, μια επιτομή των προβληματισμών του Αγιωτάτου Αράμ Α΄ για το τι σημαίνει Αρμενική Ορθόδοξη Εκκλησία αλλά και για το πώς αντιμετωπίζει η Εκκλησία τη σχέση της με το παρελθόν και τις προκλήσεις του μέλλοντος.
Λέει μια έκφραση την οποία χρησιμοποιούσε κατά κόρον ο Μ. Κούντερα και στην Ελλάδα ένας πολύ σημαντικός ποιητής και πεζογράφος, ο Μάνος Ελευθερίου, πως « δεν ξέρουμε τι μας επιφυλάσσει το παρελθόν» και ειδικά για τα θέματα αυτά, τα οποία έχουν πολύ μεγάλο ιστορικό βάθος, το παρελθόν είναι αυτό που σε πολύ μεγάλο βαθμό, προδιαγράφει το μέλλον.
Αλλά όταν μια εκκλησία που είναι το Σώμα του Χριστού, το μυστικό Σώμα, το Corpus Mysticum, αντιλαμβάνεται ότι εκτός από τη σχέση της με το παρελθόν πρέπει όντως να διαμορφώσει και μια σχέση με το μέλλον, έχει επί της αρχής τουλάχιστον τις προϋποθέσεις να διασφαλίσει την πορεία της στο μέλλον, αν και τα θέματα αυτά δεν κρίνονται εντός του παρόντος αιώνος, αλλά κρίνονται εις τον μέλλοντα αιώνα, δηλαδή με τα κριτήρια ενός χρόνου που δεν είναι ο μακρύς ιστορικός χρόνος, αλλά είναι κάτι παραπάνω από αυτό, είναι ο χρόνος χωρίς τέλος.
Το βιβλίο είναι εντυπωσιακό γιατί συνιστά μια σύνοψη ιστορική, κανονολογική, εκκλησιολογική, μια σύνοψη κοινωνιολογίας της θρησκείας, αλλά βεβαίως και ένα δοκίμιο πολιτικού προβληματισμού για τη σχέση της Αρμενικής Ορθόδοξης Εκκλησίας με το Αρμενικό έθνος, με το Αρμενικό κράτος, με τη δημοκρατία της Αρμενίας, αφής στιγμής απέκτησε την ανεξαρτησία της, μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, άρα ζητήματα που μας απασχολούν και εμάς εδώ στην Ελλάδα. Ζητήματα για παράδειγμα σχέσεων κράτους και εκκλησίας ή ζητήματα σχέσεων εκκλησίας και εθνικής ταυτότητας, τίθενται από τον Αγιώτατο και μεταφράζονται από τον Σεβασμιώτατο, με εξαιρετικό τρόπο στην ελληνική γλώσσα, με απόλυτη σαφήνεια. Και νομίζω ότι μπορούμε να εμπνευστούμε από τις παρατηρήσεις του Αγιωτάτου κ. Αράμ διότι προσεγγίζει τα θέματα αυτά με μια εντυπωσιακή απλότητα. Μπορεί να καταλήγει σε πρακτικές λύσεις με αυτοσυγκράτηση, με σύνεση, με σοφία, με ωριμότητα, γιατί βεβαίως ο λόγος του ενσωματώνει τη βαθιά τραυματική ιστορική εμπειρία του Αρμενικού έθνους και της Εκκλησίας βεβαίως. Γιατί το έθνος είναι αυτό που μετουσιώνεται και σε εκκλησία. Ο ίδιος λαός, οι ίδιοι άνθρωποι είναι αυτοί που συγκροτούν τελικά και το έθνος και την εκκλησία ως Σώμα Χριστού.
Βεβαίως, αυτό που μας χωρίζει ιστορικά είναι η Χριστολογία, μια μακρά συζήτηση για το χριστολογικό δόγμα. Όπως ανέφερε ο Άγιος Νέας Ιωνίας ,γιορτάστηκαν τα 1700 χρόνια από τη μεταστροφή της Αρμενίας, του αρμενικού έθνους στον Χριστιανισμό. Αυτό συνέβη πριν από 20-23 περίπου χρόνια. Φέτος, το 2025, όπως όλες και όλοι γνωρίζουμε, γιορτάζουμε μια άλλη μεγάλη επέτειο πάλι 1700 ετών, που είναι η επέτειος από την σύγκλιση της πρώτης Οικουμενικής Συνόδου στη Νίκαια.
