21 Οκτωβρίου 2025
Ομιλία Ευ. Βενιζέλου στην παρουσίαση του βιβλίου του Ευάνθη Χατζηβασιλείου «Εθνικός Διχασμός: Οι επιπτώσεις στους θεσμούς και στην πολιτική κουλτούρα» εκδ. Πατάκη, στο Public Cafe Συντάγματος
Να πω καταρχάς δύο λόγια για τον Ευάνθη Χατζηβασιλείου. Τον γνώρισα πρωτοετή φοιτητή της Νομικής Σχολής Θεσσαλονίκης το 1987. Προερχόμενος από την περιοχή της Δράμας, ήταν ένας εξαιρετικά ευγενής, επιμελής και ελπιδοφόρος φοιτητής της Νομικής. Ως νομικός ενεργεί σε πάρα πολλά θέματα, νομίζω ότι αυτή του η ιδιότητα τον βοηθά να κατανοήσει γεγονότα και να συνθέσει καταστάσεις. Επάνω στο υπόβαθρο αυτό οικοδόμησε τις λαμπρές ιστορικές του σπουδές στην London School of Economics. Είναι πολυγραφότατος, είναι ένας από τους πιο έγκυρους ιστορικούς της εποχής μας, ένα όνομα αναφοράς.
Είμαι πραγματικά υπερήφανος γιατί είχα την ιδιότητα του δασκάλου του, μέσα στο κλίμα της Νομικής Σχολής Θεσσαλονίκης, στην οποία γνώρισε τον τότε ,αρχικά υφηγητή της Πολιτικής Ιστορίας και στη συνέχεια καθηγητή, πριν εκλεγεί στη Φιλοσοφική Σχολή Αθηνών, τον αγαπημένο μας Κωστή Σβολόπουλο, ο οποίος πολλά χρόνια δίδαξε στη Νομική Σχολή Θεσσαλονίκης, και διατελέσαμε γείτονες στο Σπουδαστήριο του Δημοσίου Δικαίου, είχαμε τα γραφεία μας πολύ κοντά. Αυτό του έδωσε την ευκαιρία να προσεγγίσει το μεγάλο μέγεθος που λέγεται Κωνσταντίνος Καραμανλής.
Η εγκυρότητά του Ευάνθη Χατζηβασιλείου είναι το καλύτερο προοίμιο για αυτά που γράφει, βιβλία ή μικρότερες μελέτες. Το ανώτερο στάδιο της ιστορικής έρευνας και κάθε επιστημονικής έρευνας είναι βεβαίως το δοκίμιο, ο δοκιμιακός λόγος. Όταν πια μετατοπίζεσαι από την ιστοριογραφία στη φιλοσοφία της Ιστορίας, επιχειρείς να κάνεις μεγάλες συνθέσεις, όχι επειδή κάνεις μία νέα έρευνα, αλλά επειδή κάνεις μία ανασύνθεση όλων των στοιχείων που σου προσφέρει η διεξαχθείσα έρευνα, ιδίως όταν έχεις τη νομιμοποίηση πως έχεις μετάσχει με πολλές συμβολές στην έρευνα των επιμέρους πτυχών. Οπότε δικαιούσαι να συνεισφέρεις και μία μεγάλη θεώρηση, μία σύνθεση. Αυτό κάνει τώρα ο Ευάνθης με το βιβλίο του για τον Εθνικό Διχασμό που είναι πράγματι ένα νήμα το οποίο διαπερνά την ελληνική Ιστορία από το 1915 μέχρι το 2025.
