29 Σεπτεμβρίου 2024
Ευάγγελος Βενιζέλος *
Χαιρετισμός στο Πανεπιστήμιο του μέλλοντος**
Σαράντα χρόνια μετά την εκλογή μου ως υφηγητή του παλιού πανεπιστημιακού νόμου και μετά από τριάντα τρία χρόνια θητείας στη βαθμίδα του καθηγητή, αν και με ενδιάμεση πολυετή αναστολή λόγω των κοινοβουλευτικών και κυβερνητικών μου καθηκόντων, αναστολή τυπική αλλά όχι επιστημονική, αποχωρώ, μαζί με τις και τους τιμώμενους σήμερα συναδέλφους, από το ΑΠΘ παραμένοντας σε αυτό εφ´όρου ζωής.
Η σημερινή συνάθροιση από τη φύση της συναισθηματική και νοσταλγική, είναι μια τελετή αποχαιρετισμού. Ο νόμος προβλέπει όμως για τους καθηγητές των ΑΕΙ που αποχωρούν λόγω ορίου ηλικίας ένα καθεστώς μετεωρισμού. Παύουν να είναι καθηγητές εν ενεργεία και να μετέχουν στη διοίκηση και τις εκλογές των μελών του διδακτικού και ερευνητικού προσωπικού, αλλά παραμένουν μέλη της πανεπιστημιακής κοινότητας, έχουν τη δυνατότητα να μετέχουν ενεργά στο ερευνητικό και διδακτικό έργο, ιδίως σε μεταπτυχιακό επίπεδο, στην επίβλεψη και εξέταση διδακτορικών διατριβών και μεταδιδακτορικών ερευνών, ακόμη και στη διδασκαλία σε προπτυχιακό επίπεδο αν χρειαστεί.
Ο αποχαιρετισμός μου δεν μπορεί συνεπώς να συνιστά απλώς έκφραση ευγνωμοσύνης στην Alma Mater και ευχαριστιών σε δασκάλους, μαθητές και συναδέλφους, ζώντες τε και τεθνεώτες, που συνθέτουν μια πολύτιμη πινακοθήκη προσώπων των τελευταίων πενήντα ετών, όλης δηλαδή της περιόδου της Μεταπολίτευσης. Ο αποχαιρετισμός μου οφείλει να είναι χαιρετισμός στο Πανεπιστήμιο του μέλλοντος και μάλιστα στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, το μεγαλύτερο της χώρας, ως Πανεπιστήμιο των νέων προκλήσεων, ορατών και αναδυόμενων.
Ένα πανεπιστήμιο δημόσιο, μεγάλου μεγέθους, ταυτισμένο με τη Θεσσαλονίκη, που παράγει τεράστιο διδακτικό και ερευνητικό έργο καλείται να ανταποκριθεί καταρχάς στην πρόκληση του νέου διεθνούς τοπίου της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στο οποίο κυριαρχεί η πολυτυπία του πανεπιστημίου ως θεσμού και η ευελιξία των προπτυχιακών και μεταπτυχιακών προγραμμάτων σπουδών και των προγραμμάτων δια βίου εκπαίδευσης. Στην πρόκληση του διεθνούς ανταγωνισμού χωρίς εδαφικό περιορισμό. Στην πρόκληση των τεκτονικών αλλαγών στην αγορά εργασίας και στο επαγγελματικό αντίκρυσμα των τίτλων σπουδών.
Η σχέση δημοσίου και ιδιωτικού έχει ήδη αλλάξει και το δημόσιο πανεπιστήμιο ως πυλώνας της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, βασισμένο στον κοινωφελή σκοπό του, τον κοινωνικό έλεγχο που ασκείται όμως δια της πολιτείας και την αξιοκρατική ισότητα και περιβεβλημένο με τη θεσμική εγγύηση της πλήρους αυτοδιοίκησης πρέπει, διατηρώντας αλώβητο και καθιστώντας ουσιαστικό τον δημόσιο χαρακτήρα του, να μπορεί να ανταγωνιστεί:
- τα δημόσια ΑΕΙ άλλων χωρών όλων των ηπείρων με το δικό τους συχνά πολύ πιο ευέλικτο θεσμικό πλαίσιο ενδεχομένως εγκατεστημένα και στην Ελλάδα ή πάντως απευθυνόμενα στο ελληνικό φοιτητικό κοινό
- μη κρατικά ΑΕΙ από άλλες χώρες όλων των ηπείρων που παρέχουν υπηρεσίες στην Ελλάδα, με ή χωρίς εγκατάσταση, εκ του σύνεγγυς ή εξ αποστάσεως.
