8 Ιουλίου 2025
Ομιλία Ευάγγελου Βενιζέλου στην 1η Οικουμενική Συνδιάσκεψη Ελλήνων Νομικών
«Προασπίζοντας τη δημοκρατία, το κράτος δικαίου και τη δικαιοσύνη
- παγκόσμιες προκλήσεις και ο ρόλος της Τεχνητής Νοημοσύνης»
Κύριε Υπουργέ Δικαιοσύνης της Κυπριακής Δημοκρατίας, κυρία και κύριοι βουλευτές, εντιμότατοι δικαστές, honorable judges, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι στη δικηγορία και στην ακαδημαϊκή κοινότητα, κυρίες και κύριοι,
είναι μεγάλη μου τιμή το γεγονός ότι οι συνδιοργανωτές αυτής της μεγάλης και φιλόδοξης συνδιάσκεψης οικουμενικού χαρακτήρα, των απανταχού ελληνικής καταγωγής νομικών, μου ζήτησαν να απευθύνω έναν από τους κεντρικούς εισαγωγικούς λόγους σήμερα εδώ και χαίρομαι πραγματικά, γιατί βλέπω φίλες, φίλους, παλιούς μαθητές και μαθήτριες, συναδέλφους στην αίθουσα αυτή.
Είναι εντυπωσιακή η σύναξη των ελληνικής καταγωγής νομικών από την Αυστραλία και τις Ηνωμένες Πολιτείες, των Ελληνοκύπριων νομικών και φυσικά των συναδέλφων από την Ελλάδα. Ζούμε σε διαφορετικά θεσμικά περιβάλλοντα, αλλά κοινός παρονομαστής είναι ότι αντιμετωπίζουμε όλοι τις ίδιες προκλήσεις που αφορούν τη δημοκρατία, το κράτος δικαίου και την έννοια της δικαιοσύνης, της πρώτης των αρετών. Αντιμετωπίζουμε προκλήσεις κοινωνικές, πολιτικές, θεσμικές, αλλά προφανώς και τεχνολογικές λόγω της τεχνητής νοημοσύνης, αλλά όχι μόνο. Εντέλει αντιμετωπίζουμε προκλήσεις ανθρωπολογικές που αφορούν τη φύση και την αξία του ανθρώπου.
Το 1957 η τότε Σοβιετική Ένωση έθεσε σε τροχιά τον πρώτο δορυφόρο Σπούτνικ. Αυτό ενέπνευσε ως σημαντική τεχνολογική εξέλιξη την Χάνα Άρεντ να γράψει ένα από τα σημαντικότερα βιβλία του 20ου αιώνα, την «Ανθρώπινη κατάσταση»( “Human Condition”). Φανταστείτε πόσα βιβλία θα έγραφε η Χάνα Άρεντ αντιμέτωπη με την πρόκληση της τεχνητής νοημοσύνης που είναι μία πρόκληση για τη φύση του ανθρώπου, ουσιαστικά μας καλεί να μεταβούμε από τον άνθρωπο στον μετα-άνθρωπο, από τον ανθρωπισμό στον μετα-ανθρωπισμό.
Η Αθήνα είναι προφανώς ο ιστορικά κατάλληλος τόπος να μιλήσουμε για τη δημοκρατία και την ανάγκη προστασίας της, αλλά δεν θα μιλήσουμε για την αρχαία δημοκρατία, για τη δημοκρατία των αρχαίων, για να είμαι ακριβέστερος, θα μιλήσουμε για κάτι πολύ σημαντικότερο κατά τη γνώμη μου, που είναι η σύγχρονη δημοκρατία, η αντιπροσωπευτική και φιλελεύθερη δημοκρατία που ενσωματώνει σε ένα αδιάσπαστο σύνολο τη δημοκρατία και το κράτος δικαίου, τη δημοκρατία και την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Αυτή η δημοκρατία, που θα μου επιτρέψετε να την ονομάσω συνταγματική δημοκρατία, είναι ένα πολύ πρόσφατο ιστορικό προϊόν που έχει ζωή μόλις δυόμισι αιώνων. Επίσης, για να έχουμε μία αίσθηση της πραγματικότητας, είναι ένα φαινόμενο το οποίο δεν είναι απλώς νέο, αλλά είναι και γεωγραφικά περιορισμένο, η φιλελεύθερη δημοκρατία είναι δυτικοκεντρικό φαινόμενο.
Ας ξεκινήσουμε λοιπόν από κάποια αριθμητικά στοιχεία τα οποία νομίζω ότι είναι άκρως απαισιόδοξα ή πάντως μας καλούν να αντιμετωπίσουμε με ρεαλιστική διάθεση το φαινόμενο της δημοκρατίας και του κράτους δικαίου και ενισχύουν την ανάγκη για την προστασία αυτού του κεκτημένου. Η πρώτη λοιπόν και μεγαλύτερη απειλή για τη δημοκρατία σήμερα είναι η δραματική μείωση της παγκόσμιας επιρροής της. Σύμφωνα με τους πίνακες που έδωσε στη δημοσιότητα φέτος το έγκυρο Ινστιτούτο V-Dem, στον κόσμο υπάρχουν 88 δημοκρατίες, 29 φιλελεύθερες, δηλαδή πλήρεις και 59 απλώς εκλογικές, χωρίς δηλαδή να διασφαλίζεται η προστασία του κράτους δικαίου και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, άρα και των μειοψηφιών. Τοποθετούνται συνεπώς σε μία κατώτερη βαθμίδα και υπάρχουν 91 αυταρχικά καθεστώτα, μερικά εκλογικά, δηλαδή διεξάγονται εκλογές αλλά εντός ενός αυταρχικού πλαισίου και μη εγγυημένες ως προς τη γνησιότητά τους, αυτή είναι η πιο ήπια μορφή, ενώ τα υπόλοιπα χαρακτηρίζονται «κλειστά» αυταρχικά καθεστώτα που είναι η ακραία μορφή.