Ακόμη και σήμερα υπάρχουν υποστηρικτές της άποψης ότι πλευρά που έχει τους φταίχτες, τους «κακούς», τους «ανήθικους» και «άθλιους» τύπους, είναι αυτή του Ελευθερίου Βενιζέλου και των συνεργατών του, από τον Καφαντάρη –αν και τον Καφαντάρη εντέλει τον αθωώνουν– τον Μιχαλακόπουλο και τον Παπαναστασίου μέχρι τον Πλαστήρα. Επιδιώκεται να δημιουργηθεί η εσφαλμένη και ετεροβαρής εντύπωση ότι ο Εθνικός Διχασμός οφείλεται στον «κακό» χαρακτήρα και τις μεγάλες φιλοδοξίες του Ελευθερίου Βενιζέλου και στο γεγονός ότι αυτός τάχθηκε εξαρχής με τα βρετανικά συμφέροντα - όπως διάφοροι άλλοι κατά τη διάρκεια της επανάστασης της Ανεξαρτησίας τάχθηκαν εντέλει με τα βρετανικά συμφέροντα και ήθελαν να προσδέσουν τη χώρα σε ένα άρμα μεγάλης δύναμης, γιατί χωρίς αυτή την πρόσδεση δεν θα μπορούσαμε να φτάσουμε στο επιθυμητό αποτέλεσμα, δηλαδή στην αναγνώριση της ανεξαρτησίας του νέου κράτους. Έστω και με τίμημα την επιβολή ενός αλλοδαπού βασιλιά από τους δευτερεύοντες βασιλικούς οίκους της Ευρώπης. Δηλαδή η ίδια αντίληψη που μας επιτρέπει να κατακρίνουμε τον Ελευθέριο Βενιζέλο τώρα, μας επιτρέπει να κατακρίνουμε τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο και όλους αυτούς οι οποίοι έκαναν το ορθολογικά απονενοημένο διάβημα της Επανάστασης!
Η δική μου προσέγγιση δεν θα είναι αυτού του επιπέδου. Δεν άκουσα καμία κριτική για κανένα στέλεχος της άλλης πλευράς, ούτε για τον Γεώργιο τον Β´ ούτε καν για τον Μεταξά. Έχουμε, φοβάμαι, χάσει την ισορροπία. Ο Ευάνθης Χατζηβασιλείου, λοιπόν, προσεγγίζει τον Εθνικό Διχασμό θέλοντας να τον υπερβεί σε αντίθεση με άλλους που θέλουν να ανοίξουν τις πληγές και να εκδώσουν καταδικαστική απόφαση προβαίνοντας σε μία ιστορική αναψηλάφηση η οποία δεν βρίσκει ούτε μία μομφή για τους εμβληματικούς εκπροσώπους της άλλης πλευράς. Αυτό, θα μου επιτρέψετε να πω, φοβούμαι ότι δεν είναι ιστορική αποτίμηση αλλά ιδεολογική χρήση της Ιστορίας με πάθος υπέρ του ενός μέρους σε μία αντιδικία η οποία αναβιώνει. Δεν είναι όμως αυτό που θέλει να κάνει ο Ευάνθης Χατζηβασιλείου με το βιβλίο του.
Η μεγάλη τομή στην Ιστορία του έθνους είναι αυτή, είναι η στιγμή που ο Κωνσταντίνος Καραμανλής γίνεται βενιζελικός ενώ είναι ο αρχηγός της Δεξιάς.
Ποιο είναι το διακύβευμα του Εθνικού Διχασμού; Γιατί φτάσαμε στον Εθνικό Διχασμό; Ο Εθνικός Διχασμός είναι μία σύγκρουση για την εθνική ολοκλήρωση, μάλιστα εμπεριέχει και αυτό που λέω πάντα ως ερμηνευτικό σχήμα, μία σύγκρουση των ολοκληρώσεων, δηλαδή προκειμένου να επιτευχθεί η εθνική ολοκλήρωση, η εδαφική ολοκλήρωση, θυσιάζεται η θεσμική ολοκλήρωση, ακόμη και αυτή η θεσμική ομαλότητα. Και τη θυσιάζουν ένθεν κακείθεν: και η αντιβενιζελική / βασιλική πλευρά και η βενιζελική πλευρά θυσιάζει τη θεσμική ολοκλήρωση. Αυτή φθάνει μέχρι την ίδρυση του Κράτους της Θεσσαλονίκης, γιατί το διακύβευμα είναι η εθνική ολοκλήρωση και πάντα, όταν συγκρούεται η εθνική ολοκλήρωση με τη θεσμική, κατισχύει η εθνική / εδαφική.