Θα εορταστεί η επέτειος αυτή με επίσκεψη του νέου Επισκόπου Ρώμης του Πάπα Λέοντος 14ου στην Τουρκία, στη Νίκαια. Ήδη σήμερα είχαμε δεύτερη συνάντηση μεταξύ του Οικουμενικού Πατριάρχη και του νέου Πάπα για το ζήτημα αυτό. Μπορούμε όμως και οι Ορθόδοξοι από τη μια μεριά και οι Αρχαίες Ανατολικές Εκκλησίες από την άλλη, με αφορμή την επέτειο των 1700 ετών από τη Νίκαια, μια που η Νίκαια και οι επόμενες δύο Σύνοδοι δεν είναι σημείο αμφιλεγόμενο και δεν είναι καν αντικείμενο διαλόγου αλλά είναι αντικείμενο κοινής αποδοχής και πίστεως, να βρούμε την ευκαιρία να τονίσουμε, να αναδείξουμε, εκείνα τα σημεία της κοινής μας Χριστολογικής αντίληψης, από την οποία απορρέει και μια κοινή εκκλησιολογική αντίληψη, η οποία φαίνεται πάρα πολύ καθαρά στο βιβλίο του Αγιωτάτου κ. Αράμ. Διότι βλέπουμε τι σημαίνει συνοδικότητα στην Αρμενική Εκκλησία, τι σημαίνει κατανομή των δικαιοδοσιών στην Αρμενική Εκκλησία, τι σημαίνει διαποίμανση της Αρμενικής Διασποράς, και βεβαίως τι σημαίνει συμμετοχή του λαϊκού στοιχείου στη διοίκηση της Εκκλησίας, κάτι το οποίο νομίζω ότι είναι αξιοπρόσεκτο και είναι μια πηγή έμπνευσης και για τις Ορθόδοξες Εκκλησίες.
Ο διάλογος όπως τον περιέγραψε ο Σεβασμιώτατος προηγουμένως, από πλευράς Ορθοδόξων Εκκλησιών, είχε τη μεγάλη τύχη να διεξάγεται με εκπροσώπηση υψηλού επίπεδου . Ο Μακαριστός Εφέσου Χρυσόστομος και ο Μακαριστός και Μέγας θεολόγος αλλά και Μέγας εκκλησιαστικός διπλωμάτης, ο Δαμασκηνός Παπανδρέου, ο από Ελβετίας Αδριανουπόλεως, ήταν δύο πρόσωπα που νομίζω ότι εισέφεραν στην προσέγγιση των δύο πλευρών γίνεται σε πολύ στέρεες θεολογικές βάσεις, με πηγή αναφοράς τον Κύριλλο Αλεξανδρείας, «η μία φύσις του Θεού Λόγου σεσαρκωμένη».
Άρα είμαστε πολύ κοντά στο να βρούμε τις διατυπώσεις, να βρούμε τις λέξεις και πίσω από τις λέξεις τα πράγματα, την κοινή πίστη, να καταλήξουμε σε ένα κείμενο, σε ένα Σύμβολο της Πίστεως το οποίο πραγματικά είναι κοινό και έτσι να γιορτάσουμε με έμπρακτο τρόπο αυτήν τη μεγάλη επέτειο.
Από την άλλη μεριά, όλα αυτά συμβαίνουν, όπως είπα και προηγουμένως, σε μία εποχή μεγάλων διεθνοπολιτικών προκλήσεων. Οι αρχαίες Ανατολικές Εκκλησίες αντιλαμβάνονται πάρα πολύ καλά ότι η θρησκεία δεν μπορεί να μείνει αδιάφορη απέναντι στην αμφισβήτηση της δημοκρατίας, του κράτους δικαίου, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Δεν μπορεί να μείνει αδιάφορη απέναντι σε προκλήσεις που είναι κοινότοπες πλέον γιατί τις επαναλαμβάνουμε καθημερινά, όπως είναι η κλιματική κρίση, η τεχνητή νοημοσύνη, το ανθρωπολογικό πρόβλημα, γιατί αναζητούμε την κοινή μας Χριστολογία, αλλά πρέπει να αναζητούμε, ταυτοχρόνως, και την κοινή μας Ανθρωπολογία.Πρέπει να δούμε ο άνθρωπος της σημερινής εποχής, ο άνθρωπος που ζει σε ένα περιβάλλον ανασφάλειας, μόνιμων κρίσεων και πολυκρίσεων, πώς μπορεί να βρει τη θέωσή του, ποιος είναι ο σκοπός του, ποια είναι η σχέση του με το θρησκευτικό φαινόμενο, με την πίστη. Ο δύσπιστος άνθρωπος, ο ταλαιπωρημένος και απαισιόδοξος άνθρωπος, ο μοναχικός άνθρωπος, αυτός μπορεί εξίσου καλά να ανήκει στις ορθόδοξες εκκλησίες ή στις αρχαίες ανατολικές εκκλησίες. Και εάν τον δούμε, τελικά, αυτόν ως ένα μικρό τμήμα του μυστικού σώματος, του Corpus Mysticum του Χριστού, τότε έχουμε καταφέρει να συγκροτήσουμε ταυτοχρόνως και μια Χριστολογία και μια Ανθρωπολογία, η οποία βλέπει από το παρελθόν προς τη σύγχρονη εποχή και τις προκλήσεις της .