Αυτή είναι η μικρότερη επίδοση για τη δημοκρατία στα τελευταία πάρα πολλά χρόνια. Σύμφωνα με τη μέτρηση αυτή, υπό συνθήκες φιλελεύθερης δημοκρατίας, που για την Ευρωπαϊκή Ένωση, για την Αυστραλία, για τον Καναδά, για την Κύπρο, για τις Ηνωμένες Πολιτείες –θα δούμε– είναι αυτονόητη συνθήκη , ζει μόλις το 12% του παγκόσμιου πληθυσμού, λιγότερο από 1 δισεκατομμύριο ανθρώπων, για την ακρίβεια, 900 εκατομμύρια μόνο, σχεδόν το 1/10 του πληθυσμού. Οι τρεις στους τέσσερις ανθρώπους παγκοσμίως, ζουν σε αυταρχικά συστήματα διακυβέρνησης.
Όταν λοιπόν λέω ότι το φαινόμενο της δημοκρατίας είναι δυτικοκεντρικό, εννοώ ότι η φιλελεύθερη δημοκρατία είναι η αξιακή επικράτεια της Δύσης. Εάν μας ενδιαφέρει η Δύση ως ιστορικό φαινόμενο, ως στρατηγική οντότητα και ως θεσμική και πολιτιστική κατάκτηση, τότε πρέπει να υπερασπιζόμαστε την εδαφική, αλλά και την αξιακή επικράτειά της.
Παρακολουθούμε τους τελευταίους μήνες και αυτό είναι ιδιαίτερα ανησυχητικό, μία σύγκρουση αντιλήψεων ως προς τις προτεραιότητες ασφάλειας καταρχάς μεταξύ Ηνωμένων Πολιτειών και Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το γεγονός ότι ο Ευρωατλαντικός άξονας που είναι ο πυρήνας της Δύσης, ο αξιακός και όχι μόνον ο στρατηγικός, έχει διασπαστεί ως προς το θεμελιώδες ζήτημα που είναι η αίσθηση ασφάλειας - ποιος είναι ο εχθρός- έχει πολύ μεγάλη σημασία γιατί επηρεάζει την ίδια τη λειτουργικότητα του άξονα αυτού και άρα συνολικά την Δύση .
Η Ελλάδα βεβαίως, για να είμαστε ειλικρινείς μεταξύ Ελλήνων νομικών, έχει τη δική της εθνική αίσθηση ασφάλειας λόγω των γεωγραφικών συνθήκων και της βαριάς ιστορικής εμπειρίας. Επί 50 χρόνια, από το 1974 κυριαρχεί η ανοικτή πληγή του Κυπριακού ζητήματος, δηλαδή η στρατιωτική κατοχή του βόρειου τμήματος της νήσου από τον τουρκικό στρατό, στρατό κράτους μέλους του ΝΑΤΟ. Αλλά και στις Ελληνοτουρκικές σχέσεις κυριαρχεί η εκ μέρους της Τουρκίας αμφισβήτηση όχι μόνο ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων που αφορούν πρωτίστως τις θαλάσσιες ζώνες, την αποκλειστική οικονομική ζώνη και την υφαλοκρηπίδα στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο, αλλά ακόμη και της ίδιας της κυριαρχίας σε νησιά του Αιγαίου και της Ανατολικής Μεσογείου.
Τώρα προστίθεται κάτι το οποίο επίσης είναι προφανές και πασίγνωστο, αναδεικνύεται μία τεχνητή κατά κάποιον τρόπο επιτάχυνση του οικονομικού ανταγωνισμού μεταξύ των δύο πόλων της Δύσης, μεταξύ Ευρώπης και Ηνωμένων Πολιτειών, που με αφορμή τους δασμούς βρέθηκαν ή βρίσκονται ίσως ακόμη στα πρόθυρα εμπορικού πολέμου, κάτι που προφανώς έχει εξαιρετικά αρνητικές επιπτώσεις για την ενότητα της Δύσης ως τόπου της φιλελεύθερης δημοκρατίας. Έχει δυστυχώς διασπαστεί ακόμη και η θεσμική πρόσληψη της φιλελεύθερης δημοκρατίας, αλλιώς την προσλαμβάνει η κρατούσα σήμερα αντίληψη στην Ευρώπη και αλλιώς η κρατούσα στην Αμερική . Στην Ευρώπη κυριαρχεί, μας το είπε ο Αντιπρόεδρος Βάνς με πολύ έντονο τρόπο, πράγματι μία αντίληψη μαχόμενης δημοκρατίας, militant democracy, λόγω της ιστορικής εμπειρίας του Μεσοπολέμου που ενεργοποιείται ξανά εξαιτίας της ανόδου της ακροδεξιάς σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες.