Το 1915, 1916, 1917, απέχουμε ελάχιστα από τον πρώτο και τον δεύτερο Βαλκανικό Πόλεμο. Η Ελλάδα έχει διπλασιαστεί, έχει μεγαλώσει. Το έδαφος και ο πληθυσμός είναι οι μεγαλύτεροι συντελεστές της οικονομικής ανάπτυξης, εάν δεν έχεις έδαφος και πληθυσμό, δεν έχεις προοπτική ανάπτυξης. Αυτό ο Ελευθέριος Βενιζέλος το ξέρει πάρα πολύ καλά ,όπως και η άλλη πλευρά το ξέρει πάρα πολύ καλά, αλλά είναι έτοιμη να θυσιάσει την επέκταση την εδαφική και την πληθυσμιακή διά της συμμετοχής στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, διότι δεν θέλει να ζήσει ξανά αυτό που έζησε με τους Βαλκανικούς Πολέμους. Δηλαδή, να καταστεί ο Ελευθέριος Βενιζέλος αυτός που μεγαλώνει τη χώρα, που τη μεγάλωσε και τώρα την ξανά μεγαλώνει, όχι. Με αποτέλεσμα να οδηγηθούμε σε ακραία συνταγματική σύγκρουση που θίγει και την οικονομική και αναπτυξιακή ολοκλήρωση, γιατί χωρίς εδαφική επέκταση και χωρίς πληθυσμιακή διεύρυνση δεν την επιτυγχάνεις .
Αυτό είναι, κατά την ανάγνωσή μου, το διακύβευμα του Εθνικού Διχασμού. Και η αλήθεια είναι ότι τελικά, με τη συμμετοχή στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, έστω με αυτή την τεθλασμένη συμμετοχή, πού φθάνουμε εάν ακολουθήσουμε το νήμα; Φθάνουμε σε μία στιγμή που θα μπορούσε να πει κάποιος ότι λήγει ο διχασμός αλλά αυτό δεν συμβαίνει : όταν οι μετανοεμβριανές κυβερνήσεις του 1920 συνεχίζουν τη Μικρασιατική Εκστρατεία και μετά οδηγούμαστε στην Καταστροφή με αποτέλεσμα να μη έχουμε εδαφική επέκταση στην Ιωνία, αλλά έχουμε πληθυσμιακή επέκταση και ενοποίηση και έτσι, διά της ανταλλαγής των πληθυσμών και μέσα από την καταστροφή και την περιπέτεια της προσφυγιάς, έχουμε τις προϋποθέσεις μίας πολύ μεγάλης ανάπτυξης. Και πάλι θυσιάζεται η θεσμική ολοκλήρωση, γιατί έχουμε όλες τις θεσμικές ατασθαλίες ένθεν κακείθεν της δεκαετίας του 1920 και τ του 1930, μακρά περίοδος, αλλά έχει συντελεστεί το θεμελιώδες, μέσα από μία ετερογονία των σκοπών. Έχει επιτευχθεί αυτό που ήθελε ο Ελευθέριος Βενιζέλος, γιατί έχουμε μία εντυπωσιακή, συγκλονιστική αλλαγή των πληθυσμιακών δεδομένων, φτιάχνεται το έθνος, ενοποιείται ο λαός και η ελληνικότητά του, η ταυτότητά του.
Αυτό έχει ως αποτέλεσμα ο αστικός κόσμος, ο οποίος θα μπορούσε να έχει διχαστεί στο Γουδί, να διχάζεται τώρα και να γεννιέται η έννοια του Κέντρου σε μία πρώιμη εκδοχή της. Έχουμε μία φιλοβασιλική παράταξη και έχουμε και μία άλλη που δεν μπορείς να πεις ακόμη τότε πώς τοποθετείται στο αξιακό και πολιτικό φάσμα, αλλά πάντως είναι φιλελεύθερη, άρα είναι κάπως πιο «αριστερά», χωρίς να υπάρχει ακόμη η αριστερά. Γιατί η αριστερά δημιουργείται με τον εμφύλιο πόλεμο, όχι με τον Εθνικό Διχασμό. Το φάσμα αποκτά πληρότητα τότε που έχεις πια δεξιά, κέντρο, αριστερά. Παρότι, λόγω του εμφυλίου πολέμου, οι δύο εκδοχές του διχασμού, δηλαδή οι βασιλικοί και οι βενιζελικοί συνεργάζονται, γιατί ο ρόλος που έχουν παίξει ο Πλαστήρας, ο Σοφούλης, ο Σοφοκλής Βενιζέλος, είναι καταλυτικός για τη νίκη του αστικού κόσμου επί του Δημοκρατικού Στρατού, του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδος, της μνήμης του ΕΑΜ και του ΕΛΑΣ.