Πρώτη προϋπόθεση για να επιτευχθεί αυτό είναι να αποκτήσει το ΑΠΘ και κάθε ελληνικό δημόσιο ΑΕΙ την αναγκαία θεσμική ευελιξία που δίνει νόημα στην έννοια της πλήρους αυτοδιοίκησης ξεκινώντας από τα κριτήρια εισαγωγής προπτυχιακών φοιτητών. Το πανεπιστήμιο οφείλει να πιέσει με τον τρόπο αυτό αποφασιστικά για την ταχεία και ριζική αναβάθμιση του εκπαιδευτικού αποτελέσματος της δευτεροβάθμιας και ιδίως της λυκειακής εκπαίδευσης. Έχω εδώ και χρόνια προτείνει το σχήμα του τετραετούς γυμνασίου και του διετούς λυκείου που ακολουθεί το μοντέλο του International Baccalaureate προσαρμοσμένο στα ελληνικά δεδομένα αλλά με τα διεθνή standards.
Η ευελιξία και η πολυτυπία στο επίπεδο κάθε ΑΕΙ πρέπει προφανώς να αφορά τα προσφερόμενα προγράμματα όχι μόνο μεταπτυχιακών αλλά και προπτυχιακών σπουδών με νέους δυναμικούς, ευφάνταστους και καινοτόμους συνδυασμούς αντικειμένων. Το κράτος πρέπει να αφήνει ανοικτό το πεδίο αυτό μέσω των κατάλληλων ρυθμίσεων ως προς τα επαγγελματικά δικαιώματα. Όψη της ευελιξίας στα προγράμματα σπουδών είναι προφανώς τα αγγλόφωνα προγράμματα σπουδών και η πρόβλεψη διδάκτρων με σεβασμό στο δίκαιο της ΕΕ και στο συνταγματικό δικαίωμα στην δωρεάν εκπαίδευση όπως το έχει προσδιορίσει η νομολογία του ΣτΕ.
Η ευελιξία πρέπει προφανώς να αφορά και τη διαχείριση των θέσεων και την εκλογή του εκπαιδευτικού και ερευνητικού προσωπικού που είναι τώρα εγκλωβισμένη σε μια ακραία τυποποιημένη διαδικασία υπό ασφυκτικό κρατικό έλεγχο ο όποιος εντέλει καθίσταται συχνά δικαστικός.
Δεύτερος μεγάλος στόχος πρέπει, κατά τη γνώμη μου, να είναι η αποκάλυψη, σύνθεση και προβολή προς την κοινωνία και την αγορά του τεράστιου ερευνητικού πλούτου του πανεπιστημίου, του διανοητικού κεφαλαίου που διαθέτει και των δυνατοτήτων του. Για μια Θεσσαλονίκη και μια Βόρεια Ελλάδα σε κατάσταση αναπτυξιακής αμηχανίας και σε τραγικά μεγάλη απόσταση από την Αθήνα σε συσσώρευση κεφαλαίου, το ΑΠΘ μπορεί να λειτουργήσει ως μοχλός απεγκλωβισμού σε συνεργασία με όποιον αντιλαμβάνεται και μπορεί να αξιοποιήσει τις δυνατότητες της συνεργασίας με το πανεπιστήμιο.