Εδώ αντιμετωπίσαμε πρώιμα το φαινόμενο αυτό πριν από δέκα χρόνια με την άνοδο και τη νομική αντιμετώπιση της Χρυσής Αυγής. Πράγματι, θα συνομολογήσω ότι την ευρωπαϊκή δημοκρατία θα μπορούσαμε να τη χαρακτηρίσουμε και φοβική, phobic, fearful democracy, διότι σε πάρα πολλές χώρες κάποιοι, αυτοί που έχουν αίσθηση της σημασίας των θεσμών, φοβούνται πολύ συχνά τα αποτελέσματα που μπορεί να καταγραφούν σε εκλογές ή σε δημοψηφίσματα. Τα αποτελέσματα τα φοβούνται αυτοί που θεωρούν ότι μπορεί να ανατραπεί μία κατάσταση η οποία επικρατεί , μία κρατούσα αντίληψη. Όπως είναι για παράδειγμα η κρατούσα αντίληψη στην Ευρωπαϊκή Ένωση που αφορά την οικονομική πολιτική , το Σύμφωνο σταθερότητας, η οποία είναι νομοθετημένη στην πραγματικότητα από το 1992, προβλέπεται άλλωστε ρητά στις λεγόμενες ιδρυτικές συνθήκες, στη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και στη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και σε παράπλευρα πολύ σημαντικά κείμενα, τα οποία σε πολύ μεγάλο βαθμό διαμορφώθηκαν στο «Εργαστήριον η Ελλάς». Δηλαδή διαμορφώθηκαν τη δεκαετία της ελληνικής οικονομικής κρίσης, όταν η Ελλάδα λειτουργούσε και ως εργαστήριο για τον έλεγχο της αντοχής των συνταγματικών υλικών της Ευρωπαϊκής Ένωσης .Τότε διαμορφώθηκαν οι προϋποθέσεις ώστε η Ευρωπαϊκή Ένωση να εξοικειωθεί με το ενδεχόμενο της κρίσης, γιατί μέχρι την ελληνική οικονομική κρίση η Ευρωπαϊκή Ένωση ήταν κατασκευασμένη να λειτουργεί μόνο υπό φυσιολογικές συνθήκες θερμοκρασίας και πιέσεως, απουσίαζε πλήρως η πιθανότητα της κρίσης και για αυτό δεν μπορούσε να τεθεί σε κίνηση ένας μηχανισμός υποστήριξης της Ελλάδος πριν από την τροποποίηση των ιδρυτικών συνθηκών, αλλά το «Εργαστήριον η Ελλάς» προετοίμασε την Ευρωπαϊκή Ένωση ώστε να μπορέσει να αντιμετωπίσει με μεγαλύτερη επιτυχία τις επόμενες κρίσεις, όπως ήταν η μεγάλη υγειονομική κρίση της COVID-19 και στη συνέχεια, μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, η ενεργειακή κρίση, η πληθωριστική κρίση. Τα μεγάλα προγράμματα ποσοτικής χαλάρωσης, δηλαδή νομισματικής χρηματοδότησης που είναι αυτονόητα σε άλλες νομισματικές ζώνες, τέθηκαν σε εφαρμογή και στην ευρωζώνη λόγω της εμπειρίας της ελληνικής οικονομικής κρίσης.
Στις Ηνωμένες Πολιτείες η κρατούσα αντίληψη αυτή τη στιγμή για τη δημοκρατία είναι διαφορετική, δεν είναι φοβική, ενδεχομένως μπορεί να είναι εκφοβιστική για τη μειοψηφία, για την αντιπολίτευση. Είναι μία αντίληψη πλειοψηφική αλλά όχι συναινετική, αντιθέτως είναι επιθετική εναντίον αυτών που διαφωνούν και ιδίως αυτών που προσφεύγουν στη δικαιοσύνη για να αμφισβητήσουν τις πολιτικές αποφάσεις που εκφράζονται νομικά μέσω των executive orders, δηλαδή ουσιαστικά πράξεων του Προέδρου, προεδρικών διαταγμάτων θα λέγαμε στην Ελλάδα, που επικαλούνται μία ολόκληρη αντίληψη, μία θεωρία, ένα doctrine, που είναι η Unitary Executive Theory.
Εκτός όμως από αυτές τις απειλές, για τη δημοκρατία υπάρχουν και πολύ σοβαρές εξωτερικές απειλές. Από πού ξεκινούν οι απειλές αυτές; Από κάτι που πρέπει να το συνομολογήσουμε, είναι εντυπωσιακό, από τη γοητεία της ισχύος των αυταρχικών και ολοκληρωτικών καθεστώτων, συμπεριλαμβανομένης καταρχάς της κινέζικης meritocracy. Η Κίνα δεν ισχυρίζεται ότι είναι δημοκρατία, η Κίνα ισχυρίζεται ότι έχει άλλη πολιτειακή αντίληψη, τη meritocracy, τη δική της, ας το πούμε, αξιοκρατία, που είναι ένας εντυπωσιακός συνδυασμός κλασσικού μαρξιστικο-λενινιστικού δόγματος και κομφουκιανισμού, αλλά γοητεία ασκεί ακόμη και το μοντέλο συγκεντρωτικής, στιβαρής και προφανέστατα αυταρχικής εξουσίας που ασκεί ο Πρόεδρος Πούτιν στη Ρωσία.