Ο Ευάνθης Χατζηβασιλείου θέτει δοκιμιακά το ερώτημα, τελειώνει κάποια στιγμή ο Εθνικός Διχασμός; Και εξετάζει διάφορες εκδοχές για το τέλος του Εθνικού Διχασμού. Ειπώθηκε ότι αναζωπύρωση του Εθνικού Διχασμού ήταν ακόμη και η σύγκρουση για την κηδεία της Φρειδερίκης το 1983. Εδώ μιλάμε όμως - αυτήν την εντύπωση έχω - για πολύ πιο βαθιά και δομικά ζητήματα.
Κατά τη γνώμη μου ο Εθνικός Διχασμός ως διακύβευμα εθνικής ολοκλήρωσης τελειώνει χάρη στον Μεταξά με το «όχι», δηλαδή με τους όρους με τους οποίους η Ελλάδα μπήκε στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, γιατί η σύγκρουση που οδήγησε στον Εθνικό Διχασμό αφορούσε τους όρους συμμετοχής της Ελλάδος στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ο Εθνικός Διχασμός λήγει όταν συμφωνεί όλος ο αστικός κόσμος, δηλαδή οι αντίπαλοι του Εθνικού Διχασμού, για τους όρους συμμετοχής στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Έχει πολύ μεγάλη σημασία να σκεφτούμε ότι αυτό έχει μία διάρκεια σχετικά μικρή, γιατί αρχίζει πράγματι ο πρώιμος εμφύλιος πόλεμος από το 1943, αλλά έχει συντελεστεί η υπέρβαση του Εθνικού Διχασμού. Διότι, απέναντι στην αμφισβήτηση του αστικού κράτους αντιτάσσονται όλοι οι συμμετέχοντες στον Εθνικό Διχασμό, αυτό είναι το μεγάλο σχήμα και αυτό προσπαθεί να αναδείξει ο Ευάνθης Χατζηβασιλείου .
Πότε έχουμε τη μεγάλη στροφή; Κατά τη γνώμη μου όταν γίνεται ο Καραμανλής «βενιζελικός», ο εκλεκτός των ανακτόρων στη δεκαετία του 1950 . Ο Καραμανλής γίνεται «βενιζελικός» μετά τη σύγκρουσή του με τα ανάκτορα, το 1963 όταν με τη «βαθεία τομή» έρχεται και μας το λέει και συνταγματικά πώς θα το κάνει αυτό.
Πότε αναζωπυρώνεται ο Εθνικός Διχασμός; Το 1965 . Τότε συγκρούεται το παλάτι με τον Γεώργιο Παπανδρέου , με την Ένωση Κέντρου, δηλαδή με τους βενιζελογενείς. Στην πραγματικότητα συγκρούεται και με την ΕΡΕ του Κωνσταντίνου Καραμανλή, διότι την υποτάσσει σε ένα σχήμα από το οποίο αγωνίστηκαν να ξεφύγουν οι αρχηγοί των παρατάξεων, λίγο πριν τη δικτατορία των Συνταγματαρχών. Αυτό το διατηρεί ο Καραμανλής υπομονετικά στη μνήμη του καθώς διασχίζει τη μακρά έρημο στο Παρίσι, γυρίζει το 1974 και παίρνει εκδίκηση στο όνομα και των βενιζελικών λέγοντας ουσιαστικά ‘ όχι, δεν θα γυρίσει ο βασιλιάς, θα κάνω δημοψήφισμα, θα τον διώξω’.