Η εποχή μας όμως δεν έχει μόνο αυτές τις προκλήσεις. Έχει και την πολύ μεγάλη πρόκληση της διαταραχής του διεθνούς πλαισίου, της αμφισβήτησης του Διεθνούς Δικαίου, της αμφισβήτησης των δεδομένων και των παραδοχών της διεθνούς κοινότητας. Και αυτό σε μεγάλο βαθμό, αυτή τη φορά, εκπορεύεται από τη Δύση, από το επίκεντρο της Δύσης, από την ηγεμονική δύναμη της Δύσης, που είναι οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Αμερικανική Διοίκηση.
Έχει λοιπόν πάρα πολύ μεγάλη σημασία και για εμάς εδώ στην Ελλάδα που έχουμε τις δικές μας ιστορικές εμπειρίες και τις δικές μας ανησυχίες, αλλά εν πάση περιπτώσει είμαστε μια χώρα μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μια χώρα παλαιό μέλος του ΝΑΤΟ, μια χώρα δυτική, και για την Αρμενία, συνακόλουθα και για την Αρμενική Διασπορά που είναι μια χώρα που δεν έχει αυτά τα πλεονεκτήματα, που ζει με ανοικτές πληγές, που αντιλαμβάνεται τι συμβαίνει στην Ουκρανία, τι συμβαίνει γενικότερα στον χώρο της πρώην Σοβιετικής Ένωσης , να συγκροτήσουμε έναν θρησκευτικό λόγο ο οποίος είναι λόγος για τη δημοκρατία, τα ανθρώπινα δικαιώματα, το κράτος δικαίου, την ειρήνη.
Μπορεί να υπάρχει και ένας άλλος λόγος θεολογικός, μια άλλη πολιτική θεολογία που είναι μια πολιτική θεολογία πολεμοχαρής, που είναι μια πολιτική θεολογία αυταρχική, που είναι μια πολιτική θεολογία που δεν αντιλαμβάνεται την αξία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Άρα αυτός ο διάλογος είναι πιο δύσκολος δογματικά από ότι είναι ο διάλογος ανάμεσα στις Ορθόδοξες εκκλησίες και τις Αρχαίες Ανατολικές εκκλησίες σε σχέση με το Χριστολογικό δόγμα.
Υπό την έννοια αυτή, και για να μην σας κουράζω, το βιβλίο, το οποίο έχουμε σε μια λαμπρή έκδοση, ελληνική, χάρη στην Αποστολική Διακονία της Εκκλησίας της Ελλάδος και χάρη στην εξαιρετική μετάφραση του Σεβασμιωτάτου κ. Γαβριήλ, νομίζω ότι είναι μια ευκαιρία να ξαναθυμηθούμε αυτά που πολύ βαθιά μας ενώνουν.
Έχω μεγαλώσει σε μια περιοχή της Θεσσαλονίκης, στις δυτικές συνοικίες, με έντονη παρουσία Αρμενίων. Κάθε Μεγάλη Παρασκευή, όταν ήμουν παιδί, μετείχα στην περιφορά του Επιταφίου σε ένα ναό, το ναό του Αγίου Κωνσταντίνου, του Ιπποδρομίου, που συναντιόταν, συναντάται ακόμη με τον Επιτάφιο της Αρμενικής Εκκλησίας και βλέπαμε να ανταλλάσσεται ο ασπασμός των Ιερέων.
Έχουμε όλες τις προϋποθέσεις, τις ιστορικές, τις παραδοσιακές, τις συναισθηματικές, να ανανεώσουμε τους δεσμούς μας και να τους κάνουμε πραγματικά όπλο για την αντιμετώπιση αυτών των προκλήσεων, στις οποίες αναφέρθηκα.
Αγιώτατατε, Σας ευχαριστούμε λοιπόν πάρα πολύ, γιατί με τον λόγο σας και τη γραφή σας μας δίνετε την ευκαιρία να βρεθούμε εδώ σήμερα και να πούμε αυτά τα λόγια. -
*Για το βιβλίο μίλησαν ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Νέας Ιωνίας, Φιλαδελφείας, Ηρακλείου και Χαλκηδόνος κ. Γαβριήλ, ο πρώην Αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης και ομότιμος καθηγητής του Συνταγματικού Δικαίου κ. Ευάγγελος Βενιζέλος, και ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Ορθοδόξων Αρμενίων Ελλάδος Επίσκοπος Σαχάκ Γεμισιάν. Συντόνισε ο δημοσιογράφος κ. Ανδρέας Λουδάρος. Αντιφώνησε ο Καθολικός Πατριάρχης του Μεγάλου Οίκου της Κιλικίας και συγγραφέας του βιβλίου κ. Αράμ Α' -
credits ORTHODOX TV