Όλα αυτά γοητεύουν χώρες ακόμη και εντός της Δύσης, ακόμη και εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ακόμη γοητεύουν κάποιους στο εσωτερικό χωρών που οι ίδιες κινούνται στη σφαίρα της φιλελεύθερης δημοκρατίας. Η συνύπαρξη λοιπόν δημοκρατικών και αυταρχικών καθεστώτων στο πλαίσιο του ρεαλισμού, του διεθνούς συσχετισμού δυνάμεων που επιβάλλει αυτή τη συνύπαρξη, οδηγεί στην κάμψη των κριτηρίων και των ευαισθησιών και επηρεάζει βαθιά τη φιλελεύθερη δημοκρατία ως αξιακό σύστημα.
Σύμφωνα με μία μόλις προχθεσινή έρευνα που δημοσιεύτηκε στην βρετανική εφημερίδα Guardian, από τη γενιά Z που βιώνει τη διεύρυνση των ανισοτήτων, τις διαδοχικές κρίσεις και την αδυναμία της Ευρώπης να τις διαχειρισθεί, 57% δηλώνουν ότι προτιμούν τη δημοκρατία από οποιαδήποτε άλλη μορφή διακυβέρνησης, 39% εκτιμούν ότι η Ευρώπη δεν είναι ιδιαίτερα δημοκρατική, 48% ανησυχούν ότι στη χώρα τους το δημοκρατικό σύστημα κινδυνεύει, ενώ, προσέξτε τον αριθμό, 21%, σχεδόν το ¼ της γενιάς αυτής, δηλώνει ότι θα προτιμούσε να ζει σε ένα αυταρχικό καθεστώς.
Αυτό συνδέεται με ένα άλλο φαινόμενο που είναι προφανές αλλά θέλω να το θυμίσω, με τον δραστικό περιορισμό της εθνικής κυριαρχίας, η δημοκρατία κρίνεται στο εθνικό επίπεδο, κρίνεται δηλαδή σε ένα πολύ αρχαϊκό επίπεδο, δεν κρίνεται σε υψηλότερα επίπεδα, δεν μπορούμε να μιλήσουμε σοβαρά, πρακτικά, για τη φιλελεύθερη δημοκρατία σε διεθνές επίπεδο, δεν λειτουργούν ούτε καν στοιχειώδεις θεσμοί διεθνούς διακυβέρνησης. Ο ΟΗΕ και το λεγόμενο σύστημα του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών αδυνατεί να αντιμετωπίσει τις μεγάλες προκλήσεις. Το Συμβούλιο Ασφαλείας δεν μπορεί να ασκήσει τις αρμοδιότητες του και η Γενική Συνέλευση έχει καταστεί ένα όργανο πίεσης ρητορικού και όχι πρακτικού χαρακτήρα. Παρότι υπήρξαν περίοδοι κατά τις οποίες λειτουργούσε το δόγμα της λεγόμενης ανθρωπιστικής / δημοκρατικής επέμβασης σε άλλα κράτη και αυτό είχε ασκηθεί στην πράξη, με τελευταία εμπειρία την Αραβική Άνοιξη και όλες τις επιπτώσεις που ζήσαμε και ζούμε ακόμη, τώρα πλέον δεν γίνεται καν συζήτηση για αυτό. Αντιθέτως γίνεται συζήτηση για μία άλλη αντίληψη όχι μόνο αμερικανικού, αλλά γενικά δυτικού απομονωτισμού σε σχέση με άλλες περιοχές, άλλες ηπείρους και άλλες αξιακές επικράτειες εκτός Δύσης και εκτός φιλελεύθερης δημοκρατίας.
Η ίδια η Ευρωπαϊκή Ένωση ως θεσμική οντότητα διέπεται βεβαίως από την αρχή της νομιμότητας, par excellence. Ισχύει η αρχή του κράτους δικαίου, αλλά η Ευρωπαϊκή Ένωση πάσχει από ένα κολοσσιαίο δημοκρατικό έλλειμμα, δεν λειτουργεί όπως ένα δημοκρατικό σύστημα διακυβέρνησης λειτουργεί στο επίπεδο κάθε κράτους μέλους. Στο επίπεδο της Ένωσης, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έχει περιορισμένες ακόμη αρμοδιότητες. Τα αποφασιστικά όργανα που είναι κυρίως δύο, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και το Συμβούλιο Υπουργών με τις διαφορετικές του συνθέσεις, στην πραγματικότητα παρότι ισχύει η λεγόμενη κοινοτική αρχή, στα μεγάλα ζητήματα, στα κρίσιμα, λειτουργούν με μία διακυβερνητική αντίληψη και σε πάρα πολλά ζητήματα με τον κανόνα της ομοφωνίας. Αλλά ακόμη και όπου δεν προβλέπεται ομοφωνία, λαμβάνεται σαφώς υπόψη η βούληση των κρατών μελών και η διαπραγμάτευση είναι μεταξύ των κρατών, αυτό που λέμε διακυβερνητική.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή τυπικά εγκρίνεται από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, θα λέγαμε δίνει την εντύπωση ότι ακολουθεί τη θεσμική διαδικασία των κοινοβουλευτικών κυβερνήσεων που εξαρτώνται από την εμπιστοσύνη των κοινοβουλίων, αλλά η επιλογή των μελών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής γίνεται με εθνικά κριτήρια, ακολουθεί η έγκριση, η δε κατανομή των σημαντικών αξιωμάτων, Προεδρία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, γίνεται μεταξύ των μεγάλων πολιτικών ομάδων που συμφωνούν στον διαμοιρασμό.