Το δημοψήφισμα της 8ης Δεκεμβρίου 1974 είναι η οριστική, η αμετάκλητη άρση, για να εκφραστώ καλύτερα, του Εθνικού Διχασμού με τη νίκη της βενιζελικής αντίληψης χάρη στον Καραμανλή, ο οποίος έχει γίνει «βενιζελικός» γιατί έχει την απώτερη φιλοδοξία να σταθεί δίπλα του ως εθνάρχης . Ποια είναι η εισφορά στη διεύρυνση του έθνους; Η ένταξη στην Ευρώπη, που δεν είναι αυτό που κατά κυριολεξία λέμε εδαφική επέκταση. Έχουμε επίσης τη θεσμική ολοκλήρωση με το δημοψήφισμα της 8ης Δεκεμβρίου 1974 και την ψήφιση του Συντάγματος του 1975. Άρα έχουμε και αναζωπύρωση του διχασμού και σύγκρουση και επιβεβαίωση της οριστικής ήττας της βασιλικής πλευράς.
Άρα, η απάντηση στο ερώτημα που θέτει ο Ευάνθης Χατζηβασιλείου : ποιος νίκησε στον Εθνικό Διχασμό, δεν είναι ότι νίκησε η βασιλική πλευρά γιατί είχε μόνιμο αρχηγό ο οποίος ήταν κληρονομικός, ενώ η άλλη έχασε χάνοντας τον ηγέτη της με τον θάνατο του Ελευθερίου Βενιζέλου! Η απάντηση μου είναι ότι νίκησε καταφανώς η βενιζελική πλευρά, διότι ο ηγέτης της άλλης πλευράς έγινε «βενιζελικός». Αυτή είναι, κατά τη γνώμη μου, η καμπύλη του εθνικού διχασμού.
Τώρα η χώρα έχει τις προϋποθέσεις να καταλάβει πού βρίσκεται; Μπορεί να αντιμετωπίσει το πρόβλημά της μέσα σε έναν κόσμο που τον διέπει ο συναλλακτικός βολονταρισμός ; Είπε ο Πρωθυπουργός προχθές σε μία Βουλή που δεν κατάλαβε ή έμεινε αμήχανη, ότι θα πάρουμε τώρα την πρωτοβουλία να συγκληθεί μία πολυμερής διάσκεψη των χωρών της Ανατολικής Μεσογείου για όλα τα θέματα και για την οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών. Να η εδαφική ολοκλήρωση, δεν έχει ολοκληρωθεί η επικράτεια και τα συμπαρομαρτούντα της επικράτειας που είναι τα κυριαρχικά δικαιώματα, από το 1821. Έχουμε εκκρεμότητες οι οποίες αφορούν την επικράτεια, όπως τα χωρικά ύδατα, ο εναέριος χώρος, οι κατά παράβαση του Διεθνούς Δικαίου αμφισβητήσεις της κυριαρχίας, οι λεγόμενες γκρίζες ζώνες και έχουμε και εκκρεμότητες στα κυριαρχικά δικαιώματα σε σχέση με την υφαλοκρηπίδα και την ΑΟΖ μέχρι σήμερα, το 2025. Λοιπόν; Τώρα οι διάδοχοι, οι κληρονόμοι των αισθητικών, ηθικών, ιδεολογικών και ιστορικών συγκρούσεων του Εθνικού Διχασμού, πώς τοποθετούνται στα διλήμματα αυτά τα οποία είναι η ιστορία εν τω γίγνεσθαι;
Ο Ευάνθης Χατζηβασιλείου προκαλώντας αυτή τη συζήτηση, βάζοντάς μας μέσα στον μακρύ ιστορικό χρόνο , δεν μας ζητάει να κάνουμε την ιστορικό ψυχολογισμό αναφερόμενοι στον ένα ή τον άλλο πρωταγωνιστή .Χρειαζόμαστε τώρα προσεγγίσεις της μεγάλης εικόνας, πρέπει να δούμε εάν μπορούμε να ανασυνθέσουμε τον συλλογικό μας εαυτό και, ως εκ τούτου, θεωρώ ότι είναι βαρύνουσας σημασίας το βιβλίο του για το οποίο και τον συγχαίρω.