Τίποτα από τα παραπάνω δεν είναι πρωτότυπο και για όλα τα σημεία έγιναν και γίνονται σημαντικά βήματα. Αυτό που έχει όμως σημασία είναι η αντίληψη των βασικών προτεραιοτήτων μας σε σχέση με το ελληνικό δημόσιο πανεπιστήμιο ως οντότητα θεσμική, εκπαιδευτική, ερευνητική, κοινωνική, αναπτυξιακή. Οι βασικές προτεραιότητες προκύπτουν από το διεθνές τοπίο και την ανάγκη να διαφυλαχθεί και να ενισχυθεί η θέση του ελληνικού πανεπιστημίου μέσα σε αυτό υπό συνθήκες ανταγωνισμού που διεξάγεται πολύ συχνά με ασύμμετρο τρόπο. Το ελληνικό δημόσιο πανεπιστήμιο παρά τα μεγάλα και γνωστά προβλήματα διαθέτει υποδομές, χρηματοδότηση, προσωπικό, όγκο φοιτητών και φοιτητριών, εύρος αντικειμένων, πλήθος ερευνητικών και εκπαιδευτικών δραστηριοτήτων, κοινωνικό κύρος παρά την ισοπεδωτική απαξίωση, αλλά πάσχει από εσωστρέφεια αρχίζοντας από την κυριαρχία των νομοθετικών ζητημάτων που αφορούν το σχήμα και τους κανόνες της διοίκησης του. Κυρίως όμως πάσχει από την υποχρέωση ομοιομορφίας υπό την οποία τελούν όλα τα ελληνικά δημόσια ΑΕΙ, μικρά και μεγάλα, περιφερειακά και κεντρικά, με ιατρικές και χωρίς ιατρικές σχολές και από την απουσία της ευχέρειας για ευέλικτη και γρήγορη αντίδραση απέναντι στις οργανωτικές προκλήσεις της εποχής.
Το ελληνικό δημόσιο πανεπιστήμιο πάσχει, με λίγα λόγια, από υπερβολική εξάρτηση από το κράτος μέρος του οποίου είναι παρά την εγγύηση της πλήρους αυτοδιοίκησης που το περιβάλλει συνταγματικά. Θεωρώ συνεπώς ότι θεμελιώδης προτεραιότητα πρέπει να είναι η «αποκρατικοποίηση» του δημοσίου πανεπιστημίου ώστε αυτό να καταστεί όχι προφανώς ιδιωτικό αλλά κατά κυριολεξία πλήρως αυτοδιοικούμενο, ευέλικτο και ικανό να ανταποκριθεί αφενός μεν στις προκλήσεις του νέου διεθνούς τοπίου της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης αφετέρου δε στις ερευνητικές και διδακτικές προκλήσεις της εποχής των μόνιμων και πολυεπίπεδων κρίσεων που έχουν καταστεί προπολλού κρίσεις αξιακές, γνωσιολογικές και επιστημολογικές.
Πρόθεση μας είναι να μείνουμε πιστοί και πιστές στο Πανεπιστήμιο μας που θέλουμε να επικοινωνεί διαρκώς με το μέλλον και να επιτελεί τον καταστατικό του σκοπό που ήταν εκ γενετής ριζοσπαστικός, όπως διατυπώθηκε κατά την ίδρυση του το 1925, στον μεσοπόλεμο, πριν 99 χρόνια. Χρειάζεται όμως να θυμόμαστε πάντα ότι ο ευρωπαϊκός μεσοπόλεμος γέννησε το τέρας του ναζισμού και του φασισμού. Το δημόσιο Πανεπιστήμιο του μέλλοντος δεν αρκεί συνεπώς να είναι «αποκρατικοποιημένο», δηλαδή θεσμικά απελευθερωμένο, ευέλικτο και πραγματικά αυτοδιοικούμενο, ένα πανεπιστήμιο με ανοικτούς επιστημολογικούς ορίζοντες. Πρέπει να είναι πάντα και ένα Πανεπιστήμιο αξιών, θεματοφύλακας της δημοκρατίας, του κράτους δικαίου και της κοινωνικής συμπεριληπτικότητας. -
* Καθηγητής της Νομικής Σχολής του ΑΠΘ, πρώην αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης.
**Ομιλία στην τελετή που οργάνωσε η Πρυτανεία του ΑΠΘ προς τιμή των καθηγητών του ΑΠΘ που αποχώρησαν στις 31 Αυγούστου 2024