Έρχομαι σε μία άλλη κατηγορία απειλών, για την οποία μας μίλησε ο Stephen Gageler προηγουμένως στο τρίτο και τελευταίο μέρος της ομιλίας του, είναι οι απειλές που απορρέουν από τη ραγδαία εξέλιξη της τεχνολογίας, η οποία προσφέρει τεράστιες ευκαιρίες αλλά και γεννά εξίσου τεράστιες απειλές για τη δημοκρατία, τα θεμελιώδη δικαιώματα και το κράτος δικαίου. Θα αποφύγω τις πολλές κοινοτοπίες αλλά ζούμε στην εποχή του διαδικτύου, των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, της τεχνητής νοημοσύνης, σε λίγο της γενικής τεχνητής νοημοσύνης, της τεχνητής υπερνοημοσύνης. Δίπλα σε αυτά εμφανίζονται οι κίνδυνοι και οι καταχρήσεις, τα bots, τα deep fake news, ο αθέμιτος επηρεασμός των εκλογέων, η υποκατάσταση της δικαστικής κρίσης ή της δημοκρατικής απόφασης από αλγόριθμους που σχεδιάζονται και εφαρμόζονται χωρίς διαφάνεια. Ένας αλγόριθμος που δεν μπορεί να αποτυπωθεί με φυσική γλώσσα ως κανόνας δικαίου και μετά να λειτουργήσει τεχνικά είναι αδιαφανής.
Η προσαρμογή των θεσμικών εγγυήσεων της δημοκρατίας και του κράτους δικαίου σε αυτό το απαιτητικό και απειλητικό περιβάλλον είναι επείγουσα. Ενώ λοιπόν η κρατική κυριαρχία με εξαίρεση τις Ηνωμένες Πολιτείες ως υπερδύναμη και άλλα λίγα κράτη, τις πυρηνικές δυνάμεις ας πούμε, μειώνεται. Υπάρχουν επιχειρήσεις, όχι μόνο το παράδειγμα του Ίλον Μασκ αλλά και άλλες πολλές επιχειρήσεις, που ελέγχουν την ψηφιακή σφαίρα, τις τεχνολογικές εξελίξεις, ιδίως στο επίπεδο της τεχνητής νοημοσύνης και τις διαστημικές δραστηριότητες, αυτές που είχαν εντυπωσιάσει την Χάνα Άρεντ το 1957. Αυτές λοιπόν οι επιχειρήσεις ενώ μειώνεται η κρατική κυριαρχία, αποκτούν τη δική τους οιονεί επικράτεια, τη δική τους οιονεί κυριαρχία ακόμη και τη δική τους ιδιωτική και διεθνή οιονεί έννομη τάξη με τα δικά τους δικαστήρια, όπως φάνηκε από το tribunal που οργάνωσε το Facebook πρώτο, στο πεδίο των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην «επικράτεια» του.
Υπάρχουν όμως και βαθύτερες απειλές για τη δημοκρατία, απειλές εσωτερικές που συνδέονται με την αυτοϋπονόμευση της φιλελεύθερης δημοκρατίας. Στη Γαλλία, την περίοδο κοντά στο περιβόητο 1848, οι Βουρβόνοι έλεγαν μία φράση όταν έπεφταν θύματα των αντιπάλων τους επειδή υποστήριζαν τη νομιμότητα και τους τουφέκιζαν, la légalité nous tue, η νομιμότητα μας σκοτώνει. Αυτή λοιπόν η δημοκρατική νομιμότητα που μπορεί να σε σκοτώσει εάν δώσεις τα όπλα στους αντιπάλους της δημοκρατίας να την καταλύσουν, μας προβληματίζει βεβαίως, πρέπει η δημοκρατία να εξοπλίζει με τα θεσμικά της όπλα τους αντιπάλους της; Τι βαθμό ανοχής έχει η μαχόμενη δημοκρατία που έχει συνείδηση των κινδύνων που την περιβάλλουν; Αυτό είναι ένα ερώτημα παμπάλαιο, είναι ένα ερώτημα το οποίο έθεσε με αφορμή τις εμπειρίες του Μεσοπολέμου ο Καρλ Λεβενστάιν που πρόλαβε να πάει στην Αμερική πριν από άλλους Γερμανούς ή γενικά Ευρωπαίους νομικούς, πριν τον Χανς Κέλσεν που δυσκολεύτηκε πολύ να βρει μία θέση στο αμερικανικό πανεπιστημιακό σύστημα.
Έχει πει ο Λεβενστάιν ότι η ιστορική εμπειρία της ανόδου του Χίτλερ στην εξουσία μέσω της καταστρατήγησης του Συντάγματος της Βαϊμάρης, δεν είναι μία ιστορία ξεχασμένη αλλά μία ιστορία ζωντανή, το fraude à la Constitution, η circumvention του Συντάγματος. Αλλά ας πάω στις πηγές, ο μεγαλύτερος ιστορικός της αμερικανικής δημοκρατίας όπως ξέρουμε είναι Γάλλος, είναι ο Αλέξις ντε Τοκβίλ που θα έγραφε σήμερα διαφορετικά το θεμελιώδες βιβλίο του για τη δημοκρατία στην Αμερική. Έχει λοιπόν περίπου πει, τον παραφράζω, ο Τοκβίλ, ότι το μεγαλύτερο πρόβλημα για μία δημοκρατία είναι ότι πιστεύει πως δεν έχει τίποτα πια να μάθει από ένα σημείο και μετά. Αυτή είναι η ιστορική αλαζονεία μίας αυτάρεσκης δημοκρατίας που είναι περιορισμένη γεωγραφικά και η οποία δεν αντιλαμβάνεται τους εσωτερικούς της κινδύνους.
Αυτή λοιπόν η απειλή, η εσωτερική, είναι δυστυχώς γενετική, διότι η απειλή του λαϊκισμού και του αντισυστημικού λόγου είναι σύμφυτη με τη δημοκρατία, ενυπάρχει στη δημοκρατία. Η δημοκρατία κινείται πάντα μεταξύ ανευθυνότητας και υπευθυνότητας, μεταξύ λαϊκισμού, απλούστευσης, δημαγωγίας από τη μία μεριά και ανάληψης κόστους από την άλλη μεριά. Κινείται πάντα και αυτό είναι δομικά αξεπέραστο, μεταξύ συγκυρίας και ιστορίας. Η δημοκρατία κινείται με συγκυριακές αποφάσεις, διότι το στοιχείο της περιοδικότητας των εκλογών, των περιορισμένων θητειών των οργάνων είναι θεμελιώδες, δεν υπάρχει δημοκρατία χωρίς ελεύθερες, πλουραλιστικές, περιοδικές εκλογές. Το στοιχείο λοιπόν της περιοδικότητας, που σημαίνει της περιορισμένης θητείας, καθιστά τη δημοκρατία εν πολλοίς συγκυριακή, αλλά τα αποτελέσματα της δημοκρατικής διακυβέρνησης κρίνονται ιστορικά και αυτές οι δύο διαστάσεις δεν μπορούν συνήθως να συνενωθούν.
Υπάρχει όμως, αγαπητές και αγαπητοί συνάδελφοι, κάτι πολύ βαθύτερο, δεν γίνεται αντιληπτή πλέον η ιστορικά θεμελιώδης και γενετική σχέση μεταξύ της φιλελεύθερης δημοκρατίας και του κοινωνικού της συμβολαίου, δηλαδή των κοινωνικών, παραγωγικών και αναπτυξιακών προϋποθέσεων της δημοκρατίας. Ας αναρωτηθούμε, μπορεί να υπάρχει δημοκρατία χωρίς κοινωνικό συμβόλαιο, χωρίς κοινωνική συνοχή και συμπερίληψη, χωρίς έστω οριακό έλεγχο των ανισοτήτων; Εάν δεν απαντήσουμε στο ερώτημα, πόσες ανισότητες αντέχει η δημοκρατία σε κάθε χώρα, σε κάθε περιφερειακή ολοκλήρωση όπως η Ευρωπαϊκή Ένωση ή διεθνώς δεν μπορούμε να καταλάβουμε τι συμβαίνει στις κοινωνίες μας και ως εκ τούτου πρέπει να θέσουμε υπό συζήτηση ένα μεγάλο σχέδιο υπέρβασης αυτού του προβλήματος το οποίο είναι υπαρξιακό και το οποίο είναι ταυτόχρονα πρόβλημα δημοκρατίας αξιών, θεσμών, αντοχής της δημοκρατίας, ανθεκτικότητας ( resilience) του Συντάγματος και ασφάλειας για τη Δύση, πρόβλημα εξαιρετικά πολύπλοκο.
Θέλω λοιπόν να επαναφέρω ενώπιόν σας σήμερα μία παλιά μου ιδέα, μία ιδέα που τη διατύπωσα με τη μορφή ενός μικρού δοκιμίου το 2008 για τη λεγόμενη post- representative democracy, τη μετα-αντιπροσωπευτική δημοκρατία, η οποία μας επιτρέπει να δούμε ποια είναι τα όρια της θεσμικής εξέλιξης της φιλελεύθερης δημοκρατίας, τι μπορεί να κάνει για να προστατεύσει τον εαυτό της, ξεκινώντας από το ερώτημα, ποιος διατηρεί σήμερα το τεκμήριο αντιπροσώπευσης της κοινωνίας του, ποιος αντιπροσωπεύει την κοινωνία; Διότι η κοινωνία αυτή τη στιγμή διεκδικεί την αυτο-αντιπροσώπευσή της, δεν αναγνωρίζει πάντα και παντού τεκμήριο αντιπροσώπευσης στο δημοκρατικό πολιτικό σύστημα που αναδεικνύεται κατά το Σύνταγμα, αλλά διατηρεί δύσκολα τη νομιμοποίησή του, το κύρος του και την αποδοχή του, παρότι είναι θεσμικά νόμιμο. Την αντιπροσώπευση τη διεκδικούν οι αυθόρμητοι εκπρόσωποι της κοινωνίας των πολιτών, τα NGOs, τη διεκδικεί η λεγόμενη προκαταλαμβάνουσα δημοκρατία των δημοσκοπήσεων, η δημοκρατία του διαδικτύου και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης που είναι το marketplace και το forum ταυτόχρονα. Βέβαια υπάρχει κάμψη της πολιτικής συμμετοχής όχι μόνο στις εκλογές αλλά σε όλες τις τυποποιημένες δημοκρατικές διαδικασίες.
Η δημοκρατία δεν ταυτίζεται απλώς με την πλειοψηφική αρχή, δεν αρκεί να είναι πλειοψηφική, απαιτούνται πλέον μεταπλειοψηφικές εγγυήσεις για πάρα πολλά θέματα. Χωρίς μεταπλειοψηφικές εγγυήσεις και χωρίς συναινέσεις δεν μπορεί η φιλελεύθερη δημοκρατία να αντιμετωπίσει τις νέες απειλές και τις προκλήσεις που εμφανίζονται πανταχόθεν. Υπενθύμισε ο Νικόλας Βαφειάδης προηγουμένως ότι έχω διατελέσει μεταξύ άλλων και γενικός εισηγητής της αναθεώρησης του Ελληνικού Συντάγματος του 2001. Πρόκειται για μία αναθεώρηση σχεδόν ολική, συναινετική, που αντέχει ευτυχώς μέχρι σήμερα, οι διατάξεις που εισήχθησαν έχουν διαμορφώσει το ισχύον Ελληνικό Σύνταγμα. Μεταξύ των καινοτομιών του 2001 περιλαμβάνεται και η εισαγωγή μεταπλειοψηφικών εγγυήσεων.
Για να τροποποιήσεις τον εκλογικό νόμο, το σύστημα διεξαγωγής των εκλογών αμέσως, από τις επόμενες εκλογές, πρέπει να συγκεντρωθεί πλειοψηφία 2/3. Για να επιλέξεις τα μέλη των ανεξαρτήτων αρχών, όπως είναι το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης ή η Αρχή Προστασίας των Προσωπικών Δεδομένων, απαιτείτο πλειοψηφία 4/5 της Διάσκεψης των Πρόεδρων της Βουλής. Δυστυχώς το 2019 αυτή μειώθηκε στα 3/5, σε ένα όργανο στο οποίο υπερεκπροσωπείται η εκάστοτε κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Αντίστοιχες εγγυήσεις είναι αναγκαίες, ιδίως όταν έχουμε να κάνουμε με τη μήτρα στην οποία αναπαράγεται το δημοκρατικό σύστημα διακυβέρνησης και δεν αρκεί η ισχύς της πλειοψηφίας, η οποία είναι συγκυριακή, για τη δέσμευση των επόμενων γενεών. Άρα έχει πάρα πολύ μεγάλη σημασία να συζητήσουμε για την ανάγκη η αντιπροσωπευτική δημοκρατία να γίνει κάτι παραπάνω από αυτό που είναι, όχι κάτι άλλο αλλά κάτι παραπάνω, να γίνει μετα-αντιπροσωπευτική, υπό την έννοια της αντιπροσωπευτικής plus δημοκρατίας.
Έρχομαι τώρα για να τελειώσω και να μη σας κουράζω υπερβολικά, στο ερώτημα, υπάρχουν κάποια ιδιαίτερα καθήκοντα της Διεθνούς Επιστημονικής Κοινότητας των Νομικών έναντι των προκλήσεων που αντιμετωπίζει η δημοκρατία και το κράτος δικαίου; Οι νομικοί, οι δικαστές, οι εισαγγελείς, οι δικηγόροι, οι καθηγητές των νομικών σχολών, είμαστε επιφορτισμένοι με τα ιδιαίτερα καθήκοντα που απορρέουν από την επιστημονική γνώση και τον θεσμικό μας ρόλο, άξονας του οποίου είναι η προστασία του κράτους δικαίου. Εμείς οι νομικοί δεν μπορούμε να επικαλεστούμε άγνοια ή αδυναμία κατανόησης των εξελίξεων, δεν μπορούμε να ισχυρισθούμε ότι δεν αντιληφθήκαμε τη δυναμική των προκλήσεων που αντιμετωπίζει η φιλελεύθερη δημοκρατία. Έχουμε στα χέρια μας θαυμάσια θεσμικά και νομικά εργαλεία που μας έχει προσφέρει η νεοτερικότητα, εργαλεία που δοκιμάζονται και πρέπει να διασφαλίσουμε ότι θα συνεχίσουν να λειτουργούν.
Καταρχάς το Σύνταγμα, το οποίο έχει μία δεύτερη ζωή. Η νέα ζωή του Συντάγματος είχα γράψει πριν από 30 χρόνια μία μελέτη , αφορά ένα Σύνταγμα χωρίς κράτος, ένα Σύνταγμα χωρίς κυριαρχία. Η διεθνοποίηση του Συνταγματικού Δικαίου που είναι πάντα παρούσα και που ακραίο φαινόμενό της ήταν το Σύνταγμα της Κυπριακής Δημοκρατίας του 1960 ως παράρτημα των συνθηκών της Ζυρίχης και του Λονδίνου που ίδρυσαν το ανεξάρτητο κυπριακό κράτος. Η διεθνοποίηση λοιπόν του Συντάγματος που την έχουμε ζήσει στην Ιαπωνία, στη Βοσνία, τη ζούμε συνεχώς σε μικρότερο βαθμό σε όλες τις χώρες. Η ίδια η αναγνώριση του κράτους κατά το Διεθνές Δίκαιο προϋποθέτει πρακτικά την ύπαρξη Συντάγματος το οποίο πρέπει να προσαρμόζεται σε ορισμένες διεθνείς προδιαγραφές. Τώρα συνοδεύεται από το σύστοιχο φαινόμενο που είναι η συνταγματοποίηση του Διεθνούς Δικαίου και προφανώς η συνταγματοποίηση του Ενωσιακού Δικαίου που είναι η απάντηση στην αποσπασματοποίηση, στη fragmentation του Διεθνούς Δικαίου.
Το Σύνταγμα, λοιπόν, το Διεθνές Δίκαιο Προστασίας των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, για την Ευρώπη θα έλεγα η Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, το οικοδόμημα των εγγυήσεων του κράτους δικαίου, η Rule of Law Checklist που προετοίμασε η Επιτροπή Βενετίας του Συμβουλίου της Ευρώπης, που επισήμως ονομάζεται Επιτροπή για τη Δημοκρατία μέσω του Δικαίου και που έχει πολλούς παρατηρητές πέραν των μελών του Συμβουλίου της Ευρώπης, έχει γίνει αποδεκτή από τη νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης πλέον, ως ισχύον πρωτογενές δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με βάση το οποίο ελέγχθηκε ο κανονισμός για τη λεγόμενη οριζόντια αιρεσιμότητα της εκταμίευσης των ενωσιακών κονδυλιών σε χώρες όπως η Ουγγαρία και η Πολωνία που κατηγορούνται για παραβιάσεις του κράτους δικαίου.
Η διάκριση των εξουσιών στην οποία αναφέρθηκε ο Πρόεδρος του Ανωτάτου Δικαστηρίου της Αυστραλίας προηγουμένως μιλώντας για τον Μοντεσκιέ, η ανεξαρτησία της δικαιοσύνης, ο δικαστικός έλεγχος της συνταγματικότητας των νόμων. Αλλά για τα ευρωπαϊκά δεδομένα, όχι μόνο της συνταγματικότητας των νόμων αλλά και της συμβατότητας των νόμων με την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και με το Δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Το πλεονέκτημα της ευρωπαϊκής φιλελεύθερης δημοκρατίας είναι ο πολυεπίπεδος συνταγματισμός, η συνύπαρξη του Εθνικού Συντάγματος με την Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και με το Δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μέρος του οποίου είναι ο Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων. Η συνύπαρξη δηλαδή των Εθνικών Δικαστηρίων, συμπεριλαμβανομένων των Συνταγματικών και των Ανωτάτων με το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ο διεθνής δικαστικός έλεγχος των εθνικών Συνταγμάτων και ο λεγόμενος διεθνικός, transnational, νομικοπολιτικός έλεγχος των εθνικών Συνταγμάτων, του τρόπου εφαρμογής και του τρόπου αναθεώρησής τους, είναι κάτι πολύ σημαντικό, είναι η διεθνής εγγύηση της συνταγματικής δημοκρατίας. Ακόμη συνεπώς και σε περιόδους κατά τις οποίες κάποιες χώρες μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης αποκλίνουν από τις αξίες της Ένωσης και τις προδιαγραφές του κράτους δικαίου, ακόμη και όταν ανακλαστικά ορισμένων δικαστηρίων σε κάποιες χώρες ατονούν, αυτά τα εργαλεία παραμένουν το ultimum remedium για τους πολίτες, αλλά και για την ίδια τη δημοκρατία.
Ίσως ο παραδοσιακός δισταγμός της αμερικανικής νομολογίας απέναντι στα συγκριτικά στοιχεία από άλλες χώρες και απέναντι στην επίκληση του Διεθνούς Δικαίου να βρει ενδιαφέρουσες πτυχές στην ευρωπαϊκή αντίληψη για τη συνύπαρξη της εθνικής, της ευρωπαϊκής και της διεθνούς έννομης τάξης και την αναζήτηση της μεγαλύτερης δυνατής προστασίας της δημοκρατίας, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και του κράτους δικαίου. Έχω προτείνει εδώ και χρόνια την έννοια του επαυξημένου Συντάγματος, του augmented Constitution, που διασώζει το κύρος του Εθνικού Συντάγματος, όταν αυτό ερμηνεύεται σε αρμονία με το Διεθνές Δίκαιο και το Ενωσιακό Δίκαιο και προσφέρει τη μείζονα προστασία, το maximum της προστασίας της δημοκρατίας και του κράτους δικαίου.
Αγαπητές και αγαπητοί συνάδελφοι,
η Ελλάδα, όπως σας είπα και στην αρχή, λειτούργησε τα δύσκολα χρόνια της οικονομικής κρίσης ως εργαστήριο στο οποίο δοκιμάστηκε η αντοχή του ευρωπαϊκού συνταγματισμού. Ο τόπος αυτός στον οποίο βρισκόμαστε σήμερα, η Αθήνα, η Ελλάδα, διαθέτει μεγάλα ιστορικά αποθέματα που ξεκινούν από την αθηναϊκή δημοκρατία αλλά φθάνουν στους πιο προωθημένους και σύγχρονους προβληματισμούς για τις προκλήσεις και τις αντοχές της συνταγματικής δημοκρατίας. Είναι συνεπώς η Αθήνα, η Ελλάδα, το κατάλληλο μέρος να συγκεντρωθούμε, να συζητήσουμε και να επιβεβαιώσουμε τη δέσμευσή μας για την ανάγκη υπεράσπισης της δημοκρατίας, του κράτους δικαίου και της δικαιοσύνης που είναι η ύψιστη εγγύηση όλων των θεσμών.-